Παρακολουθώντας τον Φρόυντ στην Ακρόπολη – Το μεγάλο, ελληνικό σύμπλεγμα ενοχής του
Το βαρυσήμαντο ταξίδι του Σίγκμουντ Φρόυντ στην Αθήνα το 1904, και η επακόλουθη συνειδητοποίηση ότι μπορεί να ξεπεράσει τα επιτεύγματα του πατέρα του, αποτυπώνεται σε αυτή τη μικρή αλλά συναρπαστική έκθεση στο Μουσείο Φρόυντ, στο Λονδίνο.
Τον Σεπτέμβριο του 1904, ο Σίγκμουντ Φρόυντ ξεκίνησε με τον αδελφό του Αλεξάντερ για τις ετήσιες διακοπές τους στη Μεσόγειο. Στόχος τους ήταν η Κέρκυρα, αλλά η ζέστη ήταν τόσο έντονη που πήραν πλοίο από την Τεργέστη για την Αθήνα.
Οι δύο άνδρες ανέβηκαν στο θρυλικό λόφο πάνω από την πόλη για να επισκεφθούν την Ακρόπολη και εκεί ο Φρόυντ κατακλύστηκε από μια παράξενη και μπερδεμένη αίσθηση. «Σύμφωνα με τις ενδείξεις των αισθήσεών μου, στέκομαι τώρα στην Ακρόπολη» έγραψε αργότερα «αλλά δεν μπορώ να το πιστέψω».
Πολύ καλό για να είναι αληθινό φαίνεται να σκέφτηκε όταν αντίκρισε την Ακρόπολη.
Μια διαταραχή της μνήμης στην Ακρόπολη
«Θα ήταν εύκολο να υποστηρίξω ότι αυτή η παράξενη σκέψη που με κατέκλυσε στην Ακρόπολη χρησιμεύει μόνο για να τονίσω το γεγονός ότι το να βλέπει κανείς κάτι με τα μάτια του είναι τελείως διαφορετικό από το να ακούει ή να διαβάζει γι’ αυτό. Αλλά ακόμα και έτσι θα παραμείνει μια πολύ αξιόλογη μεταμφίεση για ένα κοινό ενδιαφέρον».
«Μια διαταραχή της μνήμης στην Ακρόπολη», ήταν ο τίτλος του γράμματος που έγραψε ο Ζϊγκμουντ Φρόυντ, το 1936, σχεδόν 30 χρόνια μετά την επίσκεψη του με τον αδερφό του Αλέξανδρο στο βράχο της Ακρόπολης στην Αθήνα το 1904.
Αναπολώντας τη στιγμή που ο ίδιος και ο αδερφός του βρέθηκαν στον ιερό βράχο προσπαθεί να κάνει μια αυτοανάλυση από την τότε εμπειρία του, μεταβιβάζοντας το συναίσθημα αυτό γραπτώς στο φίλο του και συγγραφέα, Ρομαίν Ρολάν.
Ο Φρόυντ βίωσε μια πλήρη δυσπιστία για το ότι η Ακρόπολη υπήρχε στην πραγματικότητα
Όσο βρισκόταν στην Ακρόπολη τα ισχυρότερα συναισθήματα ήταν η παιδική ενοχή (που ο πατέρας του δεν την είδε ποτέ) και η ισχυρή δυσπιστία. Η εμπειρία αυτή θα τον προβλημάτιζε για δεκαετίες.
Αυτό είναι το θέμα μιας μικρής αλλά συναρπαστικής έκθεσης στον αριθμό 20 του Maresfield Gardens, το σπίτι στο βόρειο Λονδίνο στο οποίο κατέφυγε η οικογένεια Φρόυντ από τη Βιέννη για να γλιτώσει από τους Ναζί το 1938.
«Η τελευταία μας διεύθυνση σε αυτόν τον πλανήτη» είναι σήμερα το Μουσείο Φρόυντ. Η έκθεση επικεντρώνεται στο περίφημο δοκίμιο που έγραψε ο Φρόυντ σε ηλικία σχεδόν 80 ετών, με τίτλο «Μια διαταραχή της μνήμης στην Ακρόπολη». Αυτό δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια προσπάθεια να αναλύσει τον εαυτό του και την εμπειρία του, μετά από 32 χρόνια σκέψης. Είναι μια από τις μεγάλες εξερευνήσεις της ιδιότυπης αδυναμίας μας, μερικές φορές, να χαρούμε.
Αυτοαναλυόμενος μέσα από το γράμμα του για αυτή την παράξενη εμπειρία του στην Ακρόπολη φαίνεται να δίνει προσοχή στη σχέση με τον πατέρα του και τα επακόλουθα συναισθήματα στη διάρκεια της ζωής του. Επιστρέφει στην υποσυνείδητη μνήμη, όπου στην ηλικία των 2 ετών βίωσε το θάνατο του αδερφού του, Ιούλιου. Παραδέχεται πως αυτό το συναίσθημα το είχε απωθήσει επί χρόνια κι έτσι το επαναφέρει τη στιγμή που δεν υπάρχει διχασμός πια στην ψυχική του κατάσταση.
Λατρεία με την Ακρόπολη
Η ιστορία αφηγείται μέσα από καρτ ποστάλ, επιστολές, έγγραφα και εικόνες κάθε είδους, καθώς και τα αντικείμενα και τα γλυπτά που ο ίδιος ο Φρόυντ συνέλεξε. Ξεκινάει στα μισά της φαρδιάς σκάλας με μια κολοσσιαία φωτογραφία σέπια της Ακρόπολης στο λυκόφως, τραβηγμένη από τον Ελβετό φωτογράφο François-Frédéric Boissonnas το 1907, και περιλαμβάνει άλλα οράματα του Παρθενώνα κάτω από πυκνά σύννεφα καταιγίδας ή στο απόκοσμο σούρουπο.
Ο Φρόυντ γνώριζε τις εκτυπώσεις της Ακρόπολης από Γερμανούς ρομαντικούς καλλιτέχνες που παρουσιάζονται εδώ, και είχε εντρυφήσει στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό από πολύ νεαρή ηλικία. Σπούδασε τη γλώσσα στο δημοτικό σχολείο, κρατούσε ημερολόγιο στα αρχαία ελληνικά και πρότεινε το νέο του αδελφάκι να πάρει το όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πόσο απογοητευτικό (και δυνητικά κωμικό) είναι το γεγονός ότι δεν μπορούσε να κάνει τον οδηγό της άμαξας στην Αθήνα να καταλάβει τις οδηγίες του για το Grand Hotel επειδή εκφωνούνταν στα αρχαία ελληνικά.
Η επιμελήτρια της έκθεσης, Μαρίνα Μανιαδάκη, μεγάλωσε στην Αθήνα με την Ακρόπολη πάντα πάνω από τον ώμο της, και η αίσθηση της αιωρούμενης παρουσίας της απογειώνει όλη την έκθεση. Πολύ νωρίς, όμως, εμφανίζεται μια φωτογραφία του Φρόιντ γύρω στα 10 με τον πατέρα του, η οποία θα αποκτήσει νέο νόημα καθώς ο επισκέπτης προχωράει μέσα στην έκθεση.
Οι αριθμοί 61 και 62
Το ταξίδι στην Ακρόπολη ήταν τυχαίο, καθαρή τύχη, αφού τα αδέλφια προορίζονταν για την Κέρκυρα. Ο Φρόυντ έβλεπε συνεχώς τους αριθμούς 61 και 62 κατά μήκος της διαδρομής, προκαλώντας σκέψεις για τη δική του θνησιμότητα: Θα πέθαινε σε αυτή την ηλικία;. Φόρεσε το καλύτερο πουκάμισό του για να ανέβει τον λόφο.
«Πολύ πιθανόν εκείνη την ημέρα στην Ακρόπολη να είπα στον αδελφό μου “θυμάσαι πώς, όταν ήμαστε νέοι, μέρα με τη μέρα περπατούσαμε κατά μήκος των ίδιων δρόμων στη διαδρομή μας προς το σχολείο και πώς κάθε Κυριακή ήμασταν στο Prater ή σε κάποια εκδρομή που γνωρίζαμε τόσο καλά; Και τώρα, εδώ βρισκόμαστε στην Αθήνα μπροστά στην Ακρόπολη! Πραγματικά έχουμε φτάσει πολύ μακριά!”»
Η απόρριψη του πατέρα
Αυτό που συνειδητοποιεί ο Φρόιντ τόσο αργά στη ζωή του είναι ότι η αντίδρασή του είναι μια μορφή απόρριψης που σχετίζεται εν μέρει με τον πατέρα του. «Μου φαινόταν πέρα από κάθε πιθανότητα να «πάω τόσο μακριά» πιο μακριά από εκείνον». Ο Γιάκομπ Φρόιντ ήταν έμπορος μαλλιού και αυτοδίδακτος.
Η δυσπιστία του Φρόυντ για το ότι έχει φτάσει τόσο μακριά είναι τόσο ψυχολογική όσο και γεωγραφική. Σε καμία περίπτωση δεν φανταζόταν ότι θα ταξίδευε μέχρι την Ελλάδα ή ότι θα ξεπερνούσε τον πατέρα του με τόσους πολλούς τρόπους. Είναι σαν να επεκτείνει την απορία του και για τα δύο σε αμφιβολίες για την ίδια την ύπαρξη της Ακρόπολης.
Στην έκθεση υπάρχει, φυσικά, το ίδιο το πρωτότυπο δοκίμιο, γραμμένο ως επιστολή προς τον Γάλλο συγγραφέα Ρομαίν Ρολάν. Ο ύστερος γραφικός χαρακτήρας του Φρόυντ μοιάζει με παλίρροια επαναλαμβανόμενων κυματισμών, που ανεβαίνουν από κάτω αριστερά προς τα πάνω δεξιά- μια έκπληξη από μόνη της, σε μια παράσταση για αποκαλύψεις που συνεχίζουν να έρχονται στο μυαλό.
Ο Φρόυντ χρειάστηκε περισσότερα από 30 χρόνια για να το σκεφτεί, και οι τελευταίες του συνειδητοποιήσεις είναι εκπληκτικές και αδιαίρετες από το σύνολο της μακράς ύπαρξής του. Τρία χρόνια αργότερα, θα πεθάνει από καρκίνο του σαγονιού στο σπίτι όπου βρίσκεται τώρα αυτό το γράμμα. Οι στάχτες του θα σφραγιστούν, στο Golders Green, σε μια ελληνική λάρνακα.
- ΣΥΡΙΖΑ: Να παραμείνει αρραγής και μετά τις κάλπες
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής
- Ενημερώσεις για τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο μεταβίβασης απαιτήσεων
- O Γιάννης κάνει «όργια» και… ρεκόρ δεκαετίας (vid)
- COP29: Με ανάμεικτα συναισθήματα υποδέχτηκε ο γγ του ΟΗΕ τη συμφωνία
- Ενδοοικογενειακή βία: Πάνω από 15.000 γυναίκες έχουν πέσει θύματα το πρώτο δεκάμηνο του 2024