Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Προφορικός λόγος και γραφή στους Κλασικούς Χρόνους (Μέρος Α’)
Δυσχερής παραμένει ο ακριβής καθορισμός του βαθμού διεισδύσεως της γραφής στις ποικίλες εκφάνσεις του ελληνικού πολιτισμού και εν γένει του ελληνικού βίου κατά τους Κλασικούς Χρόνους
Ένα ενδιαφέρον ζήτημα που αξίζει να προσεγγίσουμε στο σημείο αυτό είναι ο βαθμός στον οποίον επηρεάστηκε ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Ελλήνων από το γραπτό λόγο στους πρώτους αιώνες που ακολούθησαν μετά την εισαγωγή του αλφαβήτου στον ελλαδικό χώρο – θυμίζουμε ότι η υιοθέτηση του φοινικικού αλφαβήτου από τους Έλληνες τοποθετείται βάσει των διαθέσιμων ενδείξεων στα τέλη του 9ου ή στο α’ μισό του 8ου αιώνα π.Χ.
Εν πρώτοις, πρέπει να επισημάνουμε κάτι που έχουμε αναφέρει και σε παλαιότερο άρθρο μας, ότι η ελληνική αλφαβητική γραφή χρησιμοποιήθηκε από τον πρώτο καιρό για πρακτικές λειτουργίες της καθημερινής ζωής (ανταλλαγή μηνυμάτων, τήρηση λογαριασμών και αρχείων, δήλωση κτήσης αντικειμένων, μνημειακές επιγραφές), ενώ ποτέ δεν έγινε αποκλειστική δεξιότητα ή δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο μιας κάστας γραφέων.
Ωστόσο, καθ’ όλη τη διάρκεια των Αρχαϊκών Χρόνων κυρίαρχος στον καθημερινό βίο υπήρξε ο προφορικός λόγος και όχι ο γραπτός. Με άλλα λόγια, η ελληνική κοινωνία της Αρχαϊκής Εποχής ήταν κατ’ αρχήν προφορική, και στους κόλπους της επικρατούσαν οι προφορικές παραδόσεις και η προφορική απαγγελία της ποίησης, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου αυτή ήταν ήδη καταγεγραμμένη.
Οι συνθήκες αυτές μεταβλήθηκαν ουσιωδώς κατά τους Κλασικούς Χρόνους, όταν σε πολλές ελληνικές πόλεις-κράτη επικράτησαν τα γραπτά κείμενα, προπάντων στο πεδίο της νομοθεσίας. Τα σκήπτρα στο γραπτό πολιτισμό των Κλασικών Χρόνων κρατούσε αναμφίβολα η πόλη-κράτος των Αθηνών, όπου η αύξηση των γραπτών καταχωρίσεων, των δημόσιων αλλά και των ιδιωτικών επιγραφών, υπήρξε εντυπωσιακή.
Τούτων δοθέντων, και μολονότι γνωρίζουμε ότι ουκ ολίγα δημιουργικά πνεύματα –ποιητές όπως ο Πίνδαρος, φιλόσοφοι και ιστορικοί– αποδέχτηκαν με προθυμία την καταγραφή των έργων τους σε κείμενα, παραμένει δυσχερής ο ακριβής καθορισμός του βαθμού διεισδύσεως της γραφής στις ποικίλες εκφάνσεις του ελληνικού πολιτισμού και εν γένει του ελληνικού βίου κατά τους Κλασικούς Χρόνους. Οι διιστάμενες απόψεις σχετικά με την αξία των γραπτών κειμένων υποδηλώνουν την πολυπλοκότητα της σχέσης ανάμεσα στον προφορικό λόγο και τη γραφή στην υπό εξέταση περίοδο. Χαρακτηριστική εν προκειμένω είναι η στάση του Πλάτωνος –μιας σημαίνουσας προσωπικότητας της Κλασικής Εποχής– απέναντι στο γραπτό λόγο.
Ο Πλάτων αντιμετώπιζε με μεγάλη δυσπιστία –θα μπορούσε να ειπωθεί και επικριτικά– τη γραφή, καθώς τη θεωρούσε απλή απομίμηση του προφορικού λόγου, ένα είδωλο της γνώσης και όχι πραγματική, γνήσια γνώση. Στο Φαίδρο ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι το γράψιμο μοιάζει με τη ζωγραφική: και οι γραμμένοι λόγοι και τα ζωγραφικά έργα στέκονται μπροστά σου σαν να είναι ζωντανά, σαν να μιλούν, αν όμως τα ρωτήσεις κάτι για εκείνα που λένε, επειδή θέλεις να το καταλάβεις, στην ουσία σιωπούν, αδυνατούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, καθώς δηλώνουν ένα μονάχα πράγμα, το ίδιο πάντοτε. Εάν επιθυμεί κανείς να φθάσει στην απόκτηση της αληθινής γνώσης, είναι υποχρεωμένος να συνομιλήσει προσωπικά με το δημιουργό, με το συγγραφέα. Η γραφή, πάντα κατά τον Πλάτωνα, είναι απλώς το φάρμακο για να ξαναφέρνεις κάτι στη θύμηση, ένα μνημονικό μέσο στην υπηρεσία των κατόχων της γνώσης και μόνο: οι γραμμένοι λόγοι δεν είναι κάτι πιο πολύ από το να ξαναθυμίζουν τα πράγματα που λένε τα γραπτά σε εκείνον που τα ξέρει (μτφρ Ιωάννης Ν. Θεοδωρακόπουλος).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις