Κοιτάζω τον ορυμαγδό απανθρωπιάς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με αφορμή την είδηση ότι απανθρακώθηκαν 18 μετανάστες στη μεγάλη φωτιά στην Αλεξανδρούπολη.

Ένα χυδαίο και κυνικό «καλά να πάθουν» υπογραμμίζει πόσο ριζωμένα είναι δυστυχώς τα ρατσιστικά και ακροδεξιά αντανακλαστικά.

Είδαμε, άλλωστε, και το πρωτοφανές περιστατικό του τύπου που ως αυτόκλητος συνοριοφύλακας πήγε και έπιασε μετανάστες και τους έβαλε στο τρέιλερ, τραβώντας ταυτόχρονα βίντεο για να προβάλλει το… έργο του.

Την ίδια ώρα η χώρα μας – και όχι  μόνο… – είναι έτοιμη να κάνει τεμενάδες εάν πρόκειται κάποιος εύπορος να την επιλέξει για δεύτερη πατρίδα του.

Τότε και τα σύνορα ανοίγουν και golden visa δίνονται και κανένα πρόβλημα δεν υπάρχει.

Ακόμη και όταν υπάρχει ο κίνδυνος αυτοί να είναι σαν κάτι κινέζους που πολιτογραφήθηκαν ως επενδυτές στην Κύπρο και μετά τους έπιασαν στη Σιγκαπούρη για υπόθεση ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Όταν, όμως, έχουμε να κάνουμε με τον φτωχοδιάβολο που έρχεται από το Αφγανιστάν ή την Αφρική με την ελπίδα να έχει μια καλύτερη μοίρα στην Ευρώπη, τότε πρέπει να υψωθούν όλα τα εμπόδια, να φτιαχτούν φράχτες, να οργανωθούν επαναπροωθήσεις.

Αυτός δεν είναι επενδυτής. Είναι «παράτυπος μετανάστης», μια γραφειοκρατική ορολογία που πιο καλά θα μεταφραζόταν «άνθρωπος χωρίς δικαιώματα».

Ούτε καν το δικαίωμα στην απλή ανθρωπιά.

Το δικαίωμα όταν καίγεται μέσα σε ένα φλεγόμενο δάσος να αντιμετωπίζεται ως θύμα. Όταν κινδυνεύει σαν κάποιος που πρέπει να βοηθηθεί. Όταν πεθάνει να μπορεί να έχει έναν τάφο, να μπορεί κάποιος να πάει να του αφήσει ένα λουλούδι και ένα δάκρυ.

Όμως, επιμένουμε να απομακρυνόμαστε από κάθε έννοια στοιχειώδους αλληλεγγύης. Να αντιμετωπίζουμε ανθρώπους που είναι σε ανάγκη, ως απειλές. Να ξεχνάμε αρχές και αξίες πανάρχαιες.

Και όσο το κάνουμε, είμαστε εμείς που εκκολάπτουμε το «αυγό του φιδιού».

Είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι.