Πώς ο παρανοϊκός εθνικισμός διαφθείρει κράτη και συνειδήσεις
Οι κυνικοί ηγέτες τρομοκρατούν για να κερδίσουν και να καταχραστούν την εξουσία.
Οι άνθρωποι αναζητούν δύναμη και παρηγοριά στη φυλή τους, στην πίστη τους ή στο έθνος τους. Και εύκολα μπορεί να καταλάβει κάποιος το γιατί.
Εάν αισθάνονται ενσυναίσθηση για τους συμπολίτες τους, είναι πιθανότερο να συσπειρωθούν για το κοινό καλό. Τον 19ο και τον 20ο αιώνα, η αγάπη για την πατρίδα οδήγησε τους ανθρώπους να αναζητήσουν την ελευθερία τους από τις αυτοκρατορικές πρωτεύουσες σε μακρινές χώρες.
Σήμερα, οι Ουκρανοί κάνουν μεγάλες θυσίες για να υπερασπιστούν την πατρίδα τους ενάντια στους Ρώσους εισβολείς, γράφει ο Economist.
Δυστυχώς, η αγάπη για το «εμείς» έχει έναν… άσχημο ξάδερφο: τον φόβο και την καχυποψία γι’ «αυτούς», έναν παρανοϊκό εθνικισμό, που λειτουργεί ενάντια σε ανεκτικές αξίες, όπως το άνοιγμα σε άγνωστους ανθρώπους και νέες ιδέες.
Ο παρανοϊκός εθνικισμός
Οι κυνικοί πολιτικοί έχουν καταλάβει ότι μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτού του είδους τον εθνικισμό, μαστιγώνοντας και μεγαλώνοντας τη δυσπιστία και το μίσος προς όφελος των ιδίων και των στενών συνεργατών τους.
Η μεταπολεμική τάξη του ελεύθερου εμπορίου και οι παγκόσμιες αξίες δέχονται πιέσεις από τον ανταγωνισμό Αμερικής και Κίνας. Οι απλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι απειλούνται από δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό τους, από την πείνα και τη φτώχεια μέχρι την κλιματική αλλαγή και τη βία.
Με τον παρανοϊκό εθνικισμό, οι πολιτικοί-παράσιτα βγαίνουν στο κυνήγι της εξουσίας με εφαλτήριο τους φόβους των πολιτών τους και την υποβάθμιση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων.
Ο παρανοϊκός εθνικισμός λειτουργεί με ένα μείγμα υπερβολής και ψεμάτων. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν ισχυρίζεται ότι η Ουκρανία είναι μια μαριονέτα του ΝΑΤΟ, της οποίας οι ναζιστικές κλίκες απειλούν τη Ρωσία. Το κυβερνών κόμμα της Ινδίας προειδοποιεί ότι οι μουσουλμάνοι έχουν εξαπολύσει μια «τζιχάντ αγάπης» για να αποπλανήσουν τις νεαρές Ινδουίστριες.
Ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης
Ο πρόεδρος της Τυνησίας καταγγέλλει μια «συνωμοσία» των μαύρων της Αφρικής για την αντικατάσταση της αραβικής πλειοψηφίας της χώρας του. Οι κήρυκες του παρανοϊκού εθνικισμού προφανώς και βλάπτουν τους στόχους της ρητορικής τους, αλλά η πραγματική τους πρόθεση είναι να ξεγελάσουν τους οπαδούς τους.
Πυροδοτώντας την εθνικιστική ζέση, οι ηγέτες στο κυνήγι των δικών τους συμφερόντων και μόνο μπορούν να κερδίσουν πιο εύκολα την εξουσία και, μόλις την αναλάβουν, μπορούν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη από τις ακρότητες τους, βγάζοντας στον τάκο τους υποτιθέμενους εχθρούς τους, που σε διαφορετική περίπτωση θα τους κρατούσαν υπό έλεγχο.
Ο Ντάνιελ Ορτέγκα, ο πρόεδρος της Νικαράγουας, δείχνει πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η παραπάνω τακτική. Από τότε που επέστρεψε στην εξουσία το 2006, έχει δαιμονοποιήσει τις ΗΠΑ και έχει χαρακτηρίσει τους αντιπάλους του «πράκτορες της αυτοκρατορίας των Γιάνκις». Ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης και έχει βάλει τα μέλη της οικογένειας του σε θέσεις επιρροής. Μετά τις μαζικές διαδηλώσεις, που ξέσπασαν το 2018 για τις καταχρήσεις και τη βαρβαρότητα του καθεστώτος, οι Ορτέγκας αποκάλεσαν τους διαδηλωτές «βαμπίρ» και τους έκλεισαν στη φυλακή.
Στις 23 Αυγούστου απαγόρευσαν τους Ιησουίτες, ένα καθολικό τάγμα που λειτουργούσε στη Νικαράγουα, πριν ακόμα ανακηρύξει την ανεξαρτησία της από την Ισπανία το 1821, με το πρόσχημα ότι ένα πανεπιστήμιο των Ιησουιτών ήταν «κέντρο τρομοκρατίας».
Cynical leaders are trying to dismantle the checks and balances that underpin good governance. By one estimate, at least 50 countries have curbed civil society in recent years https://t.co/qslwklba3H
— The Economist (@TheEconomist) September 3, 2023
Ληστεύοντας τα κράτη
Η δημαγωγία συχνά οδηγεί σε ληστεία. Όπως οι Ορτέγκας, ορισμένοι εθνικιστές ηγέτες επιδιώκουν να κατακτήσουν το κράτος γεμίζοντας τον μηχανισμό του με συγγενείς τους και στενούς συνεργάτες τους. Η χρήση αυτής της τεχνικής υπό τον Τζέικομπ Ζούμα, πρώην πρόεδρο της Νότιας Αφρικής, είναι ένας λόγος γιατί η εθνική εταιρεία ενέργειας δεν μπορεί να κρατήσει τα φώτα αναμμένα λόγω απερίγραπτης και εκτεταμένης διαφθοράς.
Όπως επισημαίνει το βρετανικό περιοδικό, οι κυβερνήσεις έχουν γίνει περισσότερο εθνικιστικές από το 2012 και όλα δείχνουν ότι όσο πιο εθνικιστικές είναι, τόσο περισσότερο διεφθαρμένες είναι στην πραγματικότητα.
Ο πιο σημαντικός ρόλος του παρανοϊκού εθνικισμού όμως είναι αυτός του εργαλείου για την εξάρθρωση των ελέγχων και των ισορροπιών, που στηρίζουν την καλή διακυβέρνηση: την ελευθερία του Τύπου, τα ανεξάρτητα δικαστήρια, τις ΜΚΟ και την πιστή αντιπολίτευση. Οι ηγέτες δεν λένε: «Θέλω να καθαρίσω την εκλογική επιτροπή για να μπορέσω να φρενάρω τους πολιτικούς μου αντιπάλους». Συνήθως, λένε: «Οι επίτροποι είναι προδότες!»
Δεν παραδέχονται ότι θέλουν να καταστείλουν τις ΜΚΟ για να αποφύγουν τον έλεγχο. Ψηφίζουν νόμους που αναγορεύουν σε «ξένους πράκτορες» κάθε οργανισμό που λαμβάνει ξένα κεφάλαια ή ακόμη και συμβουλές, και επιβάλλουν δρακόντειους ελέγχους σε τέτοιους φορείς ή απλώς τους απαγορεύουν στο σύνολο τους. Δεν κλείνουν ολοκληρωτικά τον Τύπο, αποκτούν τον έλεγχο του. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, τουλάχιστον 50 χώρες έχουν περιορίσει την κοινωνία των πολιτών τα τελευταία χρόνια.
Απειλές από παντού
Τρανό παράδειγμα αυτού είναι ο πρόεδρος της Τυνησίας, Κάις Σάγιεντ. Πριν κατηγορήσει τους μαύρους για τα προβλήματα της χώρας του, δεν ήταν δημοφιλής λόγω των κακών αποδόσεων του στον τομέα της οικονομίας. Τώρα οι Τυνήσιοι τον επευφημούν για την τολμηρή στάση του απέναντι σε μια μικρή μειονότητα. Στο μεταξύ, ο Σάγιεντ κατέστρεψε το δικαστικό σώμα και έκλεισε την επιτροπή κατά της διαφθοράς, με αποτέλεσμα οι καταχρήσεις κάθε είδους να χτυπήσουν κόκκινο.
Οι καταχρήσεις είναι ευκολότερες, όταν οι θεσμοί είναι αδύναμοι: οι δεσποτικοί ηγέτες της Νικαράγουα, του Ιράν ή της Ζιμπάμπουε είναι πολύ λιγότερο περιορισμένοι από τους ηγέτες, για παράδειγμα, της Ουγγαρίας ή του Ισραήλ.
Σε όλες αυτές τις χώρες όμως (και σε πολλές άλλες), οι άνδρες της εξουσίας έχουν εφεύρει ή έχουν μεγιστοποιήσει τις απειλές για το έθνος ως πρόσχημα για να αποδυναμώσουν τα δικαστήρια, τον Τύπο ή την αντιπολίτευση. Και κατά αυτόν τον τρόπο, είτε έχουν παρατείνει μια διεφθαρμένη διοίκηση, είτε την έχουν χειροτερέψει.
Ο παρανοϊκός εθνικισμός είναι τμήμα μιας αντίδρασης ενάντια στην καλή διακυβέρνηση. Το τέλος του ψυχρού πολέμου οδήγησε στην άνθηση της δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο. Η μια χώρα μετά την άλλη εισήγαγε ελεύθερες εκλογές και περιορισμούς στην εκτελεστική εξουσία. Πολλοί διψασμένοι για εξουσία ηγέτες παραγκωνίστηκαν ως αποτέλεσμα του παραπάνω.
Η ευκαιρία της κρίσης
Μέσα στη γενική απογοήτευση που ακολούθησε την οικονομική κρίση του 2007-09, βρήκαν την ευκαιρία να ανακτήσουν τον έλεγχο. Ο παρανοϊκός εθνικισμός αποτέλεσε το εργαλείο για να διαλύσουν ορισμένους από αυτούς τους ελέγχους και τις ισορροπίες.
Επειδή αυτοί οι περιορισμοί τις περισσότερες φορές ήταν αποτέλεσμα της δυτικής ενθάρρυνσης -αν όχι της δυτικής χρηματοδότησης- οι ηγέτες θεώρησαν ευκολότερο να παρουσιάσουν τους υποστηρικτές της καλής διακυβέρνησης ως ξένους πράκτορες. Σε χώρες που έχουν ζήσει την αποικιοκρατία -ή την παρέμβαση των ΗΠΑ, όπως συνέβη σε πολλά κράτη της Λατινικής Αμερικής- το μήνυμα βρήκε έτοιμο κοινό. Εάν ένας ηγέτης μπορεί να δημιουργήσει ένα κλίμα τόσο βαθιάς καχυποψίας, που η πίστη να προηγείται της αλήθειας, τότε ο κάθε ένας που ασκεί κριτική μπορεί να χαρακτηριστεί ως προδότης.
Ο παρανοϊκός εθνικισμός δεν πρόκειται να εξαφανιστεί, υπογραμμίζει ο Economist. Οι ηγέτες μαθαίνουν ο ένας από τον άλλον. Είναι επίσης πιο ελεύθεροι να δράσουν από ό,τι ήταν πριν από μια δεκαετία. Όχι μόνο η Δύση έχει χάσει την πίστη της στο πρόγραμμά της για τη διάδοση της δημοκρατίας και τη σωστή διακυβέρνηση, αλλά η Κίνα (ένας παρανοϊκός εθνικιστής που έχει την τάση να μοιράζει απειλές σε κάθε γωνία) προωθεί την ιδέα ότι οι καθολικές αξίες της ανεκτικότητας και της καλής διακυβέρνησης είναι μια ρατσιστική μορφή του ιμπεριαλισμού.
Το Πεκίνο θέλει τη μη παρέμβαση από το εξωτερικό και την μηδενική κριτική στο εσωτερικό. Μόνο αν οι απλοί άνθρωποι μπορούσαν να δουν πίσω από τα ψέματα του παρανοϊκό εθνικισμού, θα συνειδητοποιούσαν πόσο λάθος είναι μια εκστρατεία σαν της Κίνας. Δεν υπάρχει τίποτα ρατσιστικό ή άπιστο στην επιθυμία για μια καλύτερη ζωή, καταλήγει το βρετανικό περιοδικό.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις