Νίκος Καρούζος: Και μη χειρότερα…
Ο τόπος αυτός δεν είχε ποτέ σωστή και δημιουργική εκπαίδευση
Ο Νίκος Καρούζος του Δημήτρη και της Κωνσταντίνας, το γένος Πιτσάκη, γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 17 Ιουλίου 1926.
Ο πατέρας του, δάσκαλος στρατευμένος στο ΕΑΜ, υπέστη διώξεις μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Η μητέρα του ήταν κόρη ιερωμένου και δασκάλου.
Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων ο Καρούζος έδρασε μέσα από τις τάξεις της ΕΠΟΝ. Οι σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών δεν έμελλε να περατωθούν εξαιτίας της πολιτικής του δράσης και της απορρόφησής του από την ποιητική δημιουργία.
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ο Καρούζος εξορίστηκε στην Ικαρία (1947). Το 1951 κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στη Μακρόνησο, απ’ όπου πήρε απολυτήριο το 1953, έχοντας υποστεί νευρικό κλονισμό.
«ΤΑ ΝΕΑ», 23.9.1980, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Καρούζος νυμφεύτηκε δύο φορές, το 1955 τη Μαρία Δαράκη, με την οποία έζησε μαζί λίγους μόλις μήνες, και το 1963 τη Μαίρη Μεϊμαράκη (χώρισαν το 1980). Από το 1981 έως το τέλος της ζωής του σύντροφός του ήταν η ζωγράφος Εύα Μπέη.
Ο Καρούζος πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη εμφάνισή του στο χώρο των γραμμάτων το 1949, με τη δημοσίευση του ποιήματός του «Σίμων ο Κυρηναίος» στο περιοδικό Ο Αιώνας μας. Η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Η επιστροφή του Χριστού» εκδόθηκε το 1954.
Στους λογοτεχνικούς κύκλους έγινε ευρύτερα γνωστός τη δεκαετία του ’60 με τις συλλογές «Η έλαφος των άστρων» (1962), «Ο υπνόσακκος» (1964) και «Πενθήματα» (1969).
Ο Καρούζος συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέα Εστία, Αθηναϊκά Γράμματα, Ευθύνη, Σπείρα, Τραμ, Τομές, Το Δέντρο, Η λέξη κ.ά.
Τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1962) και το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1988).
Ο Νίκος Καρούζος απεβίωσε στην Αθήνα στις 28 Σεπτεμβρίου 1990, έχοντας αντιμετωπίσει επί μακρόν σοβαρά προβλήματα υγείας.
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1980 δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα» η απάντηση που είχε δώσει ο Νίκος Καρούζος σε ερώτημα που του είχε υποβάλει ο δημοσιογράφος Γιώργος Πηλιχός (1929-2003) αναφορικά με την κουλτούρα των Ελληνίδων και των Ελλήνων της εποχής εκείνης, την εν γένει πνευματική καλλιέργειά τους.
Το ακριβές ερώτημα που είχε απευθύνει ο Πηλιχός στον Καρούζο, στο πλαίσιο της έρευνας που είχαν πραγματοποιήσει «Τα Νέα» με αφορμή τις πρόσφατες τότε διακρίσεις ελλήνων πνευματικών ανθρώπων και καλλιτεχνών, ήταν το εξής:
«Νόμπελ, Βραβεία Λένιν, Χρυσούς Λέοντες και Χρυσές Άρκτους και άλλα διεθνή βραβεία παίρνουμε, έχουμε όμως και κουλτούρα αντίστοιχη, δηλαδή πνευματική καλλιέργεια της βάσης, ή, παρά τα βραβεία, στην ουσία πλέουμε στην αγραμματοσύνη και την πολιτιστική υπανάπτυξη; Αν συμβαίνει να μας λείπει η γενικότερη πνευματική καλλιέργεια, πώς μπορεί να εξηγηθεί το φαινόμενο, πού εντοπίζονται οι ευθύνες, πώς πρέπει ν’ αντιδράσουμε;»
Ο Καρούζος είχε απαντήσει ως ακολούθως:
Η Ελλάδα βγάζει πάντα καλλιτέχνες κι ανάμεσά τους ορισμένοι είναι μεγάλης κλάσεως, αλλά πράγματι η χώρα σαν σύνολο δεν έχει κουλτούρα, δηλαδή έναν καλό μέσο όρο μορφωτικής συγκρότησης του λαού της. Αυτό συμβαίνει γιατί ο τόπος αυτός δεν είχε ποτέ σωστή και δημιουργική εκπαίδευση. Κι αυτό γιατί δεν υπήρξαν ποτέ σταθερότητες ζωής και συναρθρωμένης πραγματικότητας του τόπου. Από τότε που έγινε «ανεξάρτητο» κράτος, η Ελλάδα ζει με πανικούς. Πότε υπερισχύει ο πολιτικός πανικός (κάποια δικτατορία που θα εφορμήσει για να τα κάνει όλα λίμπα), πότε ο οικονομικός πανικός (μια κατάρρευση της οικονομίας που θα μας εκμηδενίσει), πότε όλα τα κακά μαζί. Τέτοια υπήρξε ως τα σήμερα η ιστορία της «ανεξάρτητης» Ελλάδας.
Αν προσθέσουμε κάτι εμφύλιους πολέμους, και τη διαμάχη καθαρεύουσας και δημοτικής, συμπληρώνεται πρεπόντως η εικόνα που εξηγεί την απογοητευτική έλλειψη κουλτούρας στον παράξενο τόπο μας. Κι έτσι παρουσιάζονται φαινόμενα ως εξής: Όταν ο Παλαμάς έγινε γενικός γραμματέας στο Πανεπιστήμιο, ακριβώς επειδή ήτανε ποιητής, ο τότε πρύτανις (το αναφέρει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος) να του συστήνει να σταματήσει τους στίχους! Όταν ο Γιαννούλης Χαλεπάς τιμήθηκε με το Αριστείο της Ακαδημίας, αυτό δεν εμπόδισε την Πολιτεία να τον αφήσει να ζητιανεύει στο χωριό του στην Τήνο. Όταν ο Ανδρέας Εμπειρίκος εισηγήθηκε τον υπερρεαλισμό στην Ελλάδα, έγινε στόχος γενικής χλεύης, κι αν δεν είχε, όπως ο ίδιος μου είχε εκμυστηρευτεί κάποτε, την εκ τύχης θωράκιση μιας κοινωνικής και οικονομικής επιφάνειας, θα τον έκλειναν σε κανένα τρελλοκομείο. Ας μην ξεχνούμε ότι τότε η Ελλάδα αντιμετώπιζε τον «Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό» του Μεταξά και του Μανιαδάκη και δεν πολυαστειευότανε… Θα πείτε, αυτά γινόντουσαν τότε. Δυστυχώς, παρά τα Νόμπελ, παρά τα Λένιν, παρά τα βενετσιάνικα Λιοντάρια, γίνονται και σήμερα. Το φετεινό καλοκαίρι, που ήμουνα στο Ναύπλιο, διάβασα σε μια τοπική εφημερίδα εντός χτυπητού πλαισίου το ερώτημα: «Ποιος επέτρεψε το ανέβασμα των ανθελληνικών Τρωάδων»; Εδώ είναι που λένε: Και μη χειρότερα…
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις