«Δεν χρειάζεται να λεηλατήσεις το βασίλειο του αντιπάλου… αρκεί να τον νικήσεις»: Ο χάκερ Κέβιν Μίτνικ πέθανε στα 59 του
Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει την υπόθεσή του ως μια περίπτωση... απλής περιέργειας
- ΣΥΡΙΖΑ: Το πρώτο debate υποψηφίων προέδρων – Κάλεσμα συμμετοχής από την Κουμουνδούρου – Στο ίδιο κάδρο αποστάτες – διαπλοκή
- Γιατί εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο σταμάτησαν να αγοράζουν είδη πολυτελείας;
- Πότε θα καταβληθεί το έκτακτο επίδομα Χριστουγέννων και τα ποσά που θα λάβουν οι δικαιούχοι
- Ισόβια και επιπλέον κάθειρξη 15 ετών στους δολοφόνους της 41χρονης εγκύου
Εμμονικός, έξυπνος, ντροπαλός αλλά την ίδια στιγμή πειραχτήρι και πάνω από όλα απειλητικός σε αβέβαιο βαθμό.
Ο Κέβιν Μίτνικ ο μεγαλύτερος χάκερ όλων των εποχών άφησε την τελευταία του πνοή στα 59 του χρόνια.
Η Kathy Wattman, εκπρόσωπος της εταιρείας κυβερνοασφάλειας «KnowBe4» που ανήκε εν μέρει στον Μίτνικ, είπε ότι η αιτία ήταν ο καρκίνος στο πάγκρεας.
Το 1995 οι New York Times τον περιέγραψαν ως τον «πιο περιζήτητο χάκερ του έθνους». Σημειώνεται πως ήταν φυγάς για περισσότερα από δύο χρόνια.
Καταζητήθηκε επειδή απέκτησε παράνομη πρόσβαση σε περίπου 20.000 αριθμούς πιστωτικών καρτών, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που ανήκαν σε μεγιστάνες της Silicon Valley.
Τελικά, συνελήφθη και πέρασε πέντε χρόνια στη φυλακή. Ωστόσο, δεν προέκυψαν στοιχεία ότι χρησιμοποίησε τα αρχεία που είχε κλέψει για οικονομικό όφελος.
Αργότερα θα υπερασπιζόταν τις δραστηριότητές του ως υψηλών διακυβεύσεων αλλά, στο τέλος, ως μια ακίνδυνη μορφή παιχνιδιού.
«Όποιος λατρεύει να παίζει σκάκι ξέρει ότι αρκεί να νικήσεις τον αντίπαλό σου», έγραψε σε ένα απομνημόνευμά του 2011, με τίτλο «Ghost in the Wires».
«Δεν χρειάζεται να λεηλατήσεις το βασίλειό του ή να αρπάξεις τα περιουσιακά του στοιχεία για να αξίζει τον κόπο» σημειώνει χαρακτηριστικά.
Την εποχή της σύλληψης του Μίτνικ, τον Φεβρουάριο του 1995, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές έκαναν τα πρώτα τους βήματα στην αγορά. Τα Windows 95 δεν είχαν ακόμη κυκλοφορήσει.
Η υπόθεσή του οδήγησε σε μια ανησυχητική διεθνή συζήτηση όχι μόνο για το hacking, αλλά και για το ίδιο το Διαδίκτυο.
Τα «εγκλήματα» του Μίτνικ
Τα πιο εντυπωσιακά «εγκλήματα» του Μίτνικ ήταν οι προσπάθειές του να αποφύγει τη σύλληψη από τις Αρχές.
Το 1993 απέκτησε τον έλεγχο των τηλεφωνικών συστημάτων στην Καλιφόρνια που του επέτρεψαν να παρακολουθεί τους πράκτορες του F.B.I. που τον καταδίωκαν και εμπόδιζε τις προσπάθειές τους να τον εντοπίσουν.
Κάποια στιγμή έκαναν έφοδο σε ένα σπίτι εκτιμώντας πως ήταν η οικεία του Μίτνικ, αλλά βρήκαν εκεί έναν μετανάστη από τη Μέση Ανατολή να παρακολουθεί τηλεόραση.
Σε μια άλλη περίπτωση, χρησιμοποιώντας έναν ραδιοσαρωτή και λογισμικό, ο Μίτνικ ανακάλυψε ότι το F.B.I. πλησίαζε τα ίχνη του. Έφυγε από το διαμέρισμά του και όταν έφτασαν οι αρχές, βρήκαν ένα κουτί με ντόνατς να τους περιμένει.
Μπήκε σε μπελάδες την ημέρα των Χριστουγέννων του 1994, όταν απέκτησε πρόσβαση στα email ενός συναδέρφου του επίσης χάκερ ονόματι Tsutomu Shimomura και τον κορόιδεψε.
Όταν έμαθε για την επίθεση, ο Shimomura ανέβαλε ένα ταξίδι στο οποίο βρισκόταν και προσφέρθηκε εθελοντικά να βοηθήσει στον εντοπισμό του καταζητούμενου συναδέρφου του.
Ακολούθησε αυτό που οι New York Times αποκαλούσαν τότε «μονομαχία του δικτύου».
Ο Shimomura μιλώντας στην εφημερίδα είχε χαρακτηρίσει τις πράξεις του Μίτνικ ως «απαράδεκτες».
Ο ίδιος μέσω ενός λογισμικού που είχε σχεδιάσει προχώρησε στον εντοπισμό του συναδέρφου του.
Η στιγμή της καταδίκης
Το 1998 την ώρα που ο Μίτνικ περίμενε την καταδίκη του, μια ομάδα υποστηρικτών του είχε καταλάβει τον ιστότοπο των New York Times για αρκετές ώρες αναγκάζοντάς το να κλείσει.
Ο Μίτνικ κατέληξε σε συμφωνίες επίκλησης το 1996 και το 1999, οι οποίες περιελάμβαναν την παραδοχή της ενοχής του για απάτη μέσω υπολογιστή.
Αποφυλακίστηκε το 2000 με την προϋπόθεση ότι δεν θα χρησιμοποιούσε υπολογιστή ή κινητό τηλέφωνο για τρία χρόνια.
«Η υπόθεσή μου είναι μια περίπτωση περιέργειας»
Μετά την έξοδο από τη φυλακή, ο κ. Μίτνικ διάβασε μια δήλωση μέσω της οποίας θέλησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του.
«Τα εγκλήματά μου ήταν απλά εγκλήματα παραβίασης», είπε. «Η υπόθεση μου είναι μια περίπτωση περιέργειας».
Ο Κέβιν Ντέιβιντ Μίτνικ γεννήθηκε στο Λος Άντζελες στις 6 Αυγούστου 1963. Οι γονείς του, Alan Mitnick και Shelly Jaffee, χώρισαν όταν ήταν 3 ετών και τον μεγάλωσε η μητέρα του, η οποία εργαζόταν ως σερβιτόρα.
Στο γυμνάσιο ανέπτυξε μια εμμονή με την εσωτερική λειτουργία των διακοπτών και των κυκλωμάτων τηλεφωνικών εταιρειών και έκτοτε ξεκίνησε να κάνει φάρσες υψηλού επιπέδου.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, καταδικάστηκε δύο φορές για εισβολή σε εταιρικά συστήματα υπολογιστών, οδηγώντας τον σε ποινή φυλάκισης ενώ του παρασχέθηκε ειδική βοήθεια για τον εθισμό του στους υπολογιστές.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις