Όσο οι θερμοκρασίες του καλοκαιριού ανεβαίνουν, τόσο περισσότερο χρειαζόμαστε το μπάνιο στη θάλασσα, αλλά και στο σπίτι, για να κρατηθούμε δροσεροί. Όμως οι βουτιές στη θάλασσα, αλλά και το ντους είναι πιθανό να επιτρέψουν στο νερό να μείνει μέσα στο αυτί και να προκαλέσει μια εξωτερική ωτίτιδα, που ονομάζεται και «το αυτί του κολυμβητή». Γιατί όσο περισσότερη είναι η επαφή μας με το νερό, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος ωτίτιδας.

Με αφορμή το καλοκαίρι, το επιστημονικό περιοδικό JAMA, παρουσίασε «το αυτί του κολυμβητή», στην προσπάθεια να ενημερώσει τον πληθυσμό για τη λοίμωξη, αλλά και για τη θεραπεία και την πρόληψή της.

Οι ειδικοί Τζέιμς Πιερ και Άντονι Τολισάνο από το Πανεπιστήμιο Επιστημών Υγείας Ενστόλων στο Μπιθέσδα του Μέριλαντ εξηγούν ότι «το αυτί του κολυμβητή είναι μια μόλυνση του ακουστικού πόρου. Ο ακουστικός πόρος συνδέει το τύμπανο με το εξωτερικό αυτί. H ωτίτιδα που προκαλεί το αυτί του κολυμβητή συνήθως προκαλείται από βακτήρια, αλλά μπορεί επίσης να προέρχεται από μύκητες. Σχεδόν 1 στους 10 ανθρώπους θα υποστεί το αυτί του κολυμβητή στη διάρκεια της ζωής του».

Πώς συμβαίνει

Το αυτί του κολυμβητή είναι κοινό στα παιδιά, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Οι κολυμβητές διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο, αλλά ο καθένας μπορεί να κολλήσει. Για παράδειγμα, άτομα που φορούν ακουστικά βαρηκοΐας μπορεί να κρατήσουν υγρασία στον ακουστικό πόρο από την εφίδρωση ή το ντους. Όταν το αυτί δεν στεγνώνει τελείως, τα βακτήρια και οι μύκητες αναπτύσσονται πιο εύκολα. Αυτό προκαλεί μόλυνση και ερεθισμό του ακουστικού πόρου. Ο καθαρισμός, το ξύσιμο ή η τοποθέτηση αντικειμένων στο αυτί (όπως τα Q-tips) μπορούν επίσης να προκαλέσουν μόλυνση. Σε αντίθεση με άλλες λοιμώξεις του αυτιού, ο χώρος πίσω από το τύμπανο, στο εσωτερικό αυτί, συνήθως δεν επηρεάζεται.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα της λοίμωξης συχνά ξεκινούν με πόνο στο αυτί. Συνηθισμένο επίσης είναι και ένα αίσθημα ότι το αυτί είναι «γεμάτο» ή η ακοή είναι μειωμένη. Μπορεί να υπάρχουν εκκρίσεις από το αυτό που να μυρίζουν άσχημα, οι οποίες είναι εμφανείς κυρίως στο μαξιλάρι μετά τον ύπνο. Πολλοί άνθρωποι μπορεί να εμφανίσουν φαγούρα, ερυθρότητα ή πρήξιμο. Πυρετός, ρίγη ή περαιτέρω συμπτώματα που δεν περιορίζονται στο αυτί είναι σπάνια.

Θεραπεία

Εάν υπάρχουν τα συμπτώματα του αυτιού του κολυμβητή, θα πρέπει να επισκεφθείτε τον γιατρό. Η κύρια θεραπεία είναι σταγόνες αντιβιοτικού στα αυτιά για περίπου μία εβδομάδα. Τα αντιβιοτικά από το στόμα συνήθως δεν χρειάζονται. Το αντιβιοτικό θα βοηθήσει στην καταπολέμηση των βακτηρίων και στον έλεγχο της μόλυνσης. Οι σταγόνες στα αυτιά μπορεί επίσης να περιέχουν και ένα στεροειδές για τη μείωση του οιδήματος και του πόνου.

Μερικές φορές οι λοιμώξεις είναι επαναλαμβανόμενες. Η ολοκλήρωση της θεραπείας είναι σημαντική. Εάν η λοίμωξη προκαλεί πολύ πρήξιμο, μερικές φορές ο ωτορινολαρυγγολόγος χρειάζεται να βάλει κάτι για να κρατήσει τον ακουστικό πόρο ανοιχτό και να επιτρέψει στις σταγόνες του αντιβιοτικού να φτάσουν στη μόλυνση. Αυτό ονομάζεται φυτίλι. Ο ΩΡΛ μπορεί επίσης να χρειαστεί να καθαρίσει το αυτί με όργανα και αναρρόφηση.

Η διατήρηση των αυτιών στεγνά, η αποφυγή τοποθέτησης αντικειμένων στο αυτί και ο τακτικός καθαρισμός των ακουστικών συσκευών μπορεί να μειώσει τις μολύνσεις.

Κατά τη διάρκεια του μπάνιου, ένα βαμβάκι με βαζελίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποτρέψει την είσοδο νερού στο αυτί.

Μετά το κολύμπι ή το μπάνιο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί πιστολάκι μαλλιών σε κρύο για να στεγνώσει απαλά το αυτί. Θα πρέπει να αποφεύγονται συσκευές καθαρισμού αυτιών χωρίς συνταγή γιατρού, κεριά ή άλλες θεραπείες στο σπίτι.

Τι γίνεται αν δεν βελτιωθεί;

Τα συμπτώματα θα πρέπει να βελτιωθούν μέσα σε λίγες ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας. Οι περισσότεροι ασθενείς θα ανακάμψουν πλήρως μέσα σε 7 – 10 ημέρες. Εάν όχι, αυτό μπορεί να είναι ένα σημάδι ότι είναι πιο σοβαρό και θα πρέπει να υπάρξει νέα επίσκεψη στον ΩΡΛ.

Αν η λοίμωξη αφεθεί χωρίς θεραπεία, υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης σε κοντινά οστά ή δέρμα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, με διαβήτη ή αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα. Οι μακροχρόνιες λοιμώξεις μπορεί να οδηγήσουν σε μειωμένη ακοή και ουλές.