Foreign Policy: Οι ΗΠΑ «κυνηγάνε χίμαιρες» στη προσέγγιση με την Ινδία
«Κάτι έχουν οι πολύ μεγάλες χώρες που καθιστά σχεδόν μοιραία ακαταμάχητες τις ψευδαισθήσεις που δημιουργούνται γύρω από αυτές»
Στο αμερικανικό κόμικ Peanuts, ο πιτσιρικάς Τσάρλι παίρνει φόρα για να κλωτσήσει τη μπάλα, ώσπου η φίλη του Λούσι την αρπάζει και εκείνος «χτυπάει» αέρα και… πέφτει. Αυτό φαίνεται ότι θα συμβεί και στις σχέσεις ΗΠΑ-Ινδίας, σύμφωνα με τον Αμερικανό καθηγητή στο Κολούμπια Χάουαρντ Φρενς.
Ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη η επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι στις ΗΠΑ, όπου θα συναντηθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.
Πολλοί στη Δύση και ειδικά στις ΗΠΑ θεωρούν ότι η νέα υπερδύναμη των 1,425 κατοίκων θα λειτουργήσει ως αντίβαρο στην επικίνδυνη Κίνα.
Υπάρχει η πεποίθηση ότι η μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο, η Ινδία θα φτάσει με κάποιο τρόπο στον κοινό σκοπό με τη Δύση και θα ισορροπήσει μαζί έναντι του κινεζικού ανταγωνισμού.
Ακόμα όμως και αν η Ινδία δεν γίνει σιωπηρός -έστω- σύμμαχος της Δύσης, κάποιοι εξακολουθούν να αισιοδοξούν ότι ο αυξανόμενος πλούτος και η ισχύς της θα αποσπάσουν αρκετά την προσοχή της Κίνας ώστε να καταστήσει απαγορευτική την προοπτική σύγκρουσης με τις ΗΠΑ και τους πιο σαφείς εταίρους ασφαλείας της.
Εξάλλου, η πρόσφατη αμερικανική έγκριση σε ινδικές εταιρείες να κατασκευάσουν κινητήρες μαχητικών αεροσκαφών, η αγορά αμερικανικών αεροσκαφών Predator και άλλου εξοπλισμού και οι δηλώσεις Μόντι για «άνευ προηγουμένου εμπιστοσύνη» μεταξύ της κυβέρνησής του και της αμερικανικής τροφοδότησε την παραπάνω αισιοδοξία.
Θα την πατήσετε όπως στο κόμικ
Ωστόσο, ο πρώην ανταποκριτικής των New York Times και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κολούμπια Χάουρντ Φρενς, με ανάλυσή του στο Foreign Policy, κάνει λόγο για «χίμαιρες» και «αφέλεια» εκ μέρους της Ουάσιγκτον, όσον αφορά τις υψηλές της προσδοκίες από το Νέο Δελχί.
Τονίζει ότι οι αμερικανικές ανησυχίες για τη Κίνα δυσκολεύουν ιδιαίτερα τους Αμερικανούς ιθύνοντες να σκεφτούν προσεκτικά πριν εμπλακούν με την Ινδία.
«Αν μπορούσαν να κάνουν ένα βήμα πίσω και να αποκτήσουν μια πιο νηφάλια άποψη για τα πράγματα» λέει ο Φρενς, «θα συνειδητοποιούσαν ότι η Ινδία είναι σχεδόν το αντίστοιχο της σκηνής από το κόμικς Peanuts τη στιγμή που η Λούσι αρπάζει -επανειλημμένα- την τελευταία στιγμή τη μπάλα λίγο πριν τη κλωτσήσει ο δύστυχος Τσάρλι, δίχως να του έχει γίνει το πάθημα μάθημα.
Πως την πάτησε η Δύση με την Κίνα
Ο Αμερικανός υπενθυμίζει ότι το ίδιο συνέβη, με τη Κίνα, που για δεκαετίες υπήρχε μια διαδεδομένη ψευδαίσθηση στη Δύση ότι θα αντλούσε απεριόριστο πλούτο πουλώντας ένα προϊόντα –από πουκάμισα μέχρι αυτοκίνητα- σε κάθε Κινέζο καταναλωτή, επωφελούμενη από το άνοιγμα της χώρας στην ελεύθερη αγορά.
Μπορεί η Κίνα να ήταν ανοιχτή σε δυτικές επενδύσεις, ωφελώντας ξένες εταιρείες και ξένους καταναλωτές, αλλά το Πεκίνο λειτουργούσε όλο αυτό το διάστημα στις δικές του εγκαταστάσεις. «Αυτό σήμαινε αποκλεισμό πολλών τομέων της οικονομίας της από δυτικές εταιρείες, καθώς και αντιγραφή πολλών από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της Δύσης και αφήστε τις να λειτουργούν με υψηλά κέρδη ως εθνικοί πρωταθλητές της ίδιας της Κίνας, προστατευμένοι από ψηλά τείχη που κρατούσαν μακριά τον ανεπιθύμητο ξένο ανταγωνισμό». Αυτό μπορεί να συμβεί και με την αναπτυσσόμενη Ινδία.
Πολλοί πίστεψαν ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ότι η Ινδία θα εγκατέλειπε κάπως την αδέσμευτη πολιτική της (Κίνημα των Αδεσμεύτων). Για παράδειγμα, όπως αναφέρει ο Φρενς, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 προσφέρθηκε στον Ινδό πρωθυπουργό Μανμοχάν Σινγκ η πρωτοποριακή συνεργασία των ΗΠΑ για την κατασκευή μη στρατιωτικών πυρηνικών σταθμών.
«Οι Αμερικανοί επέτρεπαν να ονειρεύονται ότι η Ινδία θα μπορούσε να προσχωρήσουν στον συνασπισμό των ΗΠΑ, έστω σταδιακά, σε μια συμμαχία μεγάλων δημοκρατιών» λέει ο Φρενς υπενθυμίζοντας όμως ότι υπάρχουν μεγάλες και αυξανόμενες αιτίες ανησυχίας για την υγεία της Ινδίας ως δημοκρατίας.
«Το να τα παραμερίσουμε ή να επιτρέψουμε να μην αναφερθούν [τα ζητήματα δημοκρατίας] σε μια σύνοδο κορυφής [με την Ινδία] τώρα θα αποτελούσε μια επίδειξη κυνισμού εκ μέρους των ΗΠΑ» λέει ο Αμερικανός ακαδημαϊκός.
Μα γι’ αυτή την Ινδία μιλάτε;
Αυτό που ανησυχεί ακόμα τον Φρενς είναι ότι η ανάπτυξη της Ινδίας δεν είναι αυτή που φαίνεται. Το ΑΕΠ της εξακολουθεί να είναι περίπου μόνο το 1/6 από αυτό της Κίνας, παρόλο που ήταν περίπου ισοδύναμο στις αρχές της δεκαετίας του 1990. το 2019, το 10% του πληθυσμού της Ινδίας επιβίωνε κάτω από ένα όριο φτώχειας με εισόδημα 2,15 δολ. ημερησίως.
Αυτό σημαίνει ότι η Ινδία εξακολουθεί να έχει περισσότερους απελπιστικά φτωχούς από οποιαδήποτε αφρικανική χώρα, για παράδειγμα. Εν τω μεταξύ, περίπου το 1/4 του πληθυσμού παραμένει αναλφάβητο και πολλοί περισσότεροι είναι μόνο οριακά αλφάβητοι.
Επίσης, η συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια σε μόλις 23%, ελαφρώς περισσότερο από το 1/3 του επιπέδου που παρατηρείται στην Κίνα και σε πολλές δυτικές χώρες. Η εκβιομηχάνιση στην Ινδία, την οποία πολλοί οικονομολόγοι βλέπουν ως την πιο σίγουρη διέξοδο από τη φτώχεια, μπορεί να κορυφώθηκε το 2002.
Η φρικτή πραγματικότητα των ισχυρών
«Γιατί μια χώρα που παρουσιάζει ένα τέτοιο προφίλ να είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο; Οι ηγέτες της Ινδίας, παρόντες και μελλοντικοί, θα πρέπει να κληθούν να το δικαιολογήσουν» λέει ο Αμερικανός αναλυτής.
Μπορεί ένα μέρος της απάντησης να είναι η Κίνα –κάτι το οποίο επιδιώκει η Δύση- αλλά ο άλλος λόγος ενίσχυσης του ινδικού οπλοστασίου είναι το γειτονικό Πακιστάν. Η οικονομική υγεία αυτής της χώρας και η ευημερία των πολιτών της είναι ακόμη πιο επισφαλείς από της Ινδίας, και όμως, επίσης, ξοδεύει τεράστια ποσά για τον στρατό της.
Η Ινδία και το Πακιστάν -δύο πυρηνικές χώρες- δεν απολάμβαναν αληθινή και σταθερή ειρήνη μεταξύ τους από τότε που ανεξαρτητοποιήθηκαν από τη Βρετανία το 1947.
«Ποιες όμως μεγάλες δυνάμεις -οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, ή οι Ευρωπαίοι- είναι αυτές που θα επενδύσουν στη διπλωματία τους σε υψηλό επίπεδο για να βοηθήσουν να διευθετηθούν οριστικά οι διαφορές που διχάζουν αυτούς τους αντιπάλους της Νότιας Ασίας σχετικά με το Κασμίρ και άλλα ζητήματα; Το γεγονός ότι δεν μπορούμε να δείξουμε κανέναν, αποκαλύπτει τη φρικτή πραγματικότητα του ίδιου του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων: Σπάνια πρόκειται για το κοινό καλό» καταλήγει ο Φρενς.
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Ο Φουκώ διαβάζει Χέγκελ
- Βατικανό: Μπορείτε να περιηγηθείτε ψηφιακά στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου χάρη στην τεχνητή νοημοσύνη