Ελληνικό κρασί: Το success story γεμίζει τα ταμεία των οινοποιών
Η μέση τιμή εξαγωγής έχει αυξηθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια – Πώς ήρθε το success story
- Τι είναι το shutdown της αμερικανικής κυβέρνησης και τι είναι το ταβάνι του χρέους;
- Όταν ο Μακρόν αποκαλούσε το Πρωθυπουργικό Μέγαρο «το κλουβί με τις τρελές»
- Έκλεβαν πολυτελή οχήματα SUV και τα πωλούσαν στο εξωτερικό – Το αιματηρό επεισόδιο με τον αρχηγό της σπείρας
- Πώς η υπόθεση Πελικό έδωσε άλλες διαστάσεις στη σεξουαλική βία
Για πρώτη φορά οι ελληνικές εξαγωγές κρασιού άγγιξαν πέρυσι το όριο των 100 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για εντυπωσιακή επίδοση εάν αναλογιστεί κανείς το μέγεθος του ελληνικού αμπελώνα (και τα προβλήματα που τον ταλανίζουν), αλλά και τα παγκόσμια μεγαθήρια που κυριαρχούν στον χώρο. Τουτέστιν τις Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία, χώρες με τεράστια παράδοση και ισχυρά δίκτυα στη διεθνή αγορά.
Το πιο εντυπωσιακό ωστόσο, είναι η αύξηση της μέσης τιμής εξαγωγής, η οποία έχει ανέβει αισθητά τα τελευταία χρόνια, ειδικά στις τρίτες χώρες (εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης). «Το ελληνικό κρασί αποτινάσσει σταδιακά τη ρετσινιά… της ρετσίνας, δηλαδή του φθηνού κρασιού χαμηλής ποιότητας και παίζει στην πρώτη κατηγορία με ετικέτες ποιότητας», σημειώνουν χαρακτηριστικά άνθρωποι του κλάδου.
Περισσότερα έσοδα
Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ), η μέση τιμή μονάδας εξαγωγής ελληνικού κρασιού προς την ΕΕ διαμορφώθηκε πέρυσι στα 2,58 ευρώ ανά κιλό (+10% από το 2021 και +15,2% από μέσο όρο πενταετίας) ενώ η μέση τιμή μονάδας εξαγωγής προς Τρίτες χώρες ανήλθε στα 5,34 ευρώ (+14% από περασμένη χρονιά και +12,3% από μέσο όρο πενταετίας.
Δηλαδή πουλάμε πολύ πιο ακριβά προς τις Τρίτες χώρες. Κάτι που όπως εξηγούν άνθρωποι που γνωρίζει σχετίζεται κυρίως με τη Γερμανία, όπου πουλάμε χαμηλά και την Αμερική που για πρώτη φορά η μέση τιμή μονάδας ξεπέρασε τα 6 ευρώ/κιλό.
Ειδικότερα, στη Γερμανία, η οποία απορροφά εδώ και πολλές δεκαετίες τη μεγαλύτερη ποσότητα ελληνικού κρασιού (με διαφορά από τον δεύτερο), η μέση τιμή πώλησης έφτασε στα 2,55 ευρώ/κιλό (+10% από το 2021 και +17% από μέσο όρο πενταετίας).
Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στις ΗΠΑ που αναδεικνύεται σε νέα Γη της Επαγγελίας για το ελληνικό κρασί (μαζί με τον Καναδά), η μέση τιμή ξεπέρασε για πρώτη φορά τα 6 ευρώ/κιλό, φθάνοντας 6,37 ευρώ/κιλό. Δηλαδή αυξημένη κατά 14,4% από το 2021 και κατά 18,2% από μέσο όρο πενταετίας.
Περισσότερα πλήρωσαν και οι Καναδοί τους «θησαυρούς» του ελληνικού αμπελώνα, με την μέση τιμή να φτάνει στα 5,3 ευρώ/κιλό αυξημένη κατά 0,73% από την προηγούμενη χρονιά και 9,2% από μέσο όρο πενταετίας. Ελαφρώς χαμηλότερα ωστόσο κινήθηκε η τιμή στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έπεσε στα 3,77 ευρώ/κιλό οριακά μειωμένη κατά 1,55% από το 2021, αλλά αυξημένη κατά 16% από τον μέσο όρο πενταετίας.
Έλληνες οινολόγοι, το δυνατό χαρτί του αμπελώνα
Οι Έλληνες οινοποιοί εμφανίζονται αισιόδοξοι για τη συνέχεια. Οι εξαγωγές, όπως λένε, συνεχίζουν με… φόρα και την φετινή χρονιά, βάζοντας την Ελλάδα δυναμικά στον παγκόσμιο οινικό χάρτη.
Καταλυτικό ρόλο έχει παίξει η διαδικασία της οινοποίησης, η οποία εδώ και μερικές δεκαετίες έχει περάσει σε… άλλο επίπεδο. Η νέα γενιά οινολόγων έχοντας τις απαραίτητες γνώσεις και το ανάλογο μεράκι μπορούν να παράγουν προϊόντα περιωπής. Ικανά να ανταγωνιστούν τις μεγάλες δυνάμεις του χώρου, τα γαλλικά και ιταλικά κρασιά, αξιοποιώντας στο έπακρο τα μοναδικά χαρακτηριστικά των ελληνικών ποικιλιών: το ασύρτικο, το μοσχοφίλερο, το αγιωργίτικο, την μαλαγουζιά, το ξινόμαυρο, το σαββατιανό, το βιδιανό, το αθήρι και άλλα.
Η έλλειψη ταλαντούχων οινολόγων ήταν για πολλούς και η… αχίλλειος πτέρνα του ελληνικού κρασιού. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές δυνάμεις, οι οποίες έδιναν έμφαση στο συγκεκριμένο τομέα για να αποκτήσουν προβάδισμα.
Οι νέοι… στο αμπέλι
Αυτό που γεμίζει με ακόμη μεγαλύτερη αισιοδοξία τον κλάδο, είναι η διάθεση από νέους ανθρώπους να ασχοληθούν με τον ελληνικό αμπελώνα. Την τελευταία δεκαετία έχουν διπλασιαστεί τα οινοποιεία ανά την χώρα και από 600 υπολογίζεται πως έχουν ανέλθει σε περίπου 1.200!
Οι αμπελουργικές ζώνες της χώρας, όπως της Νεμέας, του Αμύνταιου, της Σαντορίνης και της Νάουσας απέκτησαν νέες μονάδες που αξιοποιούν τις τοπικές και όχι μόνο ποικιλίες… Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό νούμερο δεδομένου ότι την περίοδο εκείνη η ελληνική οικονομία ήταν δέσμια μιας επώδυνης κρίσης. Από την άλλη πλευρά βέβαια, δεν λείπουν και οι μονάδες που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης, όπως η Tsantalis που σύμφωνα με πληροφορίες βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο…
Πηγή: ΟΤ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις