Ήταν 11 Ιουλίου του 1995, όταν στην Σρεμπρένιτσα της Βοσνίας, συντελέστηκε μία από τις χειρότερες σφαγές που διαπράχθηκε στην Ευρώπη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκείνη την ημέρα οι δυνάμεις των Σερβοβόσνιων, υπό τις διαταγές του στρατηγού Ράτκο Μλάντιτς και την κάλυψη του  Ράντοβαν Κάρατζιτς και του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, σφάγιασαν 8.000 άμαχους μουσουλμάνων σε μία περιοχή που κυριαρχούσε το σερβικό στοιχείο.

Μετά από χρόνια φυγοδικίας, ο Ράτκο Μλάντιτς και ο πολιτικός του προϊστάμενος Ράντοβαν Κάρατζιτς συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, ενώ ο μέντοράς τους Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς δεν βρίσκεται πια στη ζωή. Μόνο δύο χαμηλόβαθμοι σερβοβόσνιοι αξιωματικοί έχουν καταδικασθεί σε ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης γι’ αυτό το διαρκές έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.

Ο ρόλος του ΟΗΕ και η εμπλοκή της Ελλάδας

Ύστερα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο χαρακτήρισε γενοκτονία την σφαγή στην Σρεμπρένιτσα. Πέρα όμως από την απόφαση του δικαστηρίου, η σφαγή έγινε σύμβολο ντροπής για την διεθνή κοινότητα, καθώς συνέβη σε μία πόλη που ήταν υπό την προστασία του ΟΗΕ. Οι 100 Ολλανδοί κυανόκρανοι που βρίσκονταν στην περιοχή αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, ενώ η βοήθεια του ΟΗΕ ήρθε μετά το τέλος της σφαγής.

Βάσεις της μελέτης του ολλανδικού ινστιτούτου, στην σφαγή πήραν μέρος και 12 Έλληνες που άνηκαν στην Ελληνική Φρουρά Εθελοντών, είτε ως μέλη της νεοναζιστικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» ή μισθοφόροι. Μάλιστα, ο Ράτκο Μλάντιτς τους ζήτησε να υψώσουν την ελληνική σημαία στην καθημαγμένη Σρεμπρένιτσα, ενώ ο Ράντοβαν Κάρατζιτς τους παρασημοφόρησε. Αν και το θέμα είχε μείνει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, τελικά το επανάφερε στο προσκήνιο το 2005, ο ανεξάρτητος βουλευτής Ανδρέας Ανδιανόπουλος με επερώτηση στην Βουλή. Μετά την ερώτηση αυτή, ο υπουργός δικαιοσύνης, κ. Παπαληγούρας, διέταξε έρευνα.

Η πτώση της Σρεμπρένιτσα σήμανε και την αντίστροφη μέτρηση στη βοσνιακή σύγκρουση. Η ταπείνωση των δυνάμεων του ΟΗΕ ανάγκασε τη διεθνή κοινότητα να πάρει σκληρά μέτρα και να βομβαρδίσει σερβοβοσνιακές περιοχές. Ακολούθησε η συνθήκη του Ντέιτον, που έφερε την ηρεμία, αλλά δεν έλυσε το βοσνιακό ζήτημα. Η πολυπολιτισμική Βοσνία χωρίσθηκε σε κροατομουσουλμανικό και σερβοβοσνιακό τομέα και ακόμη και σήμερα χρειάζεται τις οικονομικές ενέσεις της διεθνούς κοινότητας για να διατηρήσει τη βιωσιμότητά της.

Οι 51 καταδίκες για γενοκτονία

Συνολικά 51 καταδίκες, οι 20 για γενοκτονία, εκδόθηκαν από τη διεθνή δικαιοσύνη και δικαστήρια στην Βοσνία και την Σερβία. Ο πρώην πολιτικός ηγέτης των Σέρβων της Βοσνίας Ράντοβαν Κάρατζιτς –ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματούχος που αναγκάστηκε να λογοδοτήσει μετά τον θάνατο, κατά τη διάρκεια της δίκης του, του Σέρβου πρώην προέδρου Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς το 2006– καταδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό το 2019 σε ισόβια κάθειρξη από το αρμόδιο διεθνές δικαστήριο.

Το 2017 η διεθνής δικαιοσύνη είχε ήδη καταδικάσει σε ισόβια τον Μλάντιτς. Αυτός αναμένεται να δικαστεί σε δεύτερο βαθμό από τον Μηχανισμό για τα Διεθνή Ποινικά Δικαστήρια που πήρε την σκυτάλη από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία μετά το κλείσιμό του την ίδια χρονιά.

Το χρονικό της σφαγής

Από το 1971, οι Μουσουλμάνοι αντιπροσώπευαν τη μεγαλύτερη ενιαία ομάδα του πληθυσμού της Βοσνίας. Μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες πολλοί Σέρβοι και Κροάτες μετανάστευσαν και σε μία απογραφή του πληθυσμού, το 1991, από τα 4 εκατ. Πληθυσμού, το 44% ήταν Βόσνιοι, το 31% Σέρβοι και το 17% Κροάτες.

Οι εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στα τέλη του 1990, οδήγησαν σε διάσπαση της κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ των κομμάτων που εκπροσωπούσαν τις τρεις εθνότητες. Την ώρα που αυξάνονταν οι εντάσεις, ο Σερβοβόσνιος ηγέτης Ράντοβαν Κάραζιτς και το Σερβικό Δημοκρατικό Κόμμα του παραιτήθηκε από την κυβέρνηση και δημιούργησε τη «Σερβική Εθνική Συνέλευση».

Την πρώτη Μαρτίου 1992 στην Βοσνία διεξάγεται δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της από τη Γιουγκοσλαβία (29 Φεβρουαρίου και 1 Μαρτίου του 1992). Στις 3 Μαρτίου ο Πρόεδρος Ιζετμπέκοβιτς διακηρύσσει την ανεξαρτησία της Βοσνίας. Μη επιθυμώντας την ανεξαρτησία της Βοσνίας, οι Σέρβοι της Βοσνίας, ήθελαν να είναι μέρος ενός κυρίαρχου σερβικού κράτους στα Βαλκάνια, μια «Μεγάλη Σερβία», την οποία οι Σέρβοι αυτονομιστές οραματίζονταν από καιρό.

Στις αρχές Μαΐου του 1992, δύο ημέρες μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Βοσνίας από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (προδρόμου της Ευρωπαϊκής Ένωσης), σερβοβοσνιακές δυνάμεις, με την υποστήριξη του Μιλόσεβιτς και τον γιουγκοσλαβικό (κυριαρχούμενο από Σέρβους) στρατό εξαπέλυσαν επίθεσή, βομβαρδίζοντας την πρωτεύουσα της Βοσνίας, το Σεράγεβο.

Επιτέθηκαν σε πόλεις με μεγάλο πληθυσμό Βοσνίων, όπως τις Zvonik, Foca και Visegrad, ενώ ακολούθησε η βίαιη εκδίωξη Βοσνίων πολιτών από την περιοχή, διαδικασία που αργότερα χαρακτηρίστηκε ως εθνοκάθαρση. Αν και οι κυβερνητικές δυνάμεις της Βοσνίας προσπάθησαν να αμυνθούν, κάποιες φορές με τη βοήθεια του κροατικού στρατού, οι σερβοβοσνιακές δυνάμεις είχαν τον έλεγχο σχεδόν των 3/4 της χώρας στο τέλος του 1993.

Οι περισσότεροι Κροατοβόσνιοι είχαν εγκαταλείψει τη χώρα ενώ ένας σημαντικός αριθμός Βοσνίων παρέμενε σε μικρότερες πόλεις. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), αρνήθηκε να παρέμβει στη σύγκρουση στη Βοσνία, αλλά μια εκστρατεία από τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παρείχε ανθρωπιστική βοήθεια στα θύματα του πολέμου που είχαν εκτοπιστεί και τραυματιστεί ή υποσιτίζονταν.

Τι συνέβη στην Σρεμπρένιτσα

Μέχρι το καλοκαίρι του 1995, τρεις πόλεις στην ανατολική Βοσνία, η Σρεμπρένιτσα, η Ζέπα και η Gorazde παρέμεναν υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης της Βοσνίας. Ο ΟΗΕ είχε κηρύξει αυτά τα περίκλειστα εδάφη ως «ασφαλή καταφύγια», το 1993, ώστε να είναι αφοπλισμένα να προστατεύονται από διεθνείς ειρηνευτικές δυνάμεις.

Ωστόσο, στις 11 Ιουλίου, ο σερβοβοσνιακός στρατός υπό τον στρατηγό Ράτκο Μλάντιτς εισήλθε στην κωμόπολη της Νότιας Βοσνίας και ύστερα από μικρή αντίσταση την κατέλαβε. Στη συνέχεια, σερβικές δυνάμεις χώρισαν τους Βόσνιους στη Σρεμπρένιτσα, βάζοντας τις γυναίκες και τα κορίτσια σε λεωφορεία και στέλνοντάς τους σε βοσνιακό έδαφος.

Μερικές από τις γυναίκες αυτές έπεσαν θύματα βιασμού ή σεξουαλικής επίθεσης, ενώ οι άντρες και τα αγόρια που παρέμειναν πίσω εκτελέστηκαν αμέσως ή μεταφέρθηκαν σε χώρους μαζικής θανάτωσης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στη Σρεμπρενίτσα  σκοτώθηκαν περίπου 7.000 με 8.000 άνθρωποι από τις σερβικές δυνάμεις.


Ποια ήταν η στάση της Ελλάδας απέναντι στον Βοσνιακό πόλεμο

Η Ελλάδα συμφωνούσε με τις απόψεις των Σερβοβόσνιων, οι οποίοι ανέφεραν πως οι Βόσνιοι δεν αποτελούσαν έθνος, άλλα δεν είχαν δικαίωμα σε κράτος. Μάλιστα, το 1994 ο Θεόδωρος Πάγκαλος είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Δεν υπάρχει βοσνιακό έθνος». «Δεν υπάρχει βοσνιακό έθνος» δήλωνε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος το 1994.

«Και χωρίς έθνος δεν μπορεί να υπάρξει κράτος». […] «Πραγματικά ήσαν αφελέστατοι» έλεγε το 1993 «και έχουν τεράστια ευθύνη για την απελπισία που ακολούθησε όσοι φαντάστηκαν ότι μια ευκαιριακή πλειοψηφία 45% ή λιγότερο θα μπορούσε να γίνει ανεκτή από τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Είναι σαν να μην γνώριζαν τι σημαίνει Ισλάμ στα Βαλκάνια».

Βέβαια, δεν ήταν μόνο το ΠΑΣΟΚ που είχε την συγκεκριμένη πολιτική άποψη. Όταν ο Ντόμπριτσα Κόσιτς, πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας επισκέφθηκε την Ελλάδα, ήταν πολύ ενθουσιασμένος που γνώρισε μετά τις συναντήσεις που είχε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Και οι δύο ηγέτες, είπε στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, «στέκονται στο πλευρό μας και υποστηρίζουν τον αγώνα μας. Είμαστε φίλοι και αδέλφια τόσο στη θρησκεία όσο και στο πεδίο των μαχών».