Επιτόκια: Μόνο το 6% των αυξήσεων από την ΕΚΤ περνά στους καταθέτες
Μεγάλη διαφορά μεταξύ δανείων και καταθέσεων στην Ελλάδα n Αποκαλυπτική η έκθεση της DBRS Morningstar για τις ευρωπαϊκές τράπεζες - Καταγράφονται σημαντικές μεταβολές από χώρα σε χώρα
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Ο Τραμπ διορίζει τον παραγωγό του «Apprentice», ως ειδικό απεσταλμένο στη Μεγάλη Βρετανία
Παρότι το μπαράζ των αυξήσεων των ευρω-επιτοκίων έχει πονέσει τους δανειολήπτες, με το άλμα του κόστους, η άνοδος δεν έχει περάσει και στις αποδόσεις των καταθέσεων, με το χάσμα μεταξύ δανείων και καταθέσεων να είναι σημαντικά μεγάλο στην Ελλάδα.
Εκθεση της DBRS Morningstar καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μόνο το 13% της αύξησης των επιτοκίων από την ΕΚΤ και τη διατραπεζική αγορά έχουν περάσει οι ευρωπαϊκές τράπεζες στα επιτόκια καταθέσεων. Από τότε που ξεκίνησε η ΕΚΤ τις αυξήσεις (Ιούλιος 2022) μέχρι τα τέλη Απριλίου, τα βασικά επιτόκια έχουν ανέβει κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες. Το διατραπεζικό επιτόκιο του ευρώ (euribor 12 μηνών), το οποίο επηρεάζεται από τις κινήσεις της ΕΚΤ, έχει αυξηθεί από τα τέλη του 2021 μέχρι τα τέλη Απριλίου κατά 4,25 μονάδες. Το επιτόκιο αυτό επηρεάζει το κόστος χρήματος για τις τράπεζες, δηλαδή είναι αυτό με το οποίο δανείζει η μία την άλλη.
Στις ελληνικές τράπεζες το μέρος της μεταβολής του επιτοκίου που μεταφέρεται στο επιτόκιο των καταθέσεων διαμορφώνεται μόλις στο 6% της αύξησης των ευρωεπιτοκίων μέχρι τα τέλη Απριλίου, τοποθετώντας την Ελλάδα στην 9η θέση ανάμεσα σε 13 χώρες. Πάντως η DBRS καταγράφει σημαντικές μεταβολές από χώρα σε χώρα, με τα ποσοστά των αυξήσεων που περνούν τελικά στα επιτόκια των καταθέσεων να κυμαίνονται μεταξύ 2% και 23%. Στη χαμηλότερη θέση βρίσκεται η Κύπρος, ενώ στην υψηλότερη η Γαλλία.
Η DBRS Morningstar σημειώνει ότι υπάρχουν διάφοροι παράγοντες, όπως είναι το είδος των καταθέσεων και η δομή χρηματοδότησης των τραπεζών. Ετσι, τα τραπεζικά συστήματα με υψηλές καταθέσεις, όπως το ελληνικό, τείνουν να αντιμετωπίζουν λιγότερες πιέσεις για να μετακυλήσουν την αύξηση των επιτοκίων στο κόστος των καταθέσεων.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, οι καταθέσεις είναι σχεδόν διπλάσιες από τα δάνεια, οπότε το μεγαλύτερο ποσοστό των χορηγήσεων χρηματοδοτείται από τις αποταμιεύσεις. Αντίθετα, στην ευρωζώνη ο λόγος δάνεια προς καταθέσεις είναι πάνω από 100%, που σημαίνει ότι οι τράπεζες δανείζονται από την αγορά για να δώσουν κι άλλα δάνεια. Συνεπώς, προχωρούν σε αυξήσεις επιτοκίων στις καταθέσεις για να αντλούν φθηνότερη ρευστότητα σε σύγκριση με το κόστος της αγοράς.
Ομως, στις αποφάσεις αυτές λαμβάνεται υπόψη η κατανομή των καταθέσεων σε πρώτης ζήτησης (Ταμιευτήριο, Οψεως) και σε προθεσμιακές. Τα υψηλότερα επιτόκια παρατηρούνται πανευρωπαϊκά (όπως και οι μεγαλύτερες διαφορές) στις προθεσμιακές καταθέσεις.
Στην Ελλάδα από τον Δεκέμβριο μέχρι σήμερα παρατηρήθηκε κίνηση κεφαλαίων προς τις προθεσμιακές καταθέσεις λόγω της αύξησης των επιτοκίων σε αυτούς τους λογαριασμούς και στη δημιουργία νέων προϊόντων. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος των καταθέσεων παραμένει στο Ταμιευτήριο και σε Οψεως. Πάντως, στα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποιούνται παρατηρείται σύγκλιση των επιτοκίων καταθέσεων προθεσμίας 1 έτους με εκείνα της ΕΕ.
Σύμφωνα με έρευνα της κεντρικής τράπεζας της Ισπανίας, οι σημαντικοί παράγοντες που εξηγούν τη διαφορά από χώρα σε χώρα στο ύψος των επιτοκίων και στο πώς περνούν οι αυξήσεις είναι το ύψος της πλεονάζουσας ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος και η συγκέντρωση της αγοράς. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει καταγράψει σε έκθεσή της ότι η μη μεταφορά των αυξήσεων στις αποδόσεις των καταθέσεων οφείλεται κυρίως στο ιδιαίτερα χαμηλό κόστος του συνόλου των καταθέσεων Ταμιευτηρίου και Οψεως που τιμολογούνται σε όλη την Ευρώπη πολύ χαμηλά – πρακτικά κοντά στο 0%.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις