Οικογενειακές υποθέσεις
Μια ισπανογαλλική συμπαραγωγή και μια γαλλική ταινία γυρισμένη στη Σέριφο έχουν τον πρώτο λόγο στις αίθουσες
Ενα από τα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία της ταινίας «Ο εχθρός δίπλα μου» (A bestas, Ισπανία / Γαλλία, 2022) είναι ότι δεν χωρίζει τους χαρακτήρες των δύο αντίπαλων «στρατοπέδων» της ιστορίας της σε «καλούς» και «κακούς» αλλά σε άτυχους και απελπισμένους. Είναι πιθανό ότι όχι μόνο ως καλλιτέχνης αλλά ακόμα και ως άνθρωπος ο Ροντρίγκο Σοργκογέν προσπαθεί να καταλάβει (και να δώσει και σε εμάς να καταλάβουμε) τις δύο αντικρουόμενες πλευρές της παράξενης αλλά ίσως και συνηθισμένης αυτής ιστορίας: ένας «ξένος» κτηματίας στην Ισπανία (Ντενί Μενοσέτ), προερχόμενος από τη γειτονική Γαλλία, προσπαθεί να ζήσει τη ζωή του με τη γυναίκα του (Μαρίνα Φουά), ασχολούμενος με το κτήμα του. Μπορεί να μη θέλει ιδιαίτερες σχέσεις με τους ντόπιους, μπορεί να είναι ακοινώνητος, όμως δεν ενοχλεί κανέναν, δεν λειτουργεί ανταγωνιστικά και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να κάνει τη δουλειά του και να κοιτάζει «τα δικά του». Αλλά αυτό, βέβαια, δεν έχει καμία σημασία όταν ο απέναντί σου έχει γαλουχηθεί μέσα στον φόβο, τον φθόνο, τη ζήλια και το μίσος για όλα όσα εκείνος ποτέ δεν πέτυχε.
Και έτσι ο Σορογκογέν, ένας από τους σημαντικότερους «διεθνείς» ισπανούς σκηνοθέτες σήμερα (θυμίζω τις ταινίες του «Εξαφανισμένος», «Ο έκπτωτος», «Κανείς δεν μπορεί να μας σώσει»), διαμορφώνει το πλαίσιο αυτής της θαυμάσιας ταινίας. Οσο όμορφο είναι το ισπανικό τοπίο μέσα στο οποίο η ιστορία τοποθετείται, τόσο ασφυκτικά νιώθεις παρακολουθώντας τα δρώμενα, γνωρίζοντας ότι κάποια στιγμή το σπυρί θα σπάσει, το πύον θα χυθεί. Μετρημένα, ουσιαστικά, χωρίς φανφάρες, χωρίς υπερβολές, ο σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται κάθε λεπτό από τα 137 διάρκειας της ταινίας για να δημιουργήσει ένα σπάνιας ποιότητας έργο στο οποίο το στοιχείο του θρίλερ εφάπτεται με το δριμύτατο κοινωνικό σχόλιο. Το σενάριο είναι υποδειγματικό και πολύ πιθανόν να θυμίσει σε κάποιους μια ελληνική ταινία, τον «Βασιλιά» του Νίκου Γραμματικού, που ενώ έχει περίπου το ίδιο θέμα με τον «Εχθρό δίπλα μου», η αντιμετώπισή του έγινε με έμφαση στις γραφικότητες και όχι την ουσία.
Γυρισμένη στη Σέριφο
Μια ταινία που τιτλοφορείται «I love Greece» (Γαλλία, 2023) προς στιγμήν σε προδιαθέτει για καρτ ποστάλ εικόνες, μπουζούκι, μουσακά και τα υπόλοιπα τουριστικά προϊόντα που μια μεγάλη μερίδα του ξένου σινεμά αρέσκεται να προβάλλει όποτε ασχολείται με κινηματογραφικές παραγωγές που γυρίζονται στη χώρα μας. Η ταινία όντως περιέχει αυτά τα στοιχεία, όμως η διάθεσή της δεν είναι τελικά και τόσο τουριστική. Μπορεί η Σέριφος και οι ομορφιές της να κυριαρχούν στα περισσότερα πλάνα της Ναυσικάς Γκερί Καραμαούνα, στην πρώτη μεγάλου μήκους κινηματογραφική ταινία της, όμως το δραματουργικό υπόβαθρο της ταινίας έχει γερά θεμέλια: εξετάζει την προσπάθεια μιας νεαρής, αγέλαστης κοπέλας (Στέισι Μάρτιν) να «τα βρει» με την οικογένειά της, στην οποία θέλει να παρουσιάσει τον σύντροφό της (Βενσάν Νταντιέν).
Η Γκερί Καραμαούνα μελέτησε καλά την ελληνική πραγματικότητα και προσπάθησε, μέσω μιας μικρογραφίας της, της οικογένειας της κοπέλας, να δώσει μια εικόνα του Ελληνα της εποχής μας. Φτιάχνει αναγνωρίσιμους χαρακτήρες, ανθρώπους που παλεύουν, που γελούν, που φοβούνται, που θυμώνουν, που πεισμώνουν, αλλά που κατά βάθος αγαπιούνται με πάθος. Η κινηματογράφησή της είναι απλή, οι ηθοποιοί την υπηρετούν ικανοποιητικά – ιδίως οι β’ ρόλοι των Στέλιου Μάινα και Σοφίας Σεϊρλή (στους ρόλους των γονέων) σε κερδίζουν με την αμεσότητά τους και την εμπειρία των ηθοποιών. Ως σύνολο παρακολουθείται με ενδιαφέρον, την ώρα που γνωρίζεις ότι δεν βλέπεις ούτε κάτι σπουδαίο ούτε κάτι το αξέχαστο. Νιώθεις λίγο σαν να βλέπεις κάτι σαν τη «Mamma Mia!» χωρίς τα τραγούδια και το μυστήριο του ποιος είναι ο βιολογικός πατέρας…
Ετοιμος για εκδίκηση
Προβάλλεται επίσης η γαλλική κωμωδία «Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος» (Les vengeances de Maître Poutifard, 2022), με τον Κριστιάν Κλαβιέ σε φόρμα ενώ υποδύεται τον συνταξιούχο δάσκαλο που θέλει να πάρει εκδίκηση για την ταλαιπωρία που υπέστη από κάποιους από τους μαθητές του. Διόλου εύκολη υπόθεση γιατί τα σημερινά παιδιά έχουν τρομερές άμυνες και αντιστάσεις·δεν ιδρώνει εύκολα το αφτί τους. Οπότε ο σκηνοθέτης Πιερ Φρανσουά Μαρτέν Λαβάλ αφήνει απλώς τον πρωταγωνιστή να κάνει τη γνωστή μανιέρα του αναμειγνύοντας άγχος, απορία, τρόμο και καλοσύνη, έτσι όπως συνηθίζει να κάνει σε τόσες και τόσες ταινίες. Ξέρεις ακριβώς τι θα δεις και ότι η ώρα θα περάσει χαλαρά χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.
Επανεκδόσεις
Το γνωστότερο έργο του Ντούσαν Μακαβέγεφ (1932-2019) στην Ελλάδα παραμένει το «Sweet movie» (Γαλλία / Καναδάς / Δυτική Γερμανία, 1974), τη μουσική του οποίου είχε συνθέσει ο Μάνος Χατζιδάκις. Και ίσως αυτό να είναι το μόνο στοιχείο που τελικά αντέχεις σήμερα σε αυτή την υπερβολική σε όλα, εκτός της μουσικής της, ταινία, στην οποία παρακολουθούμε τις ιστορίες δύο γυναικών: στην πρώτη, η Καναδή Μις Κόσμος 1984, της οποίας τα γεννητικά όργανα ακτινοβολούν, κερδίζει στον διαγωνισμό «Η πιο παρθένα», έπαθλο του οποίου είναι ένας μεγιστάνας της γαλακτοβιομηχανίας. Στη δεύτερη, ένα καράβι γεμάτο ζαχαρωτά στα κανάλια του Αμστερνταμ θα γίνει ο χώρος οργίων μιας άλλης γυναίκας. Δυσνόητη, ενίοτε απωθητική και εντελώς αλλόκοτη, αυτή η ταινία είναι το αποκορύφωμα ενός σκηνοθέτη αντισυμβατικού, ακραίου στην απεικόνιση σεξουαλικών σκηνών και πληθωρικού με μια σπάνια ελευθερία στους κινηματογραφικούς πειραματισμούς.
Σίγουρα ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς που γεννήθηκαν ποτέ στην πρώην Γιουγκοσλαβία με την ταμπέλα του δημιουργού της «πολιτικής – σεξουαλικής επανάστασης»·ό,τι και αν σημαίνει αυτό σήμερα. Πάντως, ήταν ένας σκηνοθέτης που ήξερε να ενοχλεί, γι’ αυτό και οι Αρχές της χώρας του απαγόρευσαν την προβολή μιας άλλης ταινίας του στη Γιουγκοσλαβία, των «Μυστηρίων του οργανισμού», ενώ ο ίδιος για μια εικοσαετία περίπου έγινε «persona non grata» στην πατρίδα του (παίζουν: Καρόλ Λορ, Πιερ Κλεμεντί, Σαμί Φρε κ.ά.).
Μια ταινία βασισμένη σε μυστήριο της Αγκαθα Κρίστι ποτέ δεν έβλαψε κανέναν και για θερινό σινεμά είναι ό,τι πρέπει, ιδίως αν είναι μια ταινία εξαφανισμένη από παντού, όπως συμβαίνει με τα «Δύο εγκλήματα κάτω από τον ήλιο» (Evil under the sun, Αγγλία, 1982) του Γκάι Χάμιλτον. Είναι η δεύτερη ταινία μετά το «Εγκλημα στον Νέιλο» με τον Πίτερ Ουστίνοφ στον ρόλο του διάσημου βέλγου ντετέκτιβ Ηρακλή Πουαρό, ο οποίος εδώ καλείται να δώσει τη λύση στην υπόθεση της εξαφάνισης ενός διαμαντιού τεράστιας αξίας. Τα πράγματα γίνονται περισσότερο περίπλοκα όταν κατά τη διάρκεια της έρευνάς του μεσολαβεί ένας φόνος. Δεν είναι πάντως από τις γοητευτικότερες μεταφορές μυθιστορημάτων της Κρίστι, των οποίων, εδώ που τα λέμε, όλα τα έργα στον κινηματογράφο δείχνουν περίπου τα ίδια. Τον Ουστίνοφ πλαισιώνουν οι Τζέιν Μπίρκιν, Τζέιμς Μέισον, Σίλβια Μάιλς κ.ά.
- ΗΠΑ: Την Παμ Μπόντι ονομάζει υπουργό Δικαιοσύνης ο Τραμπ – Πρώην εισαγγελέας και πιστή συνήγορός του
- Συρία: Στους 82 ανήλθαν οι νεκροί από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στην Παλμύρα
- Οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι η Ρωσία παρουσίασε νέο πύραυλο με την επίθεση στην Ουκρανία
- Λακωνία: Σορός άντρα εντοπίστηκε κατά την κατάσβεση πυρκαγιάς στη Σκάλα
- Λίβανος: Τουλάχιστον 12 νεκροί και 50 τραυματίες από ισραηλινούς βομβαρδισμούς
- Γερμανία: Ο Πιστόριους δεν θα διεκδικήσει το χρίσμα του υποψήφιου καγκελάριου – Προτείνει Σολτς