Σωτήρης Δημητρίου: Τα «οπωροφόρα» διηγήματα της ελληνικής λογοτεχνίας
Η προφορικότητά του, το χιούμορ του, ο σαρκασμός του, η ειρωνεία του συνιστούν την ιδιαίτερη ματιά του
«Η πεζογραφία μας εξωστρέφει, ενώ η ποίηση μας εσωστρέφει», είχε δηλώσει παλιότερα σε μια συνέντευξή μας ο πεζογράφος Σωτήρης Δημητρίου. Με τη συλλογή διηγημάτων του «Μια Μαρίνα Τζάφου» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη τον Ιούλιο, ο δημιουργός κατορθώνει να στρέψει τον αναγνώστη να κοιτάξει βαθύτερα μέσα του, αφού πρώτα τον ωθεί σε μια περιπλάνηση στον Άλλον και στους πολλούς άλλους γύρω του.
Οι ιστορίες του, άλλες σκάνε σαν φυσαλίδες σαμπάνιας μέσα στο στήθος του αναγνώστη, άλλες βραδύκαυστες, τις παίρνεις μαζί σου και της κουβαλάς στο λεωφορείο, στις συζητήσεις μεταξύ αγνώστων, όπου τέλος πάντων συγκεντρώνονται ή συναντιούνται άνθρωποι, εάν συναντιούνται.
Γλυκόπικρος, πάντοτε παιγνιώδης, σηκώνει το «στρίφωμα» της πραγματικότητας και μας δείχνει το λοξό κομμάτι της ύφανσης, με τέτοια δική του μαεστρία που δεν φαίνονται οι «βελονιές» του συγγραφέα.
Σε βυθίζει με τα διηγήματά του στον άνθρωπο, για την ακρίβεια είναι ένα προσκύνημα στην ανθρωπιά. Με απλότητα, ωριμότητα, ειλικρίνεια βγάζει συνεχείς ακτινογραφίες της ψυχής. Η προφορικότητά του, το χιούμορ του, ο σαρκασμός του, η ειρωνεία του συνιστούν την ιδιαίτερη ματιά του, την οπτική του, πότε «από μέσα» από την ιστορία και πότε «απέξω», με τη ματιά του παρατηρητή που γίνεται και άμεσα παρατηρούμενος.
Στο μεταίχμιο των ανθρώπων και των ιστοριών
Ολοένα σε ένα μεταίχμιο των ανθρώπων, της λογικής και της παραφροσύνης τους που κρέμονται σε μια κλωστή. Οι αιώνια πολύ καλά εξηγημένοι –μέσα τους, στο μυαλό τους, στη σκέψης τους- και πλήρως παρεξηγημένοι από τους άλλους, στην κοινωνική συναναστροφή. Οι συνεχείς και ταχύτατα εναλλασσόμενες εντυπώσεις όλων, οι διαθέσεις τους. Όλα υπό αίρεση.
Οι αργόσχολοι, οι «σαλοί», οι λοξοί του κόσμου που κινούνται σε ένα αόρατο περιθώριο, στη γραφή του Σωτήρη Δημητρίου τίθενται στο επίκεντρο. Και κομίζουν χυμούς της ζωής. Τους δικαιώνει ο συγγραφέας, τιμώντας την αποστροφή ότι ο χαμένος τα παίρνει όλα. Έστω στη λογοτεχνία, εάν όχι στη ζωή. Με τα «οπωροφόρα» διηγήματα, όλο «βιταμίνες» βιώματος και γοητευτικής γραφής.
Εκείνος που δεν βρίσκεται στο δίχτυ της κοινωνικής αποδοχής, για τον Δημητρίου γίνεται ο καμβάς που εξυφαίνει τις ιστορίες του και μαζί ο πρωταγωνιστής. Ο περιπλανώμενος, ο μόνος, ο κλεισμένος στον εαυτόν του, αποκαλύπτει τον εσωτερικό του μονόλογο και λαμβάνει πλέον άλλες διαστάσεις από αυτές που του επιφυλάσσει η πραγματικότητα.
Η γραφή του Δημητρίου «χτύπημα» σε κάθε πολιτική ορθότητα σαν τα δυναμιτάκια-γιώτα του που αναφέρει και στο προ-τελευταίο του διήγημα, άλλωστε συνηθίζει ένα απολαυστικό διήγημα κάθε τόσο για τη διόρθωση των βιβλίων.
Ολοένα αυτο-υπονομευτικός με χάρη ζηλευτή, απολαυστικός για τον αναγνώστη που τον βάζει στο παιχνίδι του. Κλείνοντας το βιβλίο, δεν βλέπεις πια με τα ίδια μάτια, σε έχει μπολιάσει ο συγγραφέας αλλιώς και φωτίζεται πια ο κόσμος από άλλες πτυχές, παράδοξες κι αναπάντεχες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις