Αττίκ: Κριτήριο του γούστου μας, της κοινωνίας μας και της αγωγής μας
Ένας καλλιτέχνης με πανευρωπαϊκή ακτινοβολία
Συχνά λέμε για τους δύο «μεγάλους» της ελληνικής μουσικής, τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη.
Αν θέλουμε, όμως, να συμπληρώσουμε με σοβαρότητα και επιγραμματικά την ιστορία των τραγουδιών μας, πρέπει οπωσδήποτε να μιλάμε για τρεις μεγάλους: πριν από τον πόλεμο ήταν ο Αττίκ και μετά τον πόλεμο, μάλιστα, ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης.
«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 19.2.1987, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Φέτος είναι σίγουρο ότι θα μιλήσουμε πολύ για τον κορυφαίο αυτόν προπολεμικό καλλιτέχνη. Θα γιορταστούν τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του –που ήδη συμπληρώθηκαν–, ενώ όλα δείχνουν ότι ένα μεγάλο καφέ βιβλίο γραμμένο από τη Δανάη για τον Αττίκ (που κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες η «Εστία») θα είναι ένα από τα μπεστ σέλερ της χρονιάς.
«Η μεγάλη μας Δανάη», όπως συνήθως αποκαλείται η Δανάη Στρατηγοπούλου, που θεωρείται ίσως η «πρωταγωνίστρια» των τραγουδιών του Αττίκ, ήταν σίγουρα η πιο κατάλληλη για να γράψει αυτό το βιβλίο.
[…]
Η Δανάη Στρατηγοπούλου
Ο πολύς κόσμος ξέρει τον Αττίκ σαν ένα συνθέτη και στιχουργό αισθηματικών τραγουδιών, που έβγαλε πολλά νεαρά ταλέντα στη «Μάντρα» του. Πέθανε –νομίζουν πολλοί– από πείνα στο τέλος του πολέμου, αφού γύρισε τα «Χειροκροτήματα».
[…]
Ο Αττίκ πρώτα-πρώτα δεν είναι «ο ιδιοκτήτης της Μάντρας και τελείωσε», γράψαμε τη βιογραφία του. Είναι ο πρώτος «σόουμαν» της χώρας μας, σε μια εποχή που βέβαια αγνοούσαμε τον όρο, είναι ένας καλλιτέχνης με πανευρωπαϊκή ακτινοβολία, που πριν αρχίσει την καριέρα του στην Αθήνα είχε ήδη μια καριέρα πίσω του στο Παρίσι.
Συνηθίζουμε να λέμε για λαμπρές καριέρες Ελλήνων στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, χωρίς εκεί να τους ξέρει άνθρωπος. Εδώ, κάθε άλλο. Ο Αττίκ έγραψε στο Παρίσι των αρχών του αιώνα (1907-1913) τριακόσια (!) τραγούδια και έγινε διάσημος. Πού; Στο καλλιτεχνικό κέντρο του κόσμου, στη χρυσή εποχή του.
Όπως γράφει η Δανάη στο βιβλίο, οι εκδοτικοί οίκοι αγωνίζονται ποιος να πρωτοσυνεργαστεί μαζί του και το 1908 οι Editions Universelles τον αγκαζάρουν με αποκλειστικό συμβόλαιο ως έναν από τους τέσσερις μόνιμους συνθέτες, σε αντίθεση με τους πάμπολλους περιστασιακούς συνθέτες του Παρισιού.
Το Παρίσι, την εποχή εκείνη, γεμίζει αφίσες, πολυτελή προγράμματα με τα τραγούδια του, τις οπερέτες του, τις επιθεωρήσεις του. Θρίαμβος. Οι άσοι του γαλλικού τραγουδιού τον διεκδικούν και εκείνος εμφανίζεται παντού: Le Grelot, Le Grillon, Music Hall, Casino de Montmartre, ένας ατέλειωτος κατάλογος με τις σάλες όπου γλεντάει το Παρίσι της «μπελ επόκ».
Casino de Montmartre, 1913
Ο Κλέων, όμως, επιστρέφει στην Αθήνα. Είναι τρελός; Όχι. Πολύ ευαίσθητος. Η αγαπημένη του Marie-Hélène, η πρώτη του γυναίκα, πεθαίνει, το παιδί τους, δυο χρονών, πεθαίνει κι αυτό. Γελάει στη σκηνή, κλαίει στα παρασκήνια. Το 1911 η οικογένεια Τριανταφύλλου ξυπνάει ένα πρωί έχοντας χάσει την τεράστια περιουσία της, ενώ η αδελφή του Νόρα, το 1914, γυρίζει, για να πεθάνει τελικά στην Ελλάδα. Ο Κλέων τη συνοδεύει και έτσι το Παρίσι αποτελεί πια παρελθόν.
Η Marie-Hélène, η πρώτη γυναίκα του Αττίκ και μητέρα του μοναδικού παιδιού του
Ο πατέρας του Αττίκ ήταν βαθύπλουτος βαμβακοπαραγωγός έμπορος της Αιγύπτου, επί 25 χρόνια διευθυντής της Planta and Company. Η μητέρα του, η Εριθέλγη, είναι κόρη του Δημήτρη Ραπτάκη, γιατρού και 30 χρόνια βουλευτή του Ριζοσπαστικού Κόμματος. Η Εριθέλγη επηρέασε αποφασιστικά τον Κλέωνα, γιατί φαίνεται ότι ήταν και ένας ιδιαίτερα χαρισματικός άνθρωπος. Μιλούσε ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, αραβικά και… εσπεράντο! Λάτρευε τον Όμηρο, ενώ έφυγε, πριν παντρευτεί ακόμα, στο Λονδίνο, να γνωρίσει τη ζωή εκεί. Σουφραζέτα…
Ο Κλέων ήταν οχτώ χρονών όταν πέθανε ο πατέρας του και τότε ήρθαν από την Αίγυπτο στην Αθήνα.
Δύο στοιχεία είναι αρκετά για την οικονομική τους κατάσταση αντί οποιουδήποτε άλλου… εκκαθαριστικού εφορίας. Το ένα είναι ότι είχαν στο σπίτι τους 13 δασκάλους, κηπουρούς, νταντάδες, μάγειρους, υπηρέτες, και επειδή το νούμερο ήταν γρουσούζικο πήραν και… εσωτερική μοδίστρα. Το δεύτερο, ότι μια μέρα η Εριθέλγη, ορμώμενη πια από το τριώροφο ιδιόκτητο αρχοντικό της οδού Αλεξάνδρου Σούτσου 1, ξεκινάει με το υπηρετικό προσωπικό και τα παιδιά της για την Opéra στο Παρίσι, όπου δίνει μια παράσταση ο μεγάλος Καρούζο. Και επειδή δεν υπάρχει βαγκόν-λι, νοικιάζει έναν ολόκληρο σιδηροδρομικό συρμό αλέ-ρετούρ, για να μη χάσουν την παράσταση. Έχασαν, βέβαια, την περιουσία τους, και δεν είναι καθόλου περίεργο. Ο υπουργός Σπυρίδων Στάης, οικογενειακός τους φίλος, είχε πει: «Χρειάστηκε το ταλέντο μιας Εριθέλγης για να κατασπαταληθεί μια τέτοια τεράστια περιουσία».
Αυτή είναι η πιο άγνωστη πλευρά της ζωής του Αττίκ. Την άλλη, της «Μάντρας», τη θυμούνται πολλοί. Για την Αθήνα είναι, σίγουρα, η λαμπρότερη. Είναι αυτή που μας έδωσε τις μεγάλες επιτυχίες του, που μας έδωσε τις μεγάλες προπολεμικές μας τραγουδίστριες.
Ο θίασος της «Μάντρας» σε μια περιοδεία του στην Αίγυπτο (στο κέντρο, ο Αττίκ)
Επειδή ο Αττίκ έγραψε ερωτικά τραγούδια και επειδή, για να τα γράψει, κυνήγησε με πάθος την έμπνευση μέσα από τα δικά του πάθη, είπαν ότι ήταν εραστής όλων των γυναικών που πέρασαν από δίπλα του. Δεν είναι, βέβαια, ακριβώς έτσι.
Αγάπησε πολλές και παντρεύτηκε τρεις. Τη Marie-Hélène, που έχασε, όπως αναφέραμε, πολύ νωρίς, τη Μαρίκα Φιλιππίδου, που του την πήρε ο ίλαρχος Σπύρος Μερκούρης το ’14, μπαμπάς της Μελίνας, και μια Ρωσίδα χορεύτρια, τη Σούρα, που την έφερε από τη Ρωσία το ’17, την παντρεύτηκε το ’27 και ήταν, τελικά, η χήρα του. Εκτός από αυτές, βέβαια, πολλές ερωτεύτηκε και για όλες έγραψε τραγούδια.
Η Μαρίκα Φιλιππίδου, η δεύτερη γυναίκα του Αττίκ και η πιο τραγουδισμένη απ’ όλες
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος κάνει έναν θαυμάσιο πρόλογο στο βιβλίο και θίγει ένα θέμα για το οποίο ο Αττίκ πολύ κατηγορήθηκε. Ότι δήθεν το έργο του είναι «ξενόφερτο», γιατί έχει τον αέρα της Ευρώπης. Ο Γεωργουσόπουλος βάζει στη θέση τους «τους κάπηλους τής τάχα ελληνικότητας» και τελειώνει το μικρό του κείμενο λέγοντας ότι το έργο του Αττίκ είναι «κριτήριο του γούστου μας, της κοινωνίας μας και της αγωγής μας».
Η Σούρα, η τρίτη γυναίκα και τελικά η χήρα του Αττίκ
Μ’ αυτά τα λόγια στις πρώτες του σελίδες, το βιβλίο για τον Αττίκ λέει την αλήθεια για το έργο του. Στις τελευταίες σελίδες του λέει την αλήθεια για τη ζωή του.
Ο Αττίκ δεν πέθανε από πείνα. Αποφάσισε να πεθάνει…
Το Τοξικολογικό βρήκε τα ίχνη του βερονάλ στο φλυτζάνι με το χαμομήλι του…
*Κείμενο της δημοσιογράφου Ρένας Θεολογίδου για τον περίφημο καλλιτέχνη Αττίκ. Έφερε τον τίτλο «Όσα δεν ξέραμε για τον Αττίκ» και είχε δημοσιευτεί στο τεύχος του «Ταχυδρόμου» που είχε κυκλοφορήσει στις 19 Φεβρουαρίου 1987.
Ο Αττίκ (Κλέων Τριανταφύλλου ήταν το πραγματικό του όνομα) απεβίωσε στην Αθήνα στις 29 Αυγούστου 1944, σε ηλικία 59 ετών.
- «Στη λίστα του ΠΑΟΚ ο Οσούτζι» (pic)
- Είναι αυτό το αρχαιότερο αλφάβητο του κόσμου;
- ΣτΕ: Σφραγίδα νομιμότητας στην προσωρινή διοίκηση της Κιβωτού του Κόσμου
- Μαρία Ζαχάροβα: Το τηλεφώνημα που δέχθηκε σε ζωντανή σύνδεση – «Μην σχολιάσεις το πλήγμα στην Ουκρανία»
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- ΑΕΚ Β’: Τέλος ο Κούστας – Ψάχνει νέο προπονητή