Γιώργης Παυλόπουλος: Ανάμεσα στο φόβο της και τη λαγνεία του
Καθόλου δεν την ξάφνιαζε κάθε φορά που της ριχνόταν
Το άγαλμα και ο τεχνίτης
Σαν έκλεινε το μουσείο
αργά τη νύχτα η Δηιδάμεια
κατέβαινε από το αέτωμα.
Κουρασμένη από τους τουρίστες
έκανε το ζεστό λουτρό της και μετά
ώρα πολλή μπροστά στον καθρέφτη
χτένιζε τα χρυσά μαλλιά της.
Η ομορφιά της ήταν για πάντα
σταματημένη μες στο χρόνο.
Τότε τον έβλεπε πάλι εκεί
σε κάποια σκοτεινή γωνιά να την παραμονεύει.
Ερχόταν πίσω της αθόρυβα
της άρπαζε τη μέση και το στήθος
και μαγκώνοντας τα λαγόνια της
με το ένα του πόδι
έμπηγε τη δυνατή του φτέρνα
στο πλάι του εξαίσιου μηρού της.
Καθόλου δεν την ξάφνιαζε
κάθε φορά που της ριχνόταν.
Άλλωστε το περίμενε, το είχε συνηθίσει πια.
Αντιστεκόταν τάχα σπρώχνοντας
με τον αγκώνα το φιλήδονο κεφάλι του
και καθώς χανόταν όλη
μες στην αρπάγη του κορμιού του
τον ένιωθε να μεταμορφώνεται
σιγά σιγά σε κένταυρο.
Τώρα η αλογίσια οπλή του
την πόναγε κάπου εκεί
γλυκά στο κόκαλο
και τον ονειρευότανε παραδομένη
ανάμεσα στο φόβο της και τη λαγνεία του
να τη λαξεύει ακόμη.
*Από την ποιητική συλλογή του Γιώργη Παυλόπουλου Τα αντικλείδια (εκδόσεις Στιγμή, 1988).
Πηγή έμπνευσης για τον ποιητή είναι ένα γλυπτό σύμπλεγμα, μια λεπτομέρεια του δυτικού αετώματος του ναού του Διός στην Ολυμπία (έργο άγνωστου γλύπτη, που χρονολογείται στο α’ μισό του 5ου αιώνα π.Χ.), όπου εν γένει απεικονίζεται η φοβερή μάχη μεταξύ Λαπιθών και Κενταύρων.
Ο νεαρός βασιλιάς των Λαπιθών (θεσσαλικού λαού), ο Πειρίθους, είχε προσκαλέσει στο γάμο του με τη Δηιδάμεια το στενό του φίλο Θησέα και τους Κενταύρους. Κατά τη διάρκεια του γαμήλιου συμποσίου ο βασιλιάς των Κενταύρων, ο Ευρυτίων, μέθυσε και επιτέθηκε ερωτικά στη Δηιδάμεια. Στη σύγκρουση που ακολούθησε, γνωστή ως Κενταυρομαχία, οι Λαπίθες, με την πολύτιμη συνδρομή του θεού Απόλλωνος –προστάτη των αδικουμένων– και του Θησέως, επικράτησαν των Κενταύρων.
Το σύμπλεγμα που ενέπνευσε τον Παυλόπουλο είναι εκείνο όπου παριστάνονται ο Ευρυτίων και η Δηιδάμεια. Ο βασιλιάς των Κενταύρων αγκαλιάζει βίαια τη Λαπιθίδα, σπρωγμένος από την ακατανίκητη ερωτική επιθυμία του, το ζωώδες πάθος του.
Ο Γιώργης Παυλόπουλος γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας στις 22 Ιουνίου 1924 και απεβίωσε στην ίδια πόλη, στη γενέτειρά του, στις 26 Νοεμβρίου 2008.
Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα νεότατος, το 1940, με τη δημοσίευση δύο διηγημάτων του στην εφημερίδα Πατρίς του Πύργου.
Το πρώτο του ποίημα υπό τον τίτλο «Ο νεκρός Γ.Π.» πρωτοδημοσιεύτηκε το 1943 στο περιοδικό Οδυσσέας, που εξέδιδε ο ίδιος μαζί με φίλους του στον Πύργο.
Η πρώτη ολοκληρωμένη ποιητική συλλογή του, Το κατώγι (εκδόσεις Ερμής), εκδόθηκε το 1971.
Ακολούθησαν οι ποιητικές συλλογές Το σακί (εκδόσεις Κέδρος, 1980), Τα αντικλείδια (εκδόσεις Στιγμή, 1988), Τριαντατρία χαïκού (εκδόσεις Στιγμή, 1990), Λίγος Άμμος (εκδόσεις Νεφέλη, 1997), Πού είναι τα πουλιά (εκδόσεις Κέδρος, 2004), Να μη τους ξεχάσω (εκδόσεις Κέδρος, 2008).
Ποιήματα και κείμενα του Παυλόπουλου δημοσιεύτηκαν σε πολλά ελληνικά και ξένα λογοτεχνικά έντυπα και ανθολογίες.
- Ουγγαρία: Δίνει άσυλο σε πρώην υφυπουργό της Πολωνίας – Σε βάρος του ισχύει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα πρόσωπα κλειδιά για την προσέγγιση με τη Νέα Αριστερά – Μάχη Κωνσταντοπούλου – Κασσελάκη
- Η πρωινή άσκηση που διώχνει το άγχος
- Καιρός: Ραγδαία αλλαγή με ισχυρές καταιγίδες: Βροχές και στην Αττική – Πού θα έχουμε έντονα φαινόμενα
- Ερντογάν – Νετανιάχου «πολιορκούν» τη Συρία
- ΝΟΚ: Χτίζουν χωρίς πρόβλημα όσοι έχουν βγάλει άδεια