Χόρχε Λουίς Μπόρχες: Η γλώσσα είναι από τη φύση της αισθητική δημιουργία
Αρκεί ένας απλός, φυσικός πόνος για ν' αρνηθούμε την ύπαρξη ενός παντοδύναμου Θεού
- «Είσαι ο διάβολος» – Αντιμέτωποι με τον πατέρα τους οι γιοι της Ζιζέλ Πελικό
- Κατεπείγουσα εισαγγελική παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο μετά την αποκάλυψη in – Για το χαμένο υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- Οι ληστές που έκλεψαν τα πορτρέτα των Ελισάβετ Β' και Μαργκρέτε Β' του Άντι Γουόρχολ τα έκαναν όλα στραβά
- Το ΠΑΣΟΚ θα προτείνει άλλο πρόσωπο για ΠτΔ αν ο Μητσοτάκης επιλέξει «στενή κομματική επιλογή»
Από τότε που τυφλώθηκε, ο Μπόρχες αγαπάει πολύ τα ταξίδια. Μπορεί πιο εύκολα να περιπλανιέται σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο από όνειρα, επαφές και μυρωδιές.
Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες, στην περιοχή του Παλέρμο, στα 1899. Δημιουργός μιας λογοτεχνίας που καλύπτει από το έπος μέχρι το φανταστικό της καθημερινότητας, στοιχειωμένης από λαβυρίνθους και καθρέφτες, τίγρεις και σπαθιά, μας προτείνει έναν ασύλληπτο κόσμο πλασμάτων και απείρων πραγμάτων.
Στην εξέλιξη αυτού του έργου ο Μπόρχες, ακούραστος ταξιδιώτης, δεν έπαψε να διασχίζει τις ηπείρους στην αιώνια αναζήτηση του ανθρώπου που περιπλανιέται στις γειτονιές, γυρεύοντας κάτι άλλο, κάποιο όνειρο.
Το να διαβάζεις Μπόρχες, όπως Αρτώ, Τζόις, Μπατάιγ, είναι μια εμπειρία καθοριστική. Το να συζητάς μαζί του είναι μια άλλη. Όταν μιλά, ο Μπόρχες κάνει γκριμάτσες, απαγγέλλει ποιήματα. Προσφέρεται θερμά σ’ αυτόν που τον ακούει. Η ομιλία του είναι πρόσκληση για ονειροπόληση, αναζήτηση του απείρου.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.7.1981, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ένα ζεστό απόγευμα, στο σπίτι του στο Μπουένος Άιρες, ο Μπόρχες, χαμογελώντας και κοιτάζοντάς με σταθερά με το αριστερό του μάτι, με ρώτησε:
— Πιστεύετε στο Θεό;
— Όχι.
— Ούτε εγώ. Οπωσδήποτε δεν θα μπορούσα να πιστεύω σ’ έναν μοναδικό Θεό, γιατί, αν πίστευα σ’ αυτόν, θα ήταν υπεύθυνος για μένα, και δεν θα μπορούσα να του το συγχωρήσω. Πιστεύω εξάλλου ότι αρκεί ένας απλός, φυσικός πόνος για ν’ αρνηθούμε την ύπαρξη ενός παντοδύναμου Θεού.
— Στους «Διαλόγους» με τον Σάμπατο λέγατε ότι ο Θεός είναι η μεγαλύτερη δημιουργία της φανταστικής λογοτεχνίας.
— Και η θεολογία είναι έργο του φανταστικού είδους.
— Και ο βουδισμός;
— Αυτό που μας προσφέρει ο βουδισμός είναι ακριβώς η δυνατότητα άρνησης της ύπαρξης του ίδιου του Βούδα, χωρίς να αναγκαζόμαστε να αρνηθούμε το δόγμα του. Είναι η κατ’ εξοχήν θρησκεία που δεν απαιτεί την ευπιστία, αλλά προϋποθέτει ότι η πίστη στο ιστορικό γεγονός δεν είναι σημαντική· το σημαντικό είναι να πιστεύει κανείς στο δόγμα. Ο βουδισμός δεν είναι μόνο θρησκεία, είναι ακόμη μυθολογία, κοσμολογία, μια σειρά μεταφυσικών συστημάτων που συγκρούονται μεταξύ τους.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.7.1981, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
— Στην Αργεντινή εκδόθηκε το τελευταίο σας βιβλίο: «Εφτά νύχτες» (Siete noches).
— Νομίζω ότι το βιβλίο που θα έπρεπε να διαβάσει κανείς είναι «Το βιβλίο της άμμου» (El libro de arena). Σ’ αυτό το βιβλίο υπάρχει ίσως η μοναδική νουβέλα που έχω γράψει, η «Ουλρίκα» (Ulrica). Νομίζω ότι είναι μια ιστορία που ρέει, ενώ στις άλλες υπάρχει κάτι το ματαιόδοξο, κάτι το μπαρόκ, και δεν μ’ αρέσει ούτε η ματαιοδοξία ούτε το στυλ μπαρόκ. Από την άλλη μεριά, υπάρχει «Το Κογκρέσο» (El Congreso), που είναι μια από τις καλύτερες νουβέλες μου, αλλά, περίεργο, δεν αρέσει σε κανέναν. Παρατηρήσατε ότι στην αρχή μοιάζει με Κάφκα, ενώ στο τέλος πλησιάζει περισσότερο στον Τσέστερτον. Αρχίζει με την ιδέα μιας περιπέτειας που δεν είναι δυνατή, ενώ στο τέλος μπερδεύονται όλα και τα πρόσωπα γίνονται πολύ ευτυχισμένα.
Ύστερα από μια μικρή παύση ο Μπόρχες συνέχισε:
— Ξέρετε, είμαι κιόλας 81 χρόνων, κι αυτό είναι σαν υπερβολή. Οι Γραφές προτείνουν τα 70, θεωρώ λοιπόν ότι κάπως υπερβάλλω. Άλλωστε, θέλω πολύ να πεθάνω σύντομα.
— Καταφέρνετε να βλέπετε ορισμένα πράγματα, ορισμένα χρώματα;
— Ναι, με το ένα μόνο μάτι μπορώ να διακρίνω ορισμένα χρώματα, το πράσινο, το γαλάζιο. Το κίτρινο π.χ. είναι ένα χρώμα που δεν με εγκατέλειψε ποτέ, ενώ το κόκκινο, το μαύρο είναι χρώματα που μου λείπουν. Το μαύρο μού λείπει εξαιρετικά. Έχασα τον σκοτεινό κόσμο. Το σκοτάδι δεν υπάρχει πια για μένα. Ακόμα και όταν κοιμάμαι, ζω σ’ έναν κόσμο πράσινης ή γαλάζιας ομίχλης. Τυφλός, δεν μπορώ πια να βασίζομαι στο μαύρο.
— Θεωρείτε την τύφλωση σαν ένα είδος χαρίσματος. Λέτε ακόμη ότι η τύφλωση πρέπει να είναι ένα ακόμη όργανο ανάμεσα σ’ αυτά, όσο περίεργα κι αν είναι, που η μοίρα ή η τύχη μάς προσφέρουν.
— Ναι, είναι έτσι απολύτως, οφείλω στην τύφλωση πολλά βιβλία, καλά ή κακά.
—Στο ποίημα που μου υπαγορεύσατε την άλλη φορά υπήρχε ένας στίχος όπου λέγατε: «η τύφλωση που δεν είναι παρά σκοτάδι και φυλακή».
— Ναι, έχετε δίκιο, ήταν ένα ποίημα ασήμαντο.
— Με ποιον τρόπο γράφετε ένα ποίημα, μια νουβέλα;
— Αισθάνομαι κάτι σαν δόνηση, μια συγκίνηση, και ξέρω ότι πρόκειται για αισθητική προδιάθεση — η γλώσσα είναι από τη φύση της αισθητική δημιουργία. Υιοθετώ μια παθητική πνευματική στάση, και κατόπιν βλέπω την αρχή και το τέλος μιας πιθανής ίσως ιστορίας. Διαβλέπω την αρχή και το τέλος, χωρίς να διακρίνω τη μέση, που παραμένει σκοτεινή, θαμμένη. Αυτή αποκαλύπτεται ενώ σκέπτομαι ή όταν αρχίζω να γράφω.
— Όταν γράφετε, τοποθετείτε πάντα τα πρόσωπά σας σε ακαθόριστες εποχές. Αλλά οι επιλογές των προσώπων σας παραμένουν πάντα κατανοητές, σύγχρονες.
— Ναι, πιστεύω ότι δεν πρέπει να προκαλούμε υπερβολική περιέργεια στον αναγνώστη ούτε επιθυμία έρευνας. Δεν πρέπει επίσης να ενοχλούμε το διάβασμά του με αναφορές που θα μπορούσαν να τον παρασύρουν σε αναζήτηση των λεπτομερειών.
— Σας αρέσει να ταξιδεύετε;
— Ναι, πολύ. Αλλά κατά περίεργο τρόπο, όταν δεν ήμουν τυφλός, δεν μου άρεσαν τα ταξίδια. Τώρα μου αρέσουν πολύ, νιώθω περισσότερο τα πράγματα.
— Έχετε κανένα σχέδιο για ταξίδι ή έχετε την πρόθεση να εγκατασταθείτε οριστικά κάπου αλλού;
— Θα προτιμούσα να εγκατασταθώ οριστικά σε μια μικρή πόλη παρά σε μια μεγάλη. Σκέφτομαι να μείνω στη Γενεύη ή στη Φλωρεντία…
— Είναι οριστική απόφαση ή απλώς σχέδιο;
— Είναι μόνο σχέδιο, δεν μπορώ να έχω ελπίδες… Φοβάμαι την ελπίδα.
*Επιφυλλίδα του «Βήματος» αφιερωμένη στο διάσημο αργεντινό συγγραφέα Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Το κείμενο (αναδημοσίευση άρθρου της Le Monde), που έφερε τον τίτλο «Ονειροπολήσεις», είχε δημοσιευτεί στο φύλλο που είχε κυκλοφορήσει στις 23 Ιουλίου 1981.
Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες (Jorge Luis Borges), μορφή στην παγκόσμια λογοτεχνία του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες στις 24 Αυγούστου 1899 και απεβίωσε στη Γενεύη στις 14 Ιουνίου 1986.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις