Ίμπιζα, ο καλοκαιρινός εφιάλτης του υπερτουρισμού
Πώς το διάσημο ισπανικό νησί έγινε αφιλόξενο για κατοίκους και εργαζόμενους
Στην αρχαιότητα ήταν αποικία των Φοινίκων. Σήμερα είναι παγκοσμίου φήμης καλοκαιρινός προορισμός, συνώνυμος πια του υπερτουρισμού.
Εκατομμύρια τουρίστες κατακλύζουν κάθε χρόνο την Ίμπιζα: τρίτο μεγαλύτερο νησί στο σύμπλεγμα των Βαλεαρίδων, στη Μεσόγειο, στην ανατολική Ισπανία.
Διάσημο κυρίως για τα πάρτι και τη νυχτερινή ζωή του, διαφημίζεται ως επίγειος παράδεισος για τους επισκέπτες.
Όμως έχει πλέον μετατραπεί σε επίγεια κόλαση για τους περίπου 150.000 κατοίκους του και τους χιλιάδες εργαζόμενους που απασχολούνται την καλοκαιρινή σεζόν στην ακμάζουσα τουριστική βιομηχανία.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα έγκειται στην έλλειψη οικονομικά προσιτής στέγης.
Όλο και περισσότεροι ιδιοκτήτες ακινήτων προτιμούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε τουρίστες και τα ενοίκια έχουν εκτοξευθεί στα ύψη.
Για τους εποχικά εργαζόμενους -που συρρέουν στην Ίμπιζα για να κερδίσουν έναν αξιοπρεπή μισθό για κάποιους μήνες- η ενοικίαση ενός ακινήτου καθίσταται απαγορευτική, σε περίπτωση που δεν τους παρέχεται κάποιου είδους κατάλυμα από τον εκάστοτε εργοδότη.
Το αποτέλεσμα είναι να «ξεφυτρώνουν» εδώ και εκεί μικρές κοινότητες ατόμων -ντόπιων και εργαζόμενων της σεζόν- που ζουν σε σκηνές, ΙΧ και τροχόσπιτα σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς σε πάρκινγκ ή σε περιοχές κοντά στις παραλίες.
Για τους περισσότερους δεν είναι επιλογή διαβίωσης, αλλά αναγκαιότητα υπαγορευμένη από κραυγαλέες ανισότητες και απάνθρωπες συνθήκες.
Σε αυτούς τους χώρους άλλωστε δεν υπάρχουν υποδομές, ούτε καν τουαλέτες.
Όμως «για ένα σπίτι ζητούν 1.200 ευρώ ενοίκιο το μήνα και δύο μήνες προκαταβολή», εξηγεί στην εφημερίδα El Diario ένας εποχικός εργαζόμενος στην Ίμπιζα, που ανήκει στην κάστα των «ακούσιων κατασκηνωτών».
«Αυτό είναι αδύνατο», διαμαρτύρεται με φόντο σειρές από ρούχα κρεμασμένα σε σχοινί ανάμεσα σε δέντρα, ενόσω η ζέστη προσελκύει μύγες, κουνούπια και ψύλλους στο αυτοσχέδιο κάμπινγκ.
Υπάρχει επίσης έλλειψη ασφάλειας, αλλά και το ενδεχόμενο επιβολής προστίμου για κατασκήνωση σε μη αδειοδοτημένο χώρο.
Σε ύψος μπορεί να φτάσει τα 700 ευρώ.
Ανά περιόδους, δε, οι αστυνομικοί τα μοιράζουν σαν στραγάλια.
Στρεβλή κανονικότητα
«Μερικές φορές αναρωτιέμαι γιατί βρίσκομαι εδώ. Είναι αβεβαιότητα, ανασφάλεια… Μπορεί να το πεις και περιπέτεια, αλλά αυτή δεν είναι η πραγματικότητα» λέει μια τριαντάχρονη Ισπανίδα, που δουλεύει τα καλοκαίρια στην Ίμπιζα για να βγάλει τα προ το ζην.
Το έκανε περιστασιακά τα τελευταία δέκα χρόνια, όμως τα τελευταία δύο αποφάσισε να δουλέψει όλη τη σεζόν.
«Δεν ζεις καλά», παρατηρεί.
Ο εργοδότης της δεν παρέχει κατάλυμα και τα ενοίκια είναι πλέον τόσο ακριβά, ακόμη και στα οργανωμένα κάμπινγκ, που η ίδια αναγκάζεται να κοιμάται στο βανάκι της σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς ή σε υπαίθρια πάρκινγκ.
«Τη δεύτερη εβδομάδα του Αυγούστου είμαι πια κατάκοπη», εξηγεί.
Κατά τα λοιπά, τονίζει, «είμαστε αναγκαίοι στο νησί για να λειτουργήσουν όλα, για να εξυπηρετήσουμε τον τουρισμό. Δεν είμαστε εδώ για αναψυχή».
»Όταν επιστρέφω στο σπίτι του, στην ηπειρωτική χώρα, όλα μου φαίνονται τεράστια, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Είναι μια έντονη αντίθεση».
Κάτι σαν το σπίτι του Χότζα, δηλαδή…
Σύμφωνα με τον Μανουέλ Σεντίνο της Ομοσπονδίας Ξενοδόχων στην Ίμπιζα, κάθε επιχείρηση προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα όσο καλύτερα μπορεί.
«Παρέχονται δωμάτια στο ίδιο ξενοδοχείο, ενοικιάζονται διαμερίσματα ή ολόκληρα κτίρια, ό,τι κατάλυμα είναι διαθέσιμο», αναφέρει.
Παρ’ όλα αυτά δεν καλύπτονται όλοι οι εποχικοί εργαζόμενοι, ούτε θεωρείται εγγυημένη μια αξιοπρεπής διαμονή.
Η Ίμπιζα, λέει ένας από αυτούς, έχει γίνει «ένα τόπος για τους πλούσιους, αλλά χωρίς καμία γοητεία». Η παλιά μαγεία του νησιού «έχει χαθεί».
Μέτρα και ημίμετρα
Μόλις τις προάλλες η τοπική διοίκηση στην Ίμπιζα ανακοίνωσε ότι «από τον επόμενο μήνα, η είσοδος οχημάτων θα μετράται με την εγκατάσταση καμερών παρακολούθησης στο λιμάνι της Εϊβίσα», όπως ονομάζεται στα καταλανικά το νησί.
Το μέτρο «θα μας επιτρέψει να γνωρίζουμε τον αριθμό των οχημάτων που φτάνουν σε πραγματικό χρόνο», δήλωσε ο Βισέν Μαρί Τόρες, επικεφαλής του Νησιωτικού Συμβουλίου και μέλος του Λαϊκού Κόμματος.
Όμως πολλοί κάνουν λόγο για ημίμετρα απέναντι στη «λαίλαπα» του υπερτουρισμού, που σαρώνει συστηματικά τα τελευταία χρόνια την περιοχή.
Πρόσφατη μελέτη έκανε λόγο για «αυξανόμενη τουριστικοποίηση με αναλογία 25,56 τουρίστες ανά κάτοικο στην Ίμπιζα και στη γειτονική Φορμεντέρα», στο νοτιότερο νησί του συμπλέγματος των Βαλεαρίδων.
Πρόκειται, αναφέρει η μελέτη, για «ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στον πλανήτη».
Παρ’ όλα αυτά, η Φορμεντέρα παραμένει μέχρι και σήμερα το μοναδικό νησί στις Βαλεαρίδες που έχει καθιερώσει ανώτατο όριο πληρότητας, περιορισμό στη διαμονή τουριστών και μέσω της πλατοφόρμας Formentera.eco, που λειτουργεί από το 2019, βάζει πρακτικά «ταβάνι» στην είσοδο οχημάτων.
Όμως αυτό που ανέβασε πρόσφατα τον «πήχη» είναι το Λανθαρότε, τέταρτο μεγαλύτερο από τα Κανάρια Νησιά: αυτόνομη διοικητική περιοχή της Ισπανίας στον Ατλαντικό Ωκεανό.
Ως απάντηση στον υπερτουρισμό και στη «μαύρη» οικονομία που συνήθως τον συνοδεύει, στην έλλειψη στέγης, στο χάος στους δρόμους και στην απώλεια ποιότητας ζωής για τους κατοίκους, η σοσιαλίστρια επικεφαλής της τοπικής διοίκησης, Μαρία Ντολόρες Κορούχο κήρυξε το νησί «τουριστικά κορεσμένο».
Η απόφαση βασίστηκε σε μελέτη, σύμφωνα με την οποία το τουριστικό μοντέλο του Λανθαρότε «είχε ξεπεράσει κατά πολύ» τα όρια του, με «δυσανάλογη αύξηση» των εξοχικών κατοικιών και «υπερβολική χρήση οχημάτων» για τις μετακινήσεις τουριστών.
«Ο κίνδυνος», τόνισε η Κορούχο, «είναι να συγχέει κανείς την ανάπτυξη με την οικονομική μεγέθυνση».
Ελιτίστικο… «φρένο» στον υπερτουρισμό;
Οι προσπάθειες για περιορισμό των ανεξέλεγκτων τουριστικών ροών εξελίσσονται σε μια ευρύτερη τάση παγκοσμίως, σε δημοφιλείς προορισμούς.
Από τα κανάλια της Βενετίας και το Άμστερνταμ μέχρι τις παραλίες στον Κόλπο Μάγια στην Ταϊλάνδη και στο Μπαλί, αρχές και κάτοικοι επιχειρούν να βάλουν «φρένο» στις αρνητικές επιπτώσεις του μαζικού μεταπανδημικού τουρισμού.
Εκτείνονται από την επιβάρυνση του περιβάλλοντος και φυσικών τοπίων, έως περαιτέρω κρίση ακρίβειας και σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής για τους ντόπιους πληθυσμούς.
Στη Βενετία για παράδειγμα έχει μπει «κόφτης» στον αριθμό των επισκεπτών σε πολλές τοποθεσίες, απαγορεύτηκαν τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια, ενώ παραμένει στο «τραπέζι» το ενδεχόμενο επιβολής τέλους εισόδου σε ημερήσιους τουρίστες, που θα κυμαίνεται από 3 έως 10 ευρώ, ανάλογα με την εποχή.
Μια άλλη διάσημη πόλη για τα γραφικά κανάλια της, το Άμστερνταμ, έχει αλλάξει τακτική απέναντι στους τουρίστες, υιοθετώντας μια νέα στρατηγική για την προσέλκυση πιο ποιοτικού τουρισμού.
Επιβάλει νέους φόρους σε επισκέπτες, απαγόρευσε την ανέγερση νέων ξενοδοχείων στο κέντρο της και αλλάζει το προφίλ στην περιβόητη συνοικία με τα «κόκκινα φανάρια».
Η παραδεισένια παραλία στο νησί Κο Φι Φι, στον Κόλπο Μάγια της Ταϊλάνδης -που έγινε διάσημη από την ταινία The Beach με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο- παραμένει κλειστή κατά τακτά χρονικά διαστήματα, για να αποτραπεί η σοβαρή περιβαλλοντική υποβάθμισή της.
Ακόμη πάντως κι όταν είναι ανοιχτή στο κοινό, υπάρχουν πλέον αυστηροί περιορισμοί.
Στο εξωτικό Μπαλί, στην Ινδονησία, οι αρχές έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για μείωση των πλαστικών μια χρήσης, προώθηση των βιώσιμων τουριστικών πρακτικών και ενίσχυση της ευαισθητοποίησης για τη διατήρηση των φυσικών τοπίων και των παραδόσεων του νησιού.
Στη Μαγιόρκα εν τω μεταξύ -το μεγαλύτερο σε πληθυσμό νησί των Βαλεαρίδων και το δεύτερο πιο πυκνοκατοικημένο στην Ισπανία μετά την Τενερίφη- οι αρχές επέβαλαν περιορισμούς στην κατανάλωση αλκοόλ και έστρεψαν το βλέμμα τους στα πιο παχιά πορτοφόλια.
Φέτος η μέση τιμή διανυκτέρευσης είναι κατά σχεδόν 33% υψηλότερη σε σύγκριση με πέρυσι.
Κάτι που πρακτικά σηματοδοτεί αντιμετώπιση του υπερτουρισμού δια της… τεθλασμένης, με στροφή στον ελίτ τουρισμό και με οικονομικο-κοινωνικούς αποκλεισμούς, συμπεριλαμβανομένων των Ισπανών στην ίδια τους τη χώρα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις