Εμμανουήλ Ροΐδης: Γεννήθηκε τουλάχιστον μισόν αιώνα πριν από την εποχή του
Το μεγάλο δράμα του Ροΐδη
[…]
Τι ακριβώς έσπρωξε αυτόν το διανοητή, το πιο έξοχο, ίσως, μυαλό της εποχής εκείνης, να καταπιαστή με την «Πάπισσα Ιωάννα» και να μας παρουσιάση σα μυθιστορημένο γεγονός τούτη τη χοντροκομμένη φάρσα, εν γνώσει του πως πρόκειται για φάρσα;
Ο ίδιος μας λέει πως πρωτάκουσε αυτή την ιστορία κάποια νύχτα που είχε τρυπώσει σ’ ένα καταφύγιο μαζί με άλλους, στη Γένουα, όταν ο στρατηγός Λαμάρμορα βομβάρδιζε τους επαναστάτες (τον Απρίλη του 1849). Από τότε η Πάπισσα σφηνώθηκε μέσα στο μυαλό του σαν έμμονη ιδέα, γιατί «το παράδοξον της σκηνής, εν η ήκουσα περί αυτής, ο τρόμος, η επάνω σφαγή, πάντα ταύτα, καθίστων την εικόνα εκείνην ανεξάλειπτον εν τη καρδία μου, ως τα ίχνη του Σωτήρος εν τω βράχω της Ιουδαίας…»
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 25.10.1958, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στην πραγματικότητα, εκείνο που έκανε ανεξάλειπτη στο νου του την ιστορία της Πάπισσας ήτανε η βαθύτατα σαρκαστική του διάθεση, ο αθεράπευτος μηδενισμός του, η επιθυμία του να «δαγκώση», ν’ ανατινάξη ολόκληρο το ηθικό εποικοδόμημα της κοινωνίας. Η ιδιοσυγκρασία του και το κλίμα της ελληνικής ζωής δεν του επέτρεπαν να χρησιμοποιήση βόμβες αληθινές – όπως έκαναν οι μηδενιστές αναρχικοί της εποχής του. Δεν του έμεναν παρά τα φαρμακερά βέλη της πέννας. Και τα χρησιμοποίησε ευρύτατα, χτυπώντας δεξιά και αριστερά, πάνω και κάτω, ψηλά και χαμηλά, με όλο το πείσμα, με όλη την απόγνωση του απελπισμένου διανοητή και πολλές φορές με τη σχετική κακία που, χωρίς να το θέλη, φώλιαζε μες στην ψυχή του από την αναπηρία του (ήτανε κουφός), από τις οικονομικές του ατυχίες (ήτανε πάμπλουτος και έμεινε στους δρόμους), από τους συναισθηματικούς τραυματισμούς του – έναν άτυχο έρωτα ιδιαίτερα, που τον έκανε να μισήση τις γυναίκες και να πηγαίνη μόνο με τις «ωνητές».
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 25.10.1958, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Η χριστιανική θρησκεία και η πίστη, γενικά, ήτανε, απ’ τα νεανικά του χρόνια ακόμα, στόχος του εξαιρετικά αγαπητός. Απαντώντας στις επιθέσεις που του έγιναν, προσπάθησε ν’ αποδείξη πως δεν είχε την πρόθεση να χτυπήση τα «άγια», αλλά τα «αισχρά». Όμως, «ούτε τότε, ούτε τώρα πείθει κανέναν γι’ αυτό», παρατηρεί, πολύ σωστά, ο κ. Κλ. Παράσχος στην «Εισαγωγή» του «Εμ. Ροΐδη», της «Βασικής Βιβλιοθήκης». Γιατί «είχε ειρωνευθή και διασύρει, πολύ βίαια μάλιστα και με τον καυστικώτερο τρόπο, που κάτεχε από νέος το μυστικό του, και τα άγια όσο και τα αισχρά, αν όχι περισσότερο απ’ τα αισχρά. Μυστήρια και θαύματα και αγίους και προφήτες και μάρτυρες, ακόμα και τα ίδια τα πρόσωπα της Παναγίας και του Χριστού, και τον ίδιο ακόμα τον Κύριο, και συνόδους και τις ατέλειωτες λειτουργίες της εκκλησίας μας με τις βυζαντινές ρινοφωνίες της και τις αλλοίθωρες Παναγίες και τις νηστείες μας – τα πάντα…»
Το καθαυτό λοιπόν κίνητρό του για τη συγγραφή της «Πάπισσας» ήτανε η ακατανίκητη καταλυτική του διάθεση, ο δαίμονας της άρνησης, η μηδενιστική του φιλοσοφία, που τον βύθιζε σε μια «υπαρξιακή απελπισία» –για να χρησιμοποιήσουμε έναν σύγχρονο όρο– και τον έκανε «φυγάνθρωπον» – καθώς τον έλεγαν τότε.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 25.10.1958, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Κατά τη φιλοσοφική του τοποθέτηση – μας λέει πάλι ο κ. Παράσχος–είναι χίμαιρα «το ηθικόν βασίλειον του ανθρώπου». Και η ίδια η ζωή, συνώνυμο της δυστυχίας. Το βαθύτερο αντίκρυσμα του κόσμου φέρνει πάντα την απογοήτευση και μόνο η μέθη του ενθουσιασμού ή της ηδονής μπορεί να μας κάμη να την ξεχάσουμε λίγες στιγμές…
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 25.10.1958, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Οι ιδέες αυτές έπεφταν τότε στο κενό και στάθηκε αδύνατο ν’ αναταράξουν το τέλμα της πνευματικής μακαριότητας. Και αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο δράμα του Ροΐδη: Γεννήθηκε τουλάχιστον μισόν αιώνα πριν από την εποχή του. Με την «Πάπισσα», όμως, μπόρεσε κατά κάποιο τρόπο να εκδικηθή!
*Απόσπασμα από ένα έξοχο κείμενο για τον Εμμανουήλ Ροΐδη και την περίφημη «Πάπισσα Ιωάννα», που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος» στις 25 Οκτωβρίου 1958.
Ο Σωτήρης Πατατζής
Συντάκτης του κειμένου αυτού ήταν ο Σωτήρης Πατατζής (1917-1991), μεσσήνιος λογοτέχνης, θεατρικός συγγραφέας και δημοσιογράφος (δικό του δημιούργημα, το μυθιστόρημα «Μεθυσμένη Πολιτεία»).
Ο χιακής καταγωγής Εμμανουήλ Ροΐδης, ένας από τους σπουδαιότερους έλληνες συγγραφείς του 19ου αιώνα, γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το 1836 (στις 28 Ιουλίου, κατά την επικρατέστερη εκδοχή) και απεβίωσε στην Αθήνα το 1904.
Ο Ροΐδης καταπιάστηκε επιτυχώς με την πεζογραφία, την κριτική, το δοκίμιο, τη μετάφραση και τη δημοσιογραφία.
Η γραφή του Ροΐδη διακρίνεται για το περίτεχνο ύφος, το ευφυές, συχνά σαρκαστικό χιούμορ και τη σατιρική διάθεση.
Ο Ροΐδης, ο οποίος κάλυψε με το έργο του μια κρίσιμη περίοδο της νεοελληνικής λογοτεχνίας, στο μεταίχμιο της Α’ (Παλαιάς) και της Β’ (Νέας) Αθηναϊκής Σχολής, αντιμετωπίστηκε από τους μεν συγχρόνους του ως ριζοσπάστης, από τους δε νεοτέρους του ως συντηρητικός.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις