Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν: Ο «μάγος» του φωτογραφικού φακού
To 1932, ανακάλυψε μια μηχανή Leica και άλλαξε την ιστορία της τέχνης της φωτογραφίας για πάντα
«Το να τραβάς μια φωτογραφία σημαίνει ότι ευθυγραμμίζεις το κεφάλι, το μάτι και την καρδιά. Είναι ένας τρόπος ζωής», σύμφωνα με τον κορυφαίο φωτογράφο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν, έναν από τους μεγαλύτερους όλων των εποχών.
Γεννήθηκε σαν σήμερα ο Henri Cartier-Bresson, στις 22 Αυγούστου του 1908 στην Chanteloup, στη Γαλλία. Έμεινε στην ιστορία ως «συνώνυμο της λέξης φωτογραφία». Το βλέμμα του, η οπτική του, ο τρόπος σκέψης του, η ματιά του ως παρατηρητή άλλαξαν για πάντα την τέχνη της φωτογραφίας.
Ο φωτογράφος του 20ου αιώνα
Άφησε το στίγμα του ανεξίτηλο, ενώ χάρη σε κείνον, έχουμε φωτογραφημένους μπροστά στον φακό του μερικούς από τους πρωταγωνιστές του 20ου αιώνα, στην τέχνη, τη διανόηση, τη φιλοσοφία, τη μόδα, τον ακτιβισμό.
Από τον Μπέκετ, τον Τρούμαν Καπότε, τον Φράνσις Μπέικον, τον Αλμπέρ Καμύ, τον Χάρολντ Πίντερ και τον Ρολάν Μπαρτ, μέχρι την Κοκό Σανέλ, τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τον Γουίλιαμ Φώκνερ, τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ, τον Μάλκολμ Χ και τον Γκάντι. Τα εμβληματικά τους πορτρέτα.
Αφού τελείωσε το Λύκειο ο Ανρί Μαρτιέ-Μπρεσόν, ασχολήθηκε με πάθος με τη ζωγραφική, ενώ ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα με τις ιδέες του Σουρεαλισμού. Το 1932, θα είναι μια χρονιά-σταθμός στη ζωή του, καθώς -αφού έχει ήδη περάσει έναν ολόκληρο χρόνο στην Ακτή του Ελεφαντοστού- ανακάλυψε μια φωτογραφική μηχανή Leica που θα σημάδευε για πάντα την πορεία και την καλλιτεχνική του ταυτότητα. Άρχισε, λοιπόν, να φωτογραφίζει.
Την πρώτη φορά που εκθέτει τη φωτογραφική του εργασία, ήταν στην γκαλερί Julien Levy της Νέας Υόρκης το 1933, ενώ αργότερα, μεταξύ 1936 και 1939 ασχολείται με τον κινηματογράφο μαζί με τον Jean Renoir, ως βοηθός σκηνοθέτη.
Τα θέματά του, τα πορτρέτα του αλλάζουν για πάντα και την αισθητική της φωτογραφίας, τη διαμορφώνουν από την αρχή. Θα ζήσει στην Ισπανία, στο Μεξικό κι αργότερα θα περάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο πόλεμος, η αιχμαλωσία, η απόδραση, το Παρίσι
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1940 πιάνεται αιχμάλωτος από τους Γερμανούς. Αποτυγχάνει δύο φορές να ξεφύγει από τα δεσμά του, κάτι που επιτέλους καταφέρνει το 1943. Εντάσσεται τότε σε μια περιθωριακή οργάνωση που βοηθάει φυλακισμένους, αλλά και ανθρώπους που απέδρασαν.
Το 1945, θα είναι αυτός που θα φωτογραφήσει εμβληματικά την Απελευθέρωση του Παρισιού, μαζί με μια ομάδα από επαγγελματίες φωτογράφους. Μάλιστα, θα γυρίσει στην πορεία και το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Η Επιστροφή».
Η ειρωνεία είναι το 1946 ξαναπηγαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες για να φέρει εις πέρας μια έκθεση ακόμα, όπου και διαπιστώνει ότι τον θεωρούν χαμένο στον Πόλεμο. Το μουσείο MoMa (Museum of Modern Art), μάλιστα, που νόμιζε ότι ήταν αγνοούμενος πολέμου ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσσόν του είχε αφιερώσει την έκθεση… μετά θάνατον.
Η ίδρυση του Magnum Photos
Την επόμενη χρονιά, το 1947 ιδρύει μαζί με τον Robert Capa, τον George Rodger, τον William Vandivert, καθώς και τον David “Chim” Seymour, το θρυλικό πλέον πρακτορείο Magnum Photos για την τέχνη της φωτογραφίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Ύστερα, για τρία χρόνια, ταξιδεύει στην Ανατολή, επισκέπτεται την Ινδία, την Κίνα και την Ινδονησία.
Όπως θα πει ο ίδιος για τη δουλειά του, «Για μένα η φωτογραφική μηχανή είναι ένα τετράδιο σκιτσαρίσματος, ένα όργανο διαίσθησης και ενθουσιασμού». Και θα δώσει όλη την πολύτιμη ουσία της αισθητικής και της τέχνης του ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσσόν, σε μια πρόταση που θα συμφωνήσουν όλοι οι μεγάλοι από κάθε πεδίο δραστηριότητας: «Με την οικονομία των μέσων επιτυγχάνεται η απλότητα της έκφρασης.
Θα γυρίσει στη Γηραιά Ήπειρο το 1952 και δύο χρόνια αργότερα, το 1954, θα είναι ο πρώτος φωτογράφος που θα γίνει δεκτός στη Σοβιετική Ένωση, με ειδική άδεια που εξασφάλισε, όπου και θα φωτογραφίσει την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων.
Ταξίδεψε στην Κούβα, στο Μεξικό, στην Ιαπωνία, τον Καναδά, την Κίνα, αιχμαλώτισε με το φακό του την αρμονία, την ομορφιά κατά Τζον Κητς –δηλαδή την αλήθεια-, ενώ υπήρξε καθοριστική η σφραγίδα του τόσο για το πεδίο του φωτορεπορτάζ όσο και για τη φωτογραφία του δρόμου.
Ήδη από το 1968 κι έπειτα, σιγά σιγά άρχισε να αποσύρεται από τις φωτογραφικές δραστηριότητες, γυρίζοντας στην πρώτη του μεγάλη αγάπη τη ζωγραφική όπου θέλησε να επικεντρωθεί. Ακολούθησαν πολλές εκθέσεις, βραβεύσεις και καθολική αναγνώριση του έργου από όλον τον κόσμο.
Ένα χρόνο πριν πεθάνει, το 2003, μαζί με τη σύζυγο και την κόρη του, ίδρυσε το ομώνυμο Ίδρυμα στο Παρίσι, αφιερωμένο στη μέχρι τότε εργασία του, το «Fondation Cartier-Bresson». Έφυγε από τη ζωή στις 3 Αυγούστου του 2004 στην οικογενειακή κατοικία του στην Προβάνς, σε ηλικία 95 ετών, έχοντας εκπληρώσει απόλυτα τις ικανότητες ενός μεγάλου καλλιτέχνη.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις