Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024
weather-icon 21o
ps. post
scriptum

Οι γνωστοί «γνωστοί» έσπασαν πάλι την απεργία της ΕΣΗΕΑ

Μάριος Χάκκας: Έξω από την ασφάλεια του συμβατικού

Μάριος Χάκκας: Έξω από την ασφάλεια του συμβατικού

Η ζωή δεν είναι να συνάπτεις νικηφόρες μάχες

Στις 5 Ιουλίου 1972 έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 41 μόλις ετών, ο αξιόλογος λογοτέχνης Μάριος Χάκκας.

Ο γεννημένος στη Μακρακώμη της Φθιώτιδας Χάκκας καθιερώθηκε ως δημιουργός με τη συλλογή διηγημάτων «Ο Μπιντές και άλλες ιστορίες» (1970), ένα είδος θραυσματικής αυτοβιογραφίας του συγγραφέα, που σε αρκετά σημεία φλερτάρει με τον υπερρεαλισμό.

Όπως έπραξαν και άλλοι αριστεροί συγγραφείς της ίδιας εποχής (Τσίρκας, Αλεξάνδρου κ.ά.), ο Χάκκας άσκησε με τα γραπτά του κριτική όχι στον πυρήνα της μαρξιστικής θεωρίας, αλλά στο δογματισμό των στελεχών και του κομματικού μηχανισμού.

Λίγες ημέρες μετά το θάνατο του Χάκκα, στις 29 Ιουλίου 1972, φιλοξενήθηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» μία επιφυλλίδα του σπουδαίου κριτικού και ιστορικού της λογοτεχνίας Αλέξανδρου Αργυρίου που ήταν αφιερωμένη στον προσφάτως εκλιπόντα λογοτέχνη.

Στο εν λόγω κείμενό του, που έφερε τον τίτλο «Νέκυια», ο Αργυρίου έγραφε τα εξής:

Η περίπτωση του πεζογράφου Μάριου Χάκκα είναι τραγικά εντυπωσιακή. Πέθανε πριν συμπληρώσει τα 41 του χρόνια, όταν έφτανε σε μια συγγραφική ωριμότητα από την οποία δεν αποκομίσαμε παρά τους πρώτους καρπούς. Κι’ έζησε τα τελευταία τέσσερα χρόνια της ζωής του, υποπτευόμενος τα δύο πρώτα, βέβαιος τα δύο άλλα ότι θα πεθάνει από καρκίνο. Αλλά δεν ήταν η αίσθηση του εγγίζοντος θανάτου που τον ωρίμασε. Είχε αρχίσει λίγο πριν να καταλήγει στους προσωπικούς του εκφραστικούς τρόπους. (Εκείνη δηλαδή την έκφραση η οποία, επειδή αντιστοιχεί στο μηχανισμό της λογικής του, στην ανθρώπινή του ιδιαιτερότητα, αποδίδει όλο τον ψυχισμό του υποκειμένου της. Τούτο δεν σημαίνει πάντοτε αρτίωση. Σημαίνει όμως σωστή προϋπόθεση για έργο γνήσιο). Έτσι ο Χάκκας μπήκε στην τελευταία φάση της ζωής του έτοιμος να την αντιμετωπίσει με τα ασθενή και αμφίβολα όπλα ενός συγγραφέα που είχε ήδη συνείδηση της φθοράς, του μάταιου και της εύθραυστης ανθρώπινης υπόστασης. Το άνοιγμα αυτό προς το θάνατο υπαγόρευε στη βασικά τίμια γραφή του ένα πρόσθετο φορτίο ειλικρίνειας, και ενίσχυε την τάση για κατάδυση κάτω από την επιφάνεια.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.7.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η σχέση της ζωής ενός συγγραφέα με το έργο του (τουλάχιστον για μια κατηγορία δημιουργημάτων με σαφή αυτοβιογραφική βάση) είναι φανερή και η εξέτασή της δίνει συχνά ερμηνευτικά κλειδιά. Ο Μ. Χάκκας άρχισε να γράφει, συστηματικά πια, σχετικά μεγάλος, μετά τα τριάντα του χρόνια. Αυτό δείχνει ότι πιέστηκε να εκφραστεί από «πράγματα» που σωρεύτηκαν μέσα του. Συνέπειές του ήταν μια σχετική δυσκαμψία στα κείμενά του και η απουσία σχεδόν φιλολογικότητας. Πέρασε τα χρόνια της γερμανικής κατοχής, δεκάχρονο παιδί, στους δρόμους μιας φλεγόμενης (πολύτροπα) Καισαριανής, και αναπτύχθηκε στην εφηβεία του τη δραματική περίοδο ’46-’49. Ό,τι πίστεψε λοιπόν δεν του ήρθε από ζύμωση θεωρητική, αλλά από αίσθηση ζωής και από παρατήρηση. Τέτοια υλικά συγκρότησαν τον κόσμο του, διαμόρφωσαν τις ευαισθησίες του, τον σταύρωσαν. Όμως και δεν τον περιχαράκωσαν σε βαθμό που να χάσει την ικανότητά του να βλέπει ταυτόχρονα και τις δύο όψεις του νομίσματος.

Μολαταύτα, λίγα χρόνια αργότερα η πληρωμή θα είναι σκληρή. Μερικά του διηγήματα συνοψίζουν τη στιφή γεύση τεσσάρων χρόνων φυλακής (’54-’58). Τέσσερα χρόνια για μας τους απ’ έξω ταυτίζονται με ένα αφηρημένο αριθμητικό νούμερο. Για να υποπτευθούμε λίγο τη διάρκεια και το νόημα, ας το κάνομε μήνες, ημέρες, ώρες, μέσα, έστω, σ’ ένα δωμάτιο, όχι κελί — είναι πολύ βάναυσο· θα πιτσιλιστούμε. Κατοχικές εμπειρίες, φυλακές, στρατός, με ιδιαίτερη μεταχείριση, αρρώστια, είναι το δίχτυ που αναρριχάται η μνήμη του Χάκκα. Επιχειρώντας να διασώσει τη ζωή, που γνώρισε και υπέστη, από τις φθορές, τις καταστροφές, τις μεταμορφώσεις, τις αλλοιώσεις και τις αναθεωρήσεις, έγραψε κουβαλώντας ένα αίσθημα ανασφάλειας. Η έντονη αίσθηση τού μη πάγιου συγκρότησε την κεντρική του αντίληψη για τα φαινόμενα της ζωής και αποτέλεσε την ειδοποιό του διαφορά ως συγγραφέα.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.7.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τι είχε να κομίσει από τους αγαθούς πόρους της ζωής; Οι παιδικές μνήμες; Εφιαλτικές. Οι εφηβικές; Μέσα σε κινδύνους και θανατικά. Την αρχή μιας ανδρικής ηλικίας που δεν έκανε άλλο παρά να «πληρώνει» με την αξιοπρέπεια του ιδιώτη μια συλλογική υποτίθεται ευθύνη. Τι διασώζονταν μετά τους κατακλυσμούς; Οι «αρχές»; Μετά τόσες προσχώσεις η αναζήτηση της αυθεντικότητάς τους φαινόταν μάταιη. Διασώζονταν μόνο τα τραύματά τους, τα οποία συνθέτουν τα ηθικά του υπόβαθμα.

Η λογοτεχνική ανάπτυξη του Χάκκα κρατήθηκε πάνω σ’ αυτή τη γραμμή. Στον πρώτο του τόμο με διηγήματα που εξέδωσε το 1966, με τον τίτλο «Τυφεκιοφόρος του εχθρού» […], η αξία του φανερώνεται από την ικανότητά του να αποθησαυρίζει από τα γεγονότα όχι τις ακραίες αλλά τις καίριες πλευρές τους. Δεν κυνηγά το εντυπωσιακό. Παρατηρεί και επισημαίνει ό,τι λανθάνει στο περιθώριο, όταν οι φακοί ήταν στραμμένοι σε πιο «ενεργά» περιστατικά. Η τάση του αυτή, από τις πρώτες συγγραφικές του δοκιμές, να αποφύγει το «εξέχον» για χάρη του «καθημερινού», έδειχνε τις ροπές ενός πνεύματος για να βγει από την ασφάλεια του συμβατικού. Αυτό ήταν ήδη μια προσωπική όραση.

Ο επόμενος τόμος που τυπώθηκε τέλος του ’70, με τον τίτλο «Μπιντές», μολονότι χαρακτηρίζεται «διηγήματα», ξέφευγε πραγματικά από το είδος. Εδώ πια ο Χάκκας παύει να διαπλάθει μύθους, να απομονώνει επεισόδια και να τα αρχιτεκτονεί, έτσι που η ιστορία να διακινείται ομαλά, πάνω σε μία καμπύλη με αρχή, μέση και τέλος. Το γράψιμό του είναι αυθαίρετο, η συνέχεια του χρόνου καταλύεται και το αυτοβιογραφικό στοιχείο προσκομίζεται ανακατεμένο με κρίσεις, συλλογισμούς και συμπεράσματα. Τα κείμενα αυτά ιχνηλατούν το χώρο μιας αθηναϊκής συνοικίας, όπως μεταβλήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, μπαίνοντας στο παιχνίδι μιας «καταναλωτικής» κοινωνίας, επιδρώντας και νοθεύοντας το ανθρώπινο τοπίο. Ο «Μπιντές» γίνεται το σύμβολο αυτής της αγοραπωλησίας. Με αυτόν εξαργυρώνεται η υποταγή της. Κι’ όμως ο «μικρόκοσμος» του Χάκκα, που κυνηγάει τις «ευκαιρίες» και αναζητά εφήμερες διαφυγές, δεν αντιμετωπίζεται παρά με καλωσύνη, εκείνη που σταλάζει από πικρία και κατανόηση. Η σάτιρα τού πηγαίνει. Δεν θα του πήγαινε η διακωμώδηση.

Είναι δύσκολο να διαχωρίσεις στον τελευταίο τόμο του Χάκκα («Το κοινόβιο») το βιωματικό υλικό από το επινοημένο. Σε μια πιο προσεκτική εξέταση διαπιστώνεις ότι το μη πραγματικό, το φανταστικό, δεν είναι παρά η θολή αίσθηση της πραγματικότητας μέσα από τους νοσοκομειακούς κλιβάνους, όταν οι μηχανές αναστατώνουν τον οργανισμό για να τον «θεραπεύσουν». […] Η κόλαση μπαίνει μέσα στις διαστάσεις της καθημερινής ζωής και συμβαδίζει. Στα τρία εκτενή κομμάτια του τόμου είναι εντυπωσιακή η σχέση του αναμενόμενου θανάτου με τη γραφή τους και με τη θεματολογία τους. Το πρώτο κείμενο που γράφει κάτω από αυτή τη σκιά («Το κοινόβιο»), ως πρώτη αντίδραση, επιχειρεί να διασώσει ένα ανθρώπινο περιβάλλον με το οποίο εκφράζονται οι «φιλοδοξίες» της ζωής, τα «μεράκια», μέσα σ’ ένα τοπίο αυθεντικότητας, μακρυά από την τύρβη της πολιτείας και τις διαβρώσεις της. Είναι ίσως το πιο άρτιο κείμενό του, όπου οι μεταβάσεις του από τη μια στην επόμενη κατάσταση έχουν άμεση οργανικότητα και πείθουν παρ’ όλα τα συνειρμικά τους άλματα. Στα υπόγεια στρώματά της η διήγησή του ποτίζεται από μια διακριτική αγωνία να υπερβεί το θάνατο των πεπραγμένων. Να μην ορφανέψουν τα πράγματα που είδε, που σημαίνει να ταφούν οριστικά. Οικείες καταστάσεις φορτίζουν το λόγο του με θερμό ανθρώπινο ρεύμα. Έτσι ο συγγραφέας αυτός βρίσκει για λογαριασμό του, αυθεντικά, το ρυθμό ενός «εσωτερικού μονόλογου». Πιστεύω ότι το «Κοινόβιο» είναι υψηλό κατόρθωμα της ελληνικής πεζογραφίας.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.7.1972, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το επόμενο, πιθανώς, κομμάτι που γράφει, το «Ένοχος ενοχής», είναι γραμμένο με λιγότερη ψυχραιμία, αλλά παρουσιάζει ενδιαφέρον άλλης κατηγορίας. Σαν απολογία ζωής, ανακεφαλαίωσή της, στα σημαντικά, μπροστά στις πύλες του Άδη. Η απολογία όμως εκμαιεύεται. Έτσι η υπόθεση μοιάζει να παίζεται ανάμεσα στην ψυχαναλυτική πολυθρόνα και το ανακριτικό γραφείο. Η αναζήτηση της «αλήθειας» ακολουθεί μια μεθοδολογία καθιερωμένης αποτελεσματικότητας, με την ετυμηγορία προεξοφλημένη, παρά την «ουδετερότητα» των ανακριτών. Ένας άδης φτιαγμένος «κατ’ εικόνα». Φυσικό, αφού είναι ίδια η δικαιοσύνη. Πίσω από τη σκηνοθεσία του συγγραφέα που επικαλείται «δικαιοσύνη», υπάρχει η πραγματική απόφαση: τίμημα θάνατος. Αλλά για ποιο λόγο τόσο σκληρό τίμημα;

Ολισθαίνοντας προς το θάνατο γράφει «Τα τελευταία μου» (η φράση με την έννοια: οι τελευταίες μου στιγμές), όπου φαντάζεται σαν θεατής τον ίδιο του το θάνατο μέχρι και την ταφή του. Χώρος ο πιο στενός του περίγυρος. Ατμόσφαιρα πιο παιδεμένη από την αρρώστια. Πιο έκδηλες οι επιρροές της ως προς το αγχώδες κλίμα της. Απ’ όπου και κάποιες αιτιάσεις του για όσους του ματαίωσαν κάτι ακόμη να έχει κάνει, κάποιες μικρές χαρές να μην έχει στερηθεί. Μα όλα αυτά καμωμένα, κατά βάθος, σαν μια παράταση επαφής με τους ανθρώπους, σαν κλέψιμο στιγμών από το θάνατο.

«Κι’ άλλωστε η ζωή δεν είναι να συνάπτεις νικηφόρες μάχες» όπως έλεγε σ’ ένα από τα λίγα ποιήματα που έγραψε.

Must in

Η Generation Rent ασφυκτιά – Το 60% του μισθού για ένα τριάρι

H γενιά των ενοικιαστών ή Generation Rent, αναγκάζεται να πληρώνει ως και το 60% ενός μέσου μισθού για όλο και πιο μικρά διαμερίσματα. Ο ένας στους τέσσερις δυσκολεύεται να πληρώσει το νοίκι.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024