Αλτουσέρ: ιστορία, φιλοσοφία και πολιτική
Μια νέα έκδοση βιβλίου του Λουί Αλτουσέρ υπογραμμίζει τον βαθιά πολιτικό χαρακτήρα της σκέψης του
- Σοκ στην Πάρο: Άγρια επίθεση ανήλικων με μαχαίρι σε βάρος δύο ανδρών
- «Υπάρχει θέμα» με το «De Grece» – Πυρά κομμάτων με το επίθετο που διάλεξαν οι Γλύξμπουργκ
- Βίντεο ντοκουμέντο λίγο μετά τη δολοφονία της Ράνιας στην Κρήτη - «Σκότωσα τον πατέρα μου» έλεγε ο δράστης
- «Συνεργαζόταν με Τούρκους για να με σκοτώσουν» - 10 μέρες σχεδίαζε τη δολοφονία του 52χρονου ο δράστης
Στον Λουί Αλτουσέρ πάντα άρεσαν οι πολεμικές. Ως προς αυτό ήταν ένας μάλλον κλασσικός μαρξιστής, καθώς ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας του μαρξισμού αποτελείται από κείμενα πολεμικής, ξεκινώντας βέβαια από τις εξαιρετικά πολεμικές τοποθετήσεις των ίδιων των Μαρξ και Ένγκελς. Βιβλία όπως η Αγία Οικογένεια, η Αθλιότητα της φιλοσοφίας, το Αντι-Ντύριγκ ή χειρόγραφα όπως η Γερμανική Ιδεολογία, ήταν κατά βάση κείμενα πολεμικής.
Βέβαια στην περίπτωση του Αλτουσέρ το ζήτημα είχε να κάνει και με τις πολεμικές που προκάλεσε το δικό του έργο. Μας ακούγεται ίσως παράξενο σήμερα, όπου θεωρία και πολιτική δεν συναντιούνται τόσο, όμως το 1966 το δεύτερο μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα της Δύσης, διοργάνωσε ειδική σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής του στην Αρζαντέιγ για να συζητήσει ζητήματα θεωρίας και φιλοσοφίας με τη κύρια «πέτρα του σκανδάλου» να είναι ο θόρυβος που είχαν προκαλέσει οι φιλοσοφικές παρεμβάσεις του Λουί Αλτουσέρ.
Αυτό δεν ήταν καθόλου παράλογο γιατί ανάμεσα στο 1960 και το 1965, ο Λουί Αλτουσέρ θα γράψει μια σειρά άρθρα (που θα συναποτελέσουν το βιβλίο του Για τον Μαρξ – στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εκτός Γραμμής σε μετάφραση Τάσου Μπέτζελου) και θα συντονίσει έναν συλλογικό τόμο (το Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο), που πρότειναν μια ανάγνωση του Μαρξ σε σύγκρουση με αυτό που παρουσιαζόταν τότε ως μαρξιστική ορθοδοξία.
Ο πυρήνας της τοποθέτησης του Αλτουσέρ ήταν το έργο του ώριμου Μαρξ και άρα αυτό που θα λέγαμε μαρξιστική θεωρία ήταν το προϊόν μιας επιστημολογικής τομής με άλλες θεωρητικές ιδεολογίες και παραδόσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στην τομή με αυτό που ο Αλτουσέρ όριζε ως «θεωρητικό ανθρωπισμό» και με μια εγελιανή σύλληψη της διαλεκτικής. Αυτή η υπεράσπιση της θεωρητικής πρωτοτυπίας του μαρξισμού δεν αμφισβητούσε μόνο ένα «αφήγημα» που ήθελε τον μαρξισμό να είναι απλώς μια υλιστική εκδοχή (μια ανεστραμμένη μορφή) του γερμανικού ιδεαλισμού αλλά και τον τρόπο μια ανθρωπιστική εκδοχή μαρξισμού παρουσιαζόταν ως απάντηση στη σταλινική βαναυσότητα.
Όλα αυτά μπορούν να εξηγήσουν την ένταση των πολεμικών, ιδίως από τη στιγμή που οι απόψεις του Αλτουσέρ είχαν μια ευρύτερη απήχηση, ιδίως από τη στιγμή που συνέπιπταν με μια πραγματική έκρηξη στις επιστήμες του ανθρώπου και τις κοινωνικές επιστήμες που αναζητούσε νέους τρόπους προσδιορισμού της επιστημονικότητας.
Η Απάντηση στον Τζων Λιούις
Τμήμα αυτών των πολεμικών ήταν και το άρθρο του Βρετανού μαρξιστή Τζων Λιούις που δημοσιεύτηκε στο θεωρητικό περιοδικό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας και προκάλεσε την ανταπάντηση του Αλτουσέρ, αρχικά με τη μορφή άρθρου και μετά με τη μορφή βιβλίου. Το βιβλίο αυτό του 1973, η Απάντηση στον Τζων Λιούις. Για την ιστορία, την πάλη των τάξεων και τη φιλοσοφία, κυκλοφόρησε πρόσφατα ξανά στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Εκτός Γραμμής, σε νέα υποδειγματική μετάφραση του Τάσου Μπέτζελου.
Βεβαίως το βιβλίο αυτό δεν είναι απλώς μια απάντηση στον Τζων Λιούις. Είναι κατά βάση μια ευκαιρία για τον Αλτουσέρ να μιλήσει για σχέση ανάμεσα σε ιστορία, πάλη των τάξεων και φιλοσοφία. Μάλιστα, όταν γράφει αυτό το κείμενο ο Αλτουσέρ έχει κάνει και τη δική του αυτοκριτική για αυτό που όρισε ως τον «θεωρητικισμό» του, που συγκεφαλαιωνόταν στην αντίληψη ότι μπορούσε να υπάρξει μια μαρξιστική φιλοσοφία που να αποτελεί τη «Θεωρία της θεωρητικής πρακτικής», ένα είδος επιστημονικής φιλοσοφίας που θα έδινε τα κριτήρια εγκυρότητας και επιστημονικότητας των υπολοίπων επιστημών.
Αντιθέτως, τώρα ο Αλτουσέρ έχει μετατοπιστεί σε έναν διαφορετικό ορισμό της φιλοσοφίας, σύμφωνα με τον οποίο η φιλοσοφία δεν έχει ένα επιστημονικό αντικείμενο, με τον τρόπο των επιστημών, ούτε παράγει κάποια γνώση ή κάποιες φιλοσοφικές αλήθειες. Αυτό που κάνει η φιλοσοφία είναι να παρεμβαίνει μέσα στο αντιφατικό πλαίσιο που διαμορφώνει η συνάντηση ανάμεσα σε επιστήμη, ιδεολογία και κοινωνία, μετατοπίζοντας τον συσχετισμό είτε προς πιο ιδεαλιστικές/ιδεολογικές είτε προς υλιστικές/επιστημονικές θέσεις. Στην τελική διατύπωση αυτού του ορισμού, που τον συναντάμε στην Απάντηση στον Τζων Λιούις,- η «φιλοσοφία είναι, σε τελική ανάλυση, πάλη των τάξεων στη θεωρία.
Ο Αλτουσέρ καταρχάς συγκρούεται με την υπεράσπιση του θεωρητικού ανθρωπισμού από τον Τζων Λιούις, δηλαδή την αντίληψη ότι υπάρχει μια αφηρημένη ανθρώπινη υπόσταση που καθορίζει την ιστορική εξέλιξη. Αντιθέτως, κατά τον Αλτουσέρ «οι μάζες κάνουν την ιστορία» και «η πάλη των τάξεων είναι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας». Με αυτόν τον τρόπο ο Αλτουσέρ θέλει να δώσει έμφαση στην καθοριστική προτεραιότητα του κοινωνικού ανταγωνισμού μέσα σε κοινωνίες που καθορίζονται από εκμεταλλευτικούς τρόπους παραγωγής που ορίζουν το πλαίσιο συγκρουσιακών κοινωνικών σχέσεων. Για τον Αλτουσέρ αυτή η αποφυγή ενός «φετιχισμού του ανθρώπου» είναι ο μόνος τρόπος για να δούμε τους «πραγματικούς ανθρώπους» πώς μπορούν να απελευθερωθούν από την εκμετάλλευση.
Ακριβώς σε αυτή τη βάση ο Αλτουσέρ υπερασπίζεται την ανάγκη υλιστικών φιλοσοφικών θέσεων που να είναι υπέρ της παραγωγής νέων εννοιών και νέων επιστημονικών γνώσεων και για την ιστορία και άρα για την ταξική πάλη και ειδικότερα την πάλη της εργατικής τάξης στον ορίζοντα του κομμουνισμού μέσα από μια «νέα πρακτική της πολιτικής».
Η προσπάθεια αριστερής κριτικής στον σταλινισμό
Υπερασπιζόμενος την τομή ανάμεσα στον ώριμο Μαρξ και τον νεαρό Μαρξ και τις φιλοσοφικές του επιρροές, όπως τον Χέγκελ αλλά και τον «θεωρητικό αντιανθρωπισμό» ο Αλτουσέρ προσπαθεί να οριοθετηθεί και από την επίσημη γραμμή του τότε κομμουνιστικού κινήματος. Για τον Αλτουσέρ η απάντηση κριτική που ασκήθηκε στον Στάλιν μετά το 1956 και το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ ήταν μια ελλιπής και μερική κριτική που επικέντρωσε στις παραβιάσεις της «σοσιαλιστικής νομιμότητας» και την «προσωπολατρία», χωρίς να κάνει μια πιο βαθιά κριτική που να αφορά τις σχέσεις παραγωγής και τις μορφές της ταξικής πάλη στην ΕΣΣΔ.
Γι’ αυτό και ο Αλτουσέρ θεωρεί ότι η έννοια της «προσωπολατρίας» είναι μια εξαιρετικά ανεπαρκής έννοια για να περιγράψει τα προβλήματα της σταλινικής περιόδου. Αντιθέτως, αυτό που θεωρεί αναγκαίο είναι μια αριστερή κριτική στον σταλινισμό που να προσπαθεί να δει πώς διαμορφώθηκε ένα ορισμένος συσχετισμός στην πάλη των τάξεων – που κατά τον Αλτουσέρ συνεχίζεται και εντός της «σοσιαλιστικής οικοδόμησης». Μάλιστα, εκτιμά ότι το πρόβλημα ήταν ακριβώς η κυριαρχία μιας «οικονομίστικής» ιδεολογίας, που υποτιμούσε την επενέργεια και δραστικότητα των ταξικών συγκρούσεων και η οποία όχι μόνο αποτύπωνε την επίδραση της αστικής ιδεολογίας αλλά είχε ως συμπλήρωμα την ανθρωπιστική ιδεολογία. Με αυτή την έννοια η «σταλινική παρέκκλιση» δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί με όρους «κριτικής στην προσωπολατρία» και για τον Αλτουσέρ αυτό εξηγεί την επιβίωση του πυρήνα της σταλινικής πολιτικής στο κομμουνιστικό κίνημα ακόμη και μετά την επίσημη καταδίκη της «προσωπολατρίας».
Ιστορία και πάλη των τάξεων
Βεβαίως την ίδια στιγμή στο στόχαστρο του Αλτουσέρ δεν είναι μόνο οι τοποθετήσεις του Τζων Λιούις, ούτε μόνο ο περιορισμός της κριτικής στον σταλινισμό στα ζητήματα της «προσωπολατρίας» και της «παραβίασης της σοσιαλιστικής νομιμότητας», αλλά ο Ζαν Πωλ Σαρτρ. Ούτως ή άλλως ένα μεγάλο μέρος της γαλλικής φιλοσοφικής συζήτησης της δεκαετίας του 1960 είναι και ένας διάλογος με τον Σαρτρ, που με την Κριτική του Διαλεκτικού Λόγου το 1960 είχε παρουσιάσει μια ιδιαίτερα περίπλοκη και απαιτητική φιλοσοφική σύνθεση με αφετηρία έναν «ανθρωπιστικό» μαρξισμό και μια προσπάθεια για μια θεωρία της ανθρώπινης κοινωνικής πράξης. Γι’ αυτό ο Αλτουσέρ ολοκληρώνει το βιβλίο με μια αναφορά στην φιλοσοφική κατηγορία που είχε διατυπώσει για την ιστορία ως «διαδικασία χωρίς Υποκείμενο και Τέλος/Τελικούς Σκοπούς». Με αυτή την κατηγορία προσπαθεί να χαράξει μια διαχωριστική γραμμή με μια αντίληψη της ιστορίας όπου οι άνθρωποι αποτελούν ένα Υποκείμενο, θέση που για τον Αλτουσέρ παραπέμπει περισσότερο στον Καντ παρά στον μαρξισμό. Αντιθέτως, ο Αλτουσέρ επιμένει ότι «ιστορία είναι πράγματι μια «διαδικασία χωρίς Υποκείμενο και Τέλος / Τελικούς Σκοπούς», της οποίας οι δεδομένες περιστάσεις, όπου «οι άνθρωποι» δρουν ως υποκείμενα υπό τον καθορισμό κοινωνικών σχέσεων, είναι το προϊόν της ταξικής πάλης. Συνεπώς, η ιστορία δεν έχει Υποκείμενο, με τη φιλοσοφική σημασία του όρου, αλλά κινητήρια δύναμη: την πάλη των τάξεων».
Και αυτό δείχνει ότι οι παρεμβάσεις του Αλτουσέρ παρά την ιδιαίτερη φιλοσοφική τους φόρτιση – συμπεριλαμβανομένου του αντίστοιχου λεξιλογίου και τρόπου γραφής – δεν παύουν να είναι σε τελική ανάλυση πολιτικές παρεμβάσεις, αναμετρήσεις με κρίσιμα στρατηγικά πολιτικά ερωτήματα και προσπάθειες ώστε η φιλοσοφία και η θεωρία να συναντηθούν με την ίδια τη δράση των μεγάλων κοινωνικών κινημάτων, ακριβώς δηλαδή τις κοινωνικές δυναμικές που μπορούν, έστω και αστάθμητα, να ενεργοποιήσουν διεργασίες πραγματικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις