Ο Ερντογάν προστρέχει στις χώρες του Κόλπου ζητώντας βοήθεια για τα ελλείμματα του προϋπολογισμού
Αντιμέτωπος με τα μεγάλα ελλείμματα του τουρκικού προϋπολογισμού, ο Ερντογάν ελπίζει στη βοήθεια των χωρών του Περσικού Κόλπου
Η περιοδεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις χώρες της αραβικής χερσονήσου που ξεκίνησε στις 17 Ιουλίου στη Σαουδική Αραβία και θα συνεχιστεί στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ δεν έχει να κάνει μόνο με την πάγια προσπάθειά του, ιδίως τα τελευταία χρόνια, να «επισκευάσει» τις σχέσεις του με χώρες με τις οποίες στο παρελθόν είχε έρθει σε αντιπαράθεση, π.χ. όταν η υπόθεση της δολοφονίας του Τζαμάλ Κασόγκι μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη είχε οδηγήσει σε ρήξη τις σχέσεις των δύο χωρών. Έχει να κάνει και με τις μεγάλες επενδύσεις που έχει ανάγκη η τουρκική οικονομία αλλά και την προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα ελλείμματα που αντιμετωπίζουν τα δημόσια οικονομικά της Τουρκίας.
Άλλωστε, τη σημασία των οικονομικών σχέσεων με τις χώρες του Κόλπου υπογράμμισε και ο ίδιος ο Ερντογάν κατά την αναχώρησή του από την Τουρκία, όταν δήλωσε ότι το διμερές εμπόδιο αυξήθηκε από το 1,6 δισεκατομμύριο δολάρια σε περίπου 22 δισεκατομμύρια μέσα σε είκοσι χρόνια.
Τα μεγάλα τουρκικά ελλείμματα
Ένας από τους μεγαλύτερους μετεκλογικούς πονοκεφάλους του Ερντογάν είναι το έλλειμμα του προϋπολογισμού. Την ώρα που αναμένεται ότι στο τέλος της χρονιάς το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα φτάσει το 10% του ΑΕΠ, η τουρκική εθνοσυνέλευση ενέκρινε έναν συμπληρωματικό προϋπολογισμό που επιτρέπει τη δαπάνη επιπλέον 1,1 τρισεκατομμυρίου λιρών, δηλαδή 42 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τα ελλείμματα συνδέονται και με τον τρόπο που η τουρκική κυβέρνηση έχει αποφύγει να πάρει μέτρα με έντονο αντιπληθωριστικό χαρακτήρα. Μπορεί να διέκοψε την πολιτική της μείωσης των επιτοκίων εν μέσω εκτινασσόμενου πληθωρισμού ή να προχώρησε και σε κάποιες αυξήσεις επιτοκίων, όμως έχει αποφύγει να πάρει αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση ενός πληθωρισμού που τρέχει με 38,2%, με τις τιμές να αυξάνουν 4% μόνο τον Ιούνιο.
Και ο λόγος των ταλαντεύσεων της τουρκικής κυβέρνησης είναι ότι υπάρχουν μπροστά και οι τοπικές εκλογές του 2024 και η κυβέρνηση δεν θέλει να πάρει μέτρα όπως μεγάλη μείωση της δημόσιας δαπάνης και σημαντικές αυξήσεις των επιτοκίων.
Το αρχικό σχέδιο του προϋπολογισμού περιλάμβανε δαπάνη 4,5 τρισεκατομμυρίων λιρών (172 δισεκατομμυρίων δολαρίων) και ένα έλλειμμα 661 δισεκατομμυρίων λιρών (25.3 δισεκατομμυρίων δολαρίων). Ωστόσο, ήδη οι καταστροφικοί σεισμοί του Φεβρουαρίου σήμαιναν σημαντικές απαιτήσεις δημόσιας δαπάνης, καθώς οι σεισμοί επηρέασαν την κατάσταση 13,5 εκατομμυρίων ανθρώπων (15,7% του πληθυσμού της χώρας) σε περιοχές της Τουρκίας όπου παράγεται το 9% του ΑΕΠ της Τουρκίας.
Η προεκλογική εκστρατεία επίσης ήταν μια παράμετρος που σήμαινε αύξηση των δημοσίων δαπανών και κατ’ επέκταση και των ελλειμμάτων.
Ήδη τους πρώτους πέντε μήνες της χρονιάς το έλλειμμα του προϋπολογισμού εκτινάχθηκε στα 236,6 δισεκατομμύρια λίρες (10,21 δισεκατομμύρια δολάρια), ενώ πέρσι στην αντίστοιχη περίοδο ήταν 124,6 δισεκατομμύρια λίρες (4,78 δισεκατομμύρια δολάρια).
Πίεση στον προϋπολογισμό δημιούργησε και η υποχώρηση της τουρκικής λίρας που συνεχίστηκε τους τελευταίους μήνες. Και αυτό γιατί ένα από τα μέτρα που έχει πάρει η τουρκική κυβέρνηση για να απαντήσει στον κίνδυνο μιας δολαριοποίησης της τουρκικής οικονομίας έδωσε κίνητρο στους πολίτες να κάνουν καταθέσεις σε λίρες με το κράτος να αποζημιώνει τους καταθέτες για την επιπλέον απώλεια αξίας που είχαν οι καταθέσεις τους. Πλέον, το κόστος αυτό θα το αναλάβει πλέον η κεντρική τράπεζα ώστε κάπως να απαλλαγεί ο προϋπολογισμός.
Ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός δεν επαρκεί για να καλύψει όλες τις ανάγκες. Η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει ανάγκη άλλα 2 τρισεκατομμύρια λίρες (76 δισεκατομμύρια δολάρια). Μόνο που με βάση την τουρκική νομοθεσίας κάθε συμπληρωματικός προϋπολογισμός απαιτεί και ανάλογα αύξηση των δημοσίων εσόδων.
Γι’ αυτόν τον λόγο και η κυβέρνηση αποφάσισε να περιορίσει τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό στο 1,1 τρισεκατομμύριο λίρες (42 δισεκατομμύρια δολάρια) και ελπίζει ότι θα καταφέρει να καλύψει τα υπολειπόμενα 794 δισεκατομμύρια λίρες (30 δισεκατομμύρια δολάρια) μέσα από τον δανεισμό.
Παράλληλα, τουρκική κυβέρνηση αύξησε κάποιος φόρους, όπως τον ΦΠΑ σε κάποια προϊόντα, το κόστος κάποιων διοικητικών πράξεων, ενώ αύξησε και σημαντικά και το τέλος για τη δήλωση κινητών τηλεφώνων που αγοράστηκαν στο εξωτερικό.
Η ελπίδα για επενδύσεις από τον Περσικό
Εκτός, όμως, από το έλλειμμα του προϋπολογισμού, τον Ερντογάν ανησυχεί και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, καθώς η χώρα εξακολουθεί να έχει πολύ μεγάλες εισαγωγές που δεν καλύπτονται από τις εξαγωγές εμπορευμάτων και τον τουρισμό.
Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία πρέπει να προσελκύσει επενδύσεις και ξένα κεφάλαια. Αυτό εξηγεί και τις τοποθετήσεις στις θέσεις του υπουργού Οικονομικών και της επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, που προσπάθησαν να στείλουν το μήνυμα μιας πολύ πιο ευνοϊκής συνθήκης για τα δυτικά κεφάλαια. Ωστόσο οι επενδυτές από τη Δύση αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη προς το παρόν την τουρκική οικονομία.
Εξ ου και η μεγάλη έμφαση στις χώρες του Κόλπου. Γι’ αυτό και της επίσκεψης του Ερντογάν προηγήθηκαν συζητήσεις που είχε τις περασμένες εβδομάδες ο Μεχμέτ Σίμσεκ, υπουργός Οικονομικών. Σκοπός της τουρκικής κυβέρνησης είναι να εξασφαλίσει επενδύσεις ύψους 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων και ο Ερντογάν θα κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει το ενδεχόμενο μιας επιδείνωσης της οικονομικής κρίσης της χώρας του.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις