Τουρκία: Ποιούς στοχεύουν τα εγκλήματα θρησκευτικού μίσους;
Κορυφαίοι στόχοι στη Τουρκία αποτελούν οι Χριστιανοί και Αλεβίτες, ποζάροντας ψηλά στη λίστα των εγκλημάτων μίσους στη γειτονική χώρα.
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Σύμφωνα με έκθεση της Πρωτοβουλίας Ελευθερίας της Πίστεως (İÖG), ενός προγράμματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα της Νορβηγικής ΜΚΟ Επιτροπής του Ελσίνκι, Αλεβίτες και οι Χριστιανοί στοχοποιήθηκαν στη συντριπτική πλειονότητα των εγκλημάτων μίσους που βασίζονται στη θρησκεία, όπως αυτά καταγράφηκαν στη Τουρκία το 2022.
Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 7 Αυγούστου με τίτλο «Εγκλήματα μίσους υποκινούμενα από προκατάληψη κατά της θρησκείας στη Τουρκία 2022», απαριθμεί δεδομένα που ελήφθησαν από εργασίες παρακολούθησης εγκλημάτων θρησκευτικούς μίσους ή πεποιθήσεων που διαπράχθηκαν στη Τουρκία πέρυσι.
Συνολικά, εντός του 2022 καταγράφηκαν 36 εγκλήματα μίσους, που βασίζονται σε προκατάληψη βάσει θρησκείας ή πεποιθήσεων. Πρόκειται για μεγάλη αύξηση συγκριτικά με τις προηγούμενες εκθέσεις, καθώς τα δεδομένα του 2020, έδειχναν 14 τέτοια εγκλήματα, ενώ στην έκθεση του 2021 αυξήθηκαν στα 29.
Σημειώνεται μάλιστα, ότι αυτά είναι μόνο τα επίσημα στοιχεία που έχουν καταγραφεί. Συνεπώς, ενδεχομένως μιλάμε για τη κορυφή του παγόβουνου.
Μεταξύ των επεισοδίων που σημειώθηκαν το 2022 ήταν η επίθεση σε κτήριο συλλόγου Αλεβιτών στην Κωνσταντινούπολη, οι απειλές εκκλησιαστικών αξιωματούχων στη Μαλάτια και τριών ατόμων που εγκατέλειψαν την εκκλησία στο Ντιγιαρμπακίρ, καθώς και ο βανδαλισμός σε ένα εβραϊκό νεκροταφείο στην Κωνσταντινούπολη και το κάψιμο του σπιτιού ενός Γιαζίντι στην Μαρντίν.
Πρώτος στόχος οι Χριστιανοί και οι αιρετικοί Αλεβίτες
Μιλώντας στη Gazete Duvar η βοηθός του προγράμματος İÖG και μια εκ των ιθυνόντων της έκθεσης, δρ. Funda Tekin, δήλωσε ότι η σκληρή γλώσσα και η μεροληπτική ρητορική μίσους στην πολιτική δημιουργούν γόνιμο έδαφος για εγκλήματα μίσους, τονίζοντας την ανάγκη να τερματιστεί.
Οι Αλεβίτες, οι οποίοι εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν το 16,5% του τουρκικού πληθυσμού, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ισλαμική αίρεση στην Τουρκία, αλλά μερικοί από τον συντηρητικό και θρησκευόμενο πληθυσμό της χώρας τους θεωρούν «αποστάτες». Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι που προσχωρούν στην πίστη των Αλεβιτών γενικά αποφεύγουν να αποκαλύπτουν τις πεποιθήσεις τους δημόσια από φόβο μήπως αντιμετωπίσουν διακρίσεις ή κοινωνική αποξένωση.
Οι Αλεβίτες ακολουθούν μια ετερόδοξη ισλαμική παράδοση που τους χωρίζει από τους Σουνίτες και τους Σιίτες Μουσουλμάνους. Κάποιοι το βλέπουν ως πολιτιστική ταυτότητα όσο και ως θρησκευτική πίστη.
Παρ’ όλα αυτά, η Τουρκία έχει από καιρό αρνηθεί να αναγνωρίσει τους Αλεβίτες και τους οίκους λατρείας τους, γνωστοί ως cemevis. Δεν αναγνωρίζονται επίσημα από το κράτος και επομένως δεν παρέχεται οικονομική βοήθεια.
Σύμφωνα με την έκθεση δεκάδες προτεστάντες πάστορες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Τουρκία μαζί με τις οικογένειές τους τα τελευταία χρόνια λόγω των de facto απαγορεύσεων εισόδου και των εκθέσεων των τουρκικών υπηρεσιών που τους χαρακτηρίζουν ως «κίνδυνο για την ασφάλεια». Πρόκειται για μια κατάσταση που πλήττει την χριστιανική κοινότητα στην Τουρκία.
Μετά τους Χριστιανούς, επόμενοι στόχοι είναι οι Εβραίοι (τέσσερα περιστατικά), Γιαζίντι (ένα περιστατικό) και Μουσουλμάνοι (ένα περιστατικό).
Ατιμωρησία και φυγή θυμάτων από την Τουρκία
Σύμφωνα με την έκθεση, η οποία συνέλεξε και εξέτασε τα δεδομένα σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα για τα δικαιώματα, τα συνεχιζόμενα εγκλήματα μίσους κατά θρησκευτικών κοινοτήτων, των τόπων λατρείας και άλλων χώρων τους, οι θρησκευτικοί ή πνευματικοί ηγέτες και τα μέλη τους μένουν ατιμώρητοι τις περισσότερες φορές.
Η Tekin εξήγησε στο ότι η πλειοψηφία των ατόμων που δέχθηκαν επίθεση δεν ανέφεραν τα περιστατικά σε καμία αρχή για διάφορους λόγους, όπως για παράδειγμα ότι έχουν συνηθίσει σε τέτοιες ενέργειες και φοβούνται τον αποκλεισμό ή να μην τους πάρουν στα σοβαρά.
«Μπορεί να πιστέψουν ότι αν αναφέρουν τα περιστατικά, θα αντιμετωπίσουν περαιτέρω θυματοποίηση τόσο από την αστυνομία όσο και από άλλα αρμόδια μέρη», είπε η Tekin.
Είπε επίσης ότι μετά από περιστατικά μίσους, συχνά δεν υπάρχει «αποτελεσματική» διαδικασία και ότι πολλές από αυτές τις υποθέσεις παραμένουν ατιμώρητες ή καταλήγουν να απορρίπτονται.
«Επιπλέον, τόσο οι Αρχές όσο και το κοινό δεν παίρνουν ανοιχτά μια σταθερή στάση ενάντια σε αυτά τα εγκλήματα. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για παρόμοια περιστατικά. Όταν δεν υπάρχει καμία συνέπεια για αυτά τα εγκλήματα, είναι αναπόφευκτο να συμβούν νέα», πρόσθεσε ο Tekin.
Έτσι όπως αναφέρει η ειδικός, διαμορφώνεται μια κατάσταση «που επηρεάζει όχι μόνο τα θύματα αλλά και την ψυχολογία όλων των ανθρώπων που είναι μέλη αυτής της ομάδας πεποιθήσεων. Τους κάνει να νιώθουν αποκλεισμένοι από την κοινωνία, ότι δεν είναι ίσοι. Παρατηρούμε συχνά ότι θύματα εγκλημάτων μίσους εγκαταλείπουν τη Τουρκία».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις