Ο Νάνος Βαλαωρίτης είναι ο άνθρωπος-φαινόμενο των ελληνικών γραμμάτων του τελευταίου τρίτου του 20ού αιώνα. Από πολλές απόψεις, με το έργο του, τη στάση του και τις πράξεις του έχει χαράξει ανεξίτηλα όσο κανένας άλλος το σώμα της πρωτοποριακής ελληνικής λογοτεχνίας. Και τι δεν έχει γράψει: ποίηση, μυθιστόρημα, διήγημα, δοκίμιο, θέατρο. Ανατρεπτικός, επαναστατικός και κοσμοπολίτης, «συνέφαγε» ως ίσος με τον Αντρέ Μπρετόν στα σουρεαλιστικά μαγειρεία των Παρισίων, όπου έζησε τη δεκαετία του ’50. Επανελθών στο Κολωνάκι ίδρυσε το περιοδικό «Πάλι», το οποίο τάραξε, από το 1963 ως το 1967, τα λιμνάζοντα ύδατα των παλαιομοντερνιστών του Οίκου Γεώργιος Κατσίμπαλης και Σία. Επί χούντας πήγε στην Αμερική, όπου δίδαξε στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο Όμηρο, Θέατρο και Σουρεαλισμό. Τα τελευταία δέκα χρόνια, με το ένα πόδι στο Κολωνάκι και το άλλο στην Καλιφόρνια, «βγάζει» βιβλία με μεγάλη συχνότητα και ταχύτητα. Θα σταματήσω όμως εδώ τα βιογραφικά, για να μην εκληφθεί η παρούσα παρουσίαση ως «νεκρολογία», αφού ο Νάνος Βαλαωρίτης, αν και ογδοηκοντούτης, ζει, βασιλεύει, εξακολουθεί να δημιουργεί, να γράφει, να είναι πολέμιος της μετριότητας και να συμπεριφέρεται τουλάχιστον ως πενηντάρης.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.1.2004, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η «Αλφάβητος κωφαλάλων» είναι το γνήσιον τέκνον του σουρεαλισμού. Θέλω να πω ότι αν τα ποιήματα και τα κολάζ της δεν είναι ο κατ’ εξοχήν και κατ’ εξακολούθησιν σουρεαλισμός, τότε δεν ξέρω ποιος μπορεί να είναι. Επειδή έτυχε να είμαι αυτόπτης μάρτυρας της κατασκευής των κολάζ της συλλογής στο σπίτι του ποιητή στην Οκλάνδη της Καλιφόρνιας τη δεκαετία του 1970, νομίζω ότι δικαιούμαι να πω τη γνώμη μου τώρα που ήρθαν και και τα ποιήματα και «έδεσε» η αλφαβήτα. Μόνα τους τα κολάζ ήταν σαν τα επτά μας φωνήεντα, ορφανά, άηχα και α-σύλλαβα. Με τα ποιήματα (που είναι τα δεκαεπτά μας σύμφωνα), γραμμένα από το 1990 ίσαμε το 2003, τα κολάζ βρήκαν ήχο και λόγο ύπαρξης. Πρόκειται για 19 ποιήματα που διεισδύουν μέσα στον μαγικό κόσμο των 27 κολάζ. Γραμμένα όχι για να ερμηνεύουν τα κολάζ, αλλά για να παραπλανήσουν τον αναγνώστη δημιουργώντας του την ψευδαίσθηση ότι, τάχα, υπάρχει αλληλεξάρτηση ποιήματος-κολάζ, τα ποιήματα είναι αυτοτελείς και αυτόνομες σουρεαλιστικές συνθέσεις που «σπρώχνουν» τον αποδέκτη στον κόσμο της σουρεαλιστικής ποιητικής ανάπτυξης μέσω της ειρωνείας, του χιούμορ, της ερεθιστικής εικονοπλασίας και μιας ασυνεπούς ροής με υπαινικτικότητα και χειμαρρώδη φαντασία. Ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για αλφάβητο κωφαλάλων, οπότε δεν θα ήταν παράδοξο αν τα ποιήματα διαβάζονταν και με τη γλώσσα των σημείων, των συμβόλων, των αλληγοριών και των μεταφορών. Και σε όλα αυτά ο Νάνος Βαλαωρίτης έχει αποκτήσει τρομερή πείρα και ειδίκευση, διεκπεραιώνοντας με μεγάλη ακρίβεια το παιχνίδισμα του υπαινιγμού, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να μας περνάει στην απέναντι όχθη της σουρεαλιστικής μαγείας αβρόχοις ποσί. Συγχρόνως, η «Αλφάβητος κωφαλάλων» είναι το έσχατο στάδιο της αυτόματης γραφής, η οποία, ειδικά με τον Βαλαωρίτη, κατακτά νέα πεδία, προωθώντας ένα βήμα πιο πέρα την ελληνική πρωτοπορία.


Ο Νάνος Βαλαωρίτης είναι αναμφισβήτητα ο τελευταίος των γνησίων ελλήνων υπερρεαλιστών και μόλις πρόσφατα επανέκαμψε στα πατρώα εδάφη. Από τους λόφους της Οκλάνδης, λοιπόν, στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Από το Savoy Tivolli και το Vezouvio του Αγίου Φραγκίσκου, στη «Λυκόβρυση», στο «Φίλιον» και στου «Κοραή» της Αθήνας. Τα στέκια αλλάζουν, αλλά οι εμπνεύσεις και οι ποιητικοί παλμοί παραμένουν οι ίδιοι, δυνατοί, ανατρεπτικοί, με φαντασία και τόλμη. Και ο Νάνος στέκει ως φάρος που αναβοσβήνει στο λιμάνι της σύγχρονης ποίησης, δείχνοντας στους ομιλούντες με ποιον τρόπο ο κόσμος των κωφαλάλων αποκτά εικονολεκτική ατμόσφαιρα.

*Κείμενο του ποιητή, δημοσιογράφου και εκδότη λογοτεχνικών περιοδικών Ντίνου Σιώτη για τον Νάνο Βαλαωρίτη, την προσωπικότητα και το έργο του. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2004, με αφορμή την κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής του Βαλαωρίτη «Μια αλφάβητος κωφαλάλων» (εκδόσεις Άγκυρα, Δεκέμβριος 2003).


Ο λογοτέχνης Νάνος Βαλαωρίτης, εμβληματική φυσιογνωμία των ελληνικών γραμμάτων, απεβίωσε στις 12 Σεπτεμβρίου 2019, πλήρης ημερών.


Το 2004 έλαβε το Βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το ποιητικό έργο του και το 2009 τιμήθηκε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του.

Το ποίημα που ακολουθεί προέρχεται από την «Αλφάβητο κωφαλάλων»:

Αρμαγεδδών και παπαρούνες

σε μάτιασε ο ουρανός
και είδες το άνω κάτω

Η έρευνα σταμάτησε στο σημείο
όταν ανάμεσα στους μηρούς της βρέθηκε
το συμπιεσμένο σε κύβο τοπίο

Το ντουλάπι άνοιξε κι έπεσε ο σκελετός ενός
χαϊδεμένου παιδιού οικογενείας
που έπαιζε κρυφτούλι εκεί μέσα από μικρός
Οι κωπηλάτες της ωραίας Καμίλας
που αμιλλώνται για την χείρα της
σηκώνουν όλο το βάρος της βίλας

Όταν ξανάνοιξε το κουτί ήταν άδειο
το περιεχόμενό του ένα χέρι μαρμάρινο
κόπηκε από ένα άγαλμα στο στάδιο

Φυλάξου μη σε σκεπάσουν από νωρίς
όπως τα φύλλα του φθινοπώρου
όλα τ’ αμαρτήματα της Κασσιανής

Αίμα και δάκρυα έτρεξαν όταν η θέα
της κορυφής του Αγίου Όρους ξάφνιασε
τους ιππείς από τα βάθη της Ασίας

Κι άνοιξε μια πληγή καινούργια
(του μαύρου χρυσού η ρωγμή)
στην πολιτεία την πανούργα.