Η οικονομική κατάρρευση στον Λίβανο μετρά πια τέσσερα χρόνια.

Όμως στον ορίζοντα η σωτηρία δεν είναι ακόμη ορατή.

Στην πάλαι ποτέ επονομαζόμενη «Ελβετία της Μέσης Ανατολής» τα τρία τέταρτα των 5,5 εκατομμυρίων κατοίκων της έχουν βυθιστεί στη φτώχεια.

Η λιβανέζικη λίρα -για χρόνια συνδεδεμένη με το δολάριο- έχει γίνει «κουρελόχαρτο», χάνοντας το 98% της αξίας της από το 2019.

Ο πληθωρισμός ίπταται στο 250%. Το ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί κατά 40%.

Εν μέσω άτυπων ελέγχων κεφαλαίων και απόγνωσης, ολοένα και περισσότεροι καταθέτες καταφεύγουν σε ληστείες για να αποκτήσουν πρόσβαση στις αποταμιεύσεις μια ζωής.

Η επισιτιστική ανασφάλεια έχει χτυπήσει «κόκκινο».

Ελλείψει χρηματοοικονομικής ρευστότητας, τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας κατεβάζουν συχνά πυκνά διακόπτη, με μοναδική εναλλακτική τις γεννήτριες -ακόμη και για τα νοσοκομεία- ενόσω οι τιμές των καυσίμων έχουν πάρει και αυτές «φωτιά».

Κατά τα λοιπά, η χώρα διολισθαίνει στην «άβυσσο» στον… «αυτόματο».

Εδώ και μήνες ο Λίβανος είναι χωρίς εκλεγμένο πρόεδρο, με υπηρεσιακή κυβέρνηση, ένα βαθιά κατακερματισμένο κοινοβούλιο και τον επί 30ετία και μέχρι πρότινος διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας υπό έρευνα, καταζητούμενο από την Interpol.

Το κατ΄ευφημισμόν «πακέτο διάσωσης» από το ΔΝΤ, ύψους 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, «σκοντάφτει» στην απουσία πολιτικής βούλησης για σκληρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Βουτηγμένη εδώ και δεκαετίες στη διαφθορά, η εγχώρια ελίτ -πολιτική και οικονομική, στενά συνυφασμένες- προσπαθεί τώρα να τις αποφύγει, υποσχόμενη ανάκαμψη… δια της τεθλασμένης.

Δεν θέλουν να επωμιστούν το βάρος του κόστους της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης και της τραπεζικής αναδιάρθρωσης.

Ούτε και να διαλυθεί το δίκτυο, που τους επέτρεπε μέχρι σήμερα να  «αρμέγουν» το λαό και το σύστημα μέσω αυτού που η Παγκόσμια Τράπεζα έχει παραλληλίσει με «Σχήμα Πόντσι».

Ως εκ τούτου, η λιβανέζικη ελίτ ποντάρει τώρα τα «ρέστα» της στα τραπεζικά εμβάσματα από τη διασπορά -που αποτελούν πλέον σχεδόν το 40% της οικονομίας- στην υπό ανάπτυξη τουριστική βιομηχανία και στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου.

«Καλώς ήρθε το δολάριο»

Για αυτή την καλοκαιρινή σεζόν, το υπουργείο Τουρισμού του Λιβάνου προβλέπει ρεκόρ τουριστών.

Πολλοί είναι μέλη της λιβανέζικης διασποράς, που ξοδεύουν αφειδώς δολάρια την μεν ημέρα στα παραλιακά κέντρα κατά μήκος των ακτών στη Μεσόγειο, το δε βράδυ στα νυχτερινά κέντρα.

Όμως ακόμη και γι’ αυτούς η ακρίβεια φαντάζει δυσβάσταχτη.

Τρία χρόνια μετά τη φονική έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού -που άφησε πίσω της 218 νεκρούς, πάνω από 7.000 τραυματίες και σχεδόν τη μισή πόλη διαλυμένη- το κόστος ζωής στην πρωτεύουσα του Λιβάνου έχει γίνει πιο «αλμυρό» ακόμη και από τη Μαδρίτη ή τη Λισαβόνα.

Ενδεικτικά, ένας απλός φυσικός χυμός μπορεί να κοστίζει έως και 12 δολάρια.

Με τούτα και με εκείνα, στην κυβέρνηση υπολογίζουν σε έσοδα 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την καλοκαιρινή τουριστική κίνηση.

Τη «γλύκα» τους, ωστόσο, δεν θα την γευτούν όλοι.

Θα επωφεληθούν πρωτίστως οι μεγάλες και δευτερευόντως μεσαίες επιχειρήσεις στον τουριστικό τομέα, όπου οι μισθοί των εργαζόμενων παραμένουν κολλημένοι σε επίπεδα πείνας, με εξαντλητικά ωράρια.

Σε κάθε περίπτωση, τα τουριστικά έσοδα θεωρούνται από μόνα τους «τσιρότο» στην χαίνουσα οικονομική «πληγή».

Για την «αιμοδοσία» της, οι αρχές του Λιβάνου υπολογίζουν περισσότερο στην αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων στα βάθη της Μεσογείου.

Ο δρόμος άνοιξε μετά την πρόσφατη ιστορική συμφωνία με το Ισραήλ -έπειτα πολυετή αμερικανική μεσολάβηση- που έβαλε τέλος στη μακροχρόνια διαμάχη για τα θαλάσσια σύνορα και σήμανε για τη Βηρυτό την έναρξη των προσπαθειών εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στην ΑΟΖ.

Η πρώτη ερευνητική γεώτρηση του Λιβάνου μόλις άρχισε στο θαλάσσιο «οικόπεδο» 9, από την κοινοπραξία όπου το «πάνω χέρι» έχει η γαλλική εταιρεία TotalEnergies και στην οποία συμμετέχουν η ιταλική ENI και η κρατική QatarEnergy του Κατάρ.

Τα αποτελέσματα για την συγκεκριμένη έρευνα αναμένονται εντός του προσεχούς Νοεμβρίου, ενώ η κοινοπραξία είχε εκφράσει ενδιαφέρον για άλλα «οικόπεδα» πέριξ του μπλοκ 9.

Ευσεβείς πόθοι

Μετ’ εμποδίων ωστόσο προχωρά η σύσταση ενός κρατικού επενδυτικού ταμείου για τη συγκέντρωση των εσόδων, που πρότεινε στα τέλη του περασμένου μήνα η κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού.

Φυσικά δεν είναι το μοναδικό νομοσχέδιο που έχει «κολλήσει».

«Σε χώρες που αντιμετώπισαν παρόμοιες οικονομικές κρίσεις, το κοινοβούλιο θα ήταν σε συνεχή συνεδρίαση και αυτά τα έθνη θα είχαν επιλύσει τις κρίσεις», διαμαρτυρήθηκε ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός, Νατζίμπ Μικάτι: ένας μεγιστάνας των τηλεπικοινωνιών και ο πλουσιότερος άνθρωπος του Λιβάνου.

«Υπάρχουν πολλές προτάσεις νόμου σχετικά με το σχέδιο ανάκαμψης, την αναδιάρθρωση των τραπεζών και την αντιμετώπιση του χρηματοπιστωτικού κενού. Όλα αυτά απαιτούν άμεση επίλυση», συμπλήρωσε.

«Εάν το κοινοβούλιο δεν προχωρήσει στην έγκρισή τους, δεν θα υπάρξει οικονομική σταθερότητα στη χώρα», προειδοποίησε.

«Έχουμε φτάσει σε μια εξαιρετικά δύσκολη φάση και η οικονομία μας βασίζεται στα μετρητά, εκθέτοντας τον Λίβανο σε πολλαπλούς κινδύνους. Σε περίπτωση που δεν καταφέρουμε να βρούμε λύση, ο καθένας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του».

Πολλοί νομοθέτες εκφράζουν ωστόσο επιφυλάξεις για το Ταμείο Κρατικού Πλούτου, κάνοντας λόγο για «παραθυράκια» στο σχετικό νομοσχέδιο και για ευνοιοκρατία.

Προφανώς προκύπτει νέα διαμάχη για τη μοιρασιά και σε αυτή την «πίτα».

Κατά τα λοιπά, στον άρτι εγκριθέντα νέο προϋπολογισμό το έλλειμμα έχει εκτοξευτεί περίπου στο 24%.

Οι περισσότερες επιχειρήσεις πλέον απαιτούν πληρωμή σε δολάρια: από παντοπωλεία, μέχρι φαρμακεία.

Αξιωματούχοι εκλιπαρούν για ανθρωπιστική βοήθεια παρόμοια με αυτή ενός έθνους σε πόλεμο.

Εγκλωβισμένη επίσης στο σπιράλ του πληθωρισμού, η λιβανέζικη διασπορά έχει αρχίσει να γίνεται πιο σφιχτή στην αποστολή εμβασμάτων.

Απεγνωσμένοι μεροκαματιάρηδες Λιβανέζοι προσπαθούν με οποιονδήποτε τρόπο να εκμεταλλευτούν την καλοκαιρινή σεζόν και τους τουρίστες για να αυξήσουν το εισόδημά τους τώρα που «γυρίζει».

Καθώς όμως το φθινόπωρο πλησιάζει απειλητικά και οι κυβερνητικές υποσχέσεις δεν γεμίζουν τα άδεια τους στομάχια, φαίνεται να εξαντλούνται -μαζί με την ελπίδα- και τα τελευταία ψήγματα της υπομονής τους.