Delivery: Προκλήσεις για τις εταιρείες διανομής φαγητού στο νέο τοπίο μετά την πανδημία
Η εκρηκτική ανάπτυξη και οι ισχυρές αναταράξεις στο μετα-πανδημικό τοπίο
- Σε 20 χρόνια φυλάκισης καταδικάστηκε ο σύζυγος της Ζιζέλ Πελικό για βιασμούς - Ένοχοι οι 51 κατηγορούμενοι
- Αποκάλυψη in: Μία πολυμήχανη 86χρονη παγίδευσε μέλη συμμορίας «εικονικών ατυχημάτων» στα Χανιά
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
- Τζεφ Μπέζος: Ένας ακόμα τεχνολογικός μεγιστάνας σε δείπνο με τον Τραμπ
Αντιμέτωπες με αναταράξεις βρίσκονται οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών delivery.
Μετά από μια εκρηκτική ανάπτυξη τα προηγούμενα χρόνια, οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στην αγορά ωθούν πολλές επιχειρήσεις που γιγαντώθηκαν μέσα σε ελάχιστον χρονικό διάστημα, να αναθεωρήσουν την στρατηγική τους, περιορίζοντας τις δραστηριότητές τους και προχωρώντας σε απολύσεις.
Η αμερικανική Grubhub, θυγατρική της ολλανδικής Just Eat, ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες ότι θα περικόψει το 15% των θέσεων εργασίας. «Λειτουργούμε σε έναν άκρως ανταγωνιστικό και συνεχώς εξελισσόμενο κλάδο και πρέπει να εξετάζουμε διαρκώς αν είμαστε τοποθετημένοι με τον σωστό τρόπο», έγραψε ο Howard Migdal σε email που εστάλη σε όλους τους εργαζόμενους.
Και η Grubhub δεν είναι η μόνη: Η Zomato διέκοψε πρόσφατα τις δραστηριότητές της σε 225 πόλεις της Ινδίας. Η Deliveroo αποσύρθηκε από την Αυστραλία και η DoorDash απέλυσε 1.250 εργαζομένους, δηλαδή το 6% του εταιρικού της προσωπικού.
Μια καθυστερημένη αναμέτρηση
Όπως σημειώνουν οι Financial Times, ο τομέας των εταιρειών-εφαρμογών παράδοσης φαγητού είχε αργήσει να αναπτυχθεί. Οι σημερινές εφαρμογές εισήλθαν σε έναν κλάδο με σχετικά περιορισμένο περιθώριο κέρδους, αξιοποιώντας την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα.
Συνέδεσαν τους πελάτες που έμεναν στο σπίτι με τους οδηγούς και τα εστιατόρια με τη δυνατότητα να εξυπηρετούν περισσότερους πελάτες από όσους μπορούσαν να προσελκύσουν για να καταναλώσουν προϊόντα επί τόπου ή να τα παραλάβουν για το σπίτι.
Πλέον, η αξία της παγκόσμιας αγοράς παράδοσης γευμάτων εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 167 και 300 δισ. δολαρίων. Όμως δύο καθοριστικοί παράγοντες που τα τελευταία χρόνια συνέβαλαν στη διαμόρφωση αυτής της κολοσσιαίας αγοράς, έχουν πλέον εξαφανιστεί. Ο πρώτος, σύμφωνα με τους FT, είναι ότι η επέκταση των εν λόγω επιχειρήσεων χρηματοδοτήθηκε από φθηνά κεφάλαια που κάλυπταν το χάσμα μεταξύ του πραγματικού κόστους της παράδοσης και αυτού που πλήρωναν οι πελάτες. Ο δεύτερος, είναι ότι τα lockdowns της πανδημίας εκτόξευσαν τη ζήτηση για παράδοση φαγητού στο σπίτι.
Τώρα, το momentum αυτό έχει χαθεί. Το αντίθετο μάλιστα: Τα γεύματα που καταναλώνονται στο σπίτι λιγοστεύουν, λόγω του υψηλότερου κόστους των τροφίμων και των συμπιεσμένων προϋπολογισμών των πελατών.
Τα εστιατόρια έχουν αποκτήσει και πάλι πελάτες που καταναλώνουν επί τόπου, χωρίς τους περιορισμούς της πανδημίας ή της πρώτης μετα-πανδημικής περιόδου. Και ολοένα και λιγότεροι εστιάτορες εμφανίζονται πρόθυμοι να παραχωρήσουν στις εταιρείες-μεσάζοντες προμήθειες που κυμαίνονται μεταξύ 15 και 30% της τιμής.
Η νέα τάση
Πολλά καταστήματα έχουν δημιουργήσει τα δικά τους συστήματα ηλεκτρονικών παραγγελιών, προσφέροντας μάλιστα εκπτώσεις για να προσελκύσουν πελάτες.
Υπάρχει, βεβαίως, πάντα μια ελπίδα: Αναλυτές θεωρούν ότι πολλοί καταναλωτές θα συνεχίσουν να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν κάτι παραπάνω, προκειμένου να εξοικονομήσουν χρόνο. Άλλες επιχειρήσεις, στις ΗΠΑ, μαγειρεύουν για πολλά διαφορετικά εμπορικά σήματα, με στόχο να μπορούν να εξυπηρετήσουν άμεσα τους πελάτες της περιοχής τους.
Οι εταιρείες διανομής φαγητού έχουν ελπίδες, λοιπόν, να επιβιώσουν. Αλλά πρέπει να προσαρμοστούν.
Πηγή: ΟΤ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις