Αστυνόμοι γυναικοκτόνοι: «Μεμονωμένα περιστατικά» ή απόρροια θεσμικού σεξισμού;
Τα σοβαρά εγκλήματα κατά γυναικών και παιδιών που διαπράττονται από υπηρετούντες αστυνομικούς δεν σταματούν στη γυναικοκτονία — περιλαμβάνουν επίσης ενδοοικογενειακή βία, κακοποίηση και βιασμούς.
- Τα νέα έξι κρίσιμα ερωτήματα του θρίλερ της Αμαλιάδας και οι άγνωστες έρευνες της ΕΛ.ΑΣ.
- Έρχεται πολικός αεροχείμαρρος στην Ευρώπη – Ο καιρός στην Ελλάδα μέχρι το Σάββατο
- 6-6-6: Η απλή μέθοδος που σε κρατάει σε φόρμα
- Κίνα: Αυτοκίνητο έπεσε επάνω σε πλήθος έξω από δημοτικό σχολείο – Τουλάχιστον 10 τραυματίες
Είχε πει στον πατέρα του ότι θα την σκότωνε, κάνοντας πράξη την απειλή του. Έτσι περίμενε μέχρι τα παιδιά του να πάνε σχολείο ώστε να αποφασίσει να τα αφήσει για πάντα ορφανά. Πάτησε τη σκανδάλη και της έκοψε το νήμα της ζωής, αποφασίζοντας μετά να δώσει τέλος και στη δικιά του.
Ακόμα μια φρικτή γυναικοκτονία προστέθηκε το πρωί της Τρίτης στην μακρά λίστα των δολοφονημένων γυναικών.
Δεν είναι δυνατόν ένας άνδρας που κακοποιεί γυναίκες στο σπίτι ή έξω από τη δουλειά να αφήνει πίσω του τις συμπεριφορές που επιτρέπουν και δικαιολογούν τη βία
Ο δράστης και αυτόχειρας της φρικτής δολοφονίας στη Θεσσαλονίκη, έγινε γνωστό ότι είναι ένας 38χρονος αστυνομικός. Φίλος του μιλώντας για το αποτρόπαιο έγκλημα δεν παρέβλεψε να πει πως «την αγαπούσε τρελά», σε μια προσπάθειά του μάλλον να τον εξιλεώσει, συγχέοντας την αγάπη με το έγκλημα, τη δολοφονία και την έμφυλη βία.
Δεν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό, ωστόσο, και όχι αυτό (μόνο) της γυναικοκτονίας, αλλά και της δολοφονίας γυναίκας από τον αστυνομικό σύντροφό της.
Εκτέλεσε ένα – ένα τα μέλη της οικογένειάς του
18 Δεκεμβρίου 2017
Το έγκλημα στους Αγίους Αναργύρους με δράστη τον αρχιφύλακα Χρήστο Ζαπαντιώτη, ο οποίος σκότωσε την οικογένειά του και ύστερα αυτοκτόνησε, είναι αδύνατο να ξεχαστεί εύκολα.
Οι περισσότεροι δεν γνώριζαν τα όσα συνέβαιναν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Οι καβγάδες είχαν πάψει εδώ και καιρό να ακούγονται, αλλά όχι επειδή είχαν, όπως φαίνεται, σταματήσει.
Η Ελένη, η γυναίκα του, του είχε ζητήσει να χωρίσουν και όπως είχε εξομολογηθεί η ίδια, φοβόταν ότι θα την σκότωνε.
Μια μέρα ο αρχιφύλακας μόλις είχε επιστρέψει από υπηρεσιακό ταξίδι στα Ιωάννινα όπου συνόδευε τον Κώστα Σημίτη. Αρχισε να τσακώνεται με την γυναίκα του. Ακούγοντας τις φωνές η πεθερά του αρχιφύλακα, ανέβηκε από το κάτω διαμέρισμα στο σπίτι του παιδιού της. Αυτό στάθηκε μοιραίο.
Ο αρχιφύλακας εξοργίστηκε και πυροβόλησε στον αέρα δυο φορές. Δυο βολίδες βρέθηκαν στους τοίχους. Στην συνέχεια έστρεψε το όπλο του στην γυναίκα του και την πυροβόλησε τρεις φορές σχεδόν εξ’ επαφής στον θώρακα.
Η πεθερά του βλέποντας αυτό το τραγικό θέαμα προσπάθησε να ξεφύγει, βρέθηκε κοντά στην μπαλκονόπορτα πιθανότατα προσπάθησε να φωνάξει βοήθεια, αλλά δεν πρόλαβε. Το πτώμα της βρέθηκε κοντά στην μπαλκονόπορτα και σε απόσταση ενός μέτρου από της κόρης της.
Ο 47χρονος στη συνέχεια πήγε στην κρεβατοκάμαρα. Το κοριτσάκι τους είχε ξυπνήσει από την φασαρία. Ο δράστης το ησύχασε και το κοίμισε ξανά. Στην συνέχεια έβαλε το όπλο στο αυτί του παιδιού του και το σκότωσε.
Ο αστυνομικός βρέθηκε νεκρός γονατιστός στο πλάι στο κρεβατιού και όπως όλα δείχνουν πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να πάρει την απόφαση να δώσει τέλος στην ίδια του την ζωή.
Σκότωσε τη γυναίκα του και τη φίλη της
18 Μαρτίου 2020
«Είχα τρελαθεί. Δεν έβλεπα τα παιδιά μου. Δεν έτρωγα, δεν κοιμόμουν, σκεφτόμουν μόνο τα παιδιά και τη σύζυγό μου που αγαπούσα ακόμα». Με αυτά τα λόγια επιχείρησε, σύμφωνα με πληροφορίες, σήμερα, ενώπιον των ανακριτικών αρχών να δικαιολογήσει τη δολοφονία της πρώην συζύγου και της φίλης της στην Κηφισιά ο 35χρονος κατηγορούμενος αστυνομικός.
Μάλιστα, κατά την απολογία του φέρεται να δήλωσε μετανιωμένος για το διπλό έγκλημά του, να ζήτησε συγγνώμη αλλά και να επικαλέστηκε ψυχολογικά προβλήματα.
Ωστόσο, δεν κατάφερε να πείσει ανακριτή και εισαγγελέα και αμέσως μετά την απολογία του οδηγήθηκε στη φυλακή, καθώς κρίθηκε προφυλακιστέος.
Το έγκλημα έλαβε χώρα το 2020 έξω από σουπερμάρκετ στην Κηφισιά. Η πρώην σύζυγος του δράστη, όπως και μια φίλη της, έπεσαν νεκρές από τα πυρά του.
Πληροφορίες αναφέρουν πως κατά την απολογία του ο 35χρονος υποστήριξε πως δεν θυμάται τι ακριβώς τι έγινε εκείνη περασμένη Τετάρτη. Παρ’ όλα αυτά, φέρεται να είπε πως… θόλωσε όταν άκουσε τη σύζυγο του να του λέει πως θα κάνει ό,τι θέλει.
Περίμενε ήρεμος να παραδοθεί
22 Μαρτίου 2011
Ο κρότος ενός πυροβολισμού που συγκλόνισε ένα βράδυ του 2011 την Καλαμπάκα, σήμανε το τέλος της ζωής για μια 34χρονη γυναίκα και το ξεκίνημα ενός πραγματικού εφιάλτη για δύο μικρά παιδιά που θα ζουν στο εξής με την εικόνα του πατέρα τους να σκοτώνει την μητέρα τους.
Δράστης του εγκλήματος είναι ένας απόστρατος αστυνομικός 54 χρόνων που εδώ καιρό διαπληκτιζόταν με την κατά 20 χρόνια μικρότερη σύζυγό του, με την οποία είχε αποκτήσει δύο παιδιά ηλικίας 8 και 12 χρόνων. Τη νύχτα, όταν η 34χρονη γυναίκα έπεσε για ύπνο, ο σύζυγός της κλωθογύριζε στο μυαλό του την σκέψη να την βγάλει για πάντα από την ζωή του.
Ήταν λίγο μετά τις 5 τα ξημερώματα, όταν πήρε την μοιραία απόφαση. Άρπαξε την κυνηγετική καραμπίνα του, μπήκε στην κρεβατοκάμαρα και πυροβόλησε τη γυναίκα του στο κεφάλι την ώρα που κοιμόταν. Οι γείτονες άκουσαν τον πυροβολισμό και ειδοποίησαν αμέσως την Αστυνομία, οι άνδρες της οποίας βρήκαν τον συζυγοκτόνο να τους περιμένει ήρεμος για να παραδοθεί.
Τόλμησες να βγεις με τις φίλες σου;
10 Μαρτίου 2018
Ο 62χρονος συνταξιούχος αστυνομικός σκότωσε την γυναίκα του, μετά από έναν καβγά.
Σύμφωνα με πηγές του οικείου περιβάλλοντος, η άτυχη γυναίκα είχε βγει το προηγούμενο βράδυ με τις φίλες της για να γιορτάσουν την Ημέρα της Γυναίκας.
Οταν γύρισε στο σπίτι, ακολούθησε καυγάς που κατέληξε στον θανάσιμο πυροβολισμό.
Ένα από τα δύο παιδιά της, που κατοικούσε στον πάνω όροφο, ακούγοντας τους πυροβολισμούς, σκαρφάλωσε με σκάλα στο μπαλκόνι του σπιτιού και έσπασε το τζάμι για να μπει μέσα, όπου βρήκε τη μητέρα του νεκρή.
Ο 62χρονος συνταξιούχος αστυνομικός μετά την πράξη του παραδόθηκε στην αστυνομία.
Μεμονωμένα περιστατικά;
Τα σοβαρά εγκλήματα κατά γυναικών και παιδιών που διαπράττονται από υπηρετούντες αστυνομικούς δεν σταματούν στη γυναικοκτονία — περιλαμβάνουν επίσης ενδοοικογενειακή βία, κακοποίηση και βιασμούς.
Και αυτά δεν πρόκειται για «μεμονωμένα περιστατικά», αλλά για αποτελέσματα ενός θεσμικού σεξισμού.
Η καλή αστυνόμευση δεν θα τερματίσει τη βία των ανδρών κατά των γυναικών, αλλά θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε οι άνδρες που κακοποιούν γυναίκες να λογοδοτούν.
Θα πρέπει να μπορούμε να περιμένουμε από την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της. Θα πρέπει να περιμένουμε από αυτούς να τηρούν το νόμο – τουλάχιστον να μην βλάπτουν τις γυναίκες και τα παιδιά στην ιδιωτική τους ζωή.
Δεν είναι δυνατόν ένας άνδρας που κακοποιεί γυναίκες στο σπίτι ή έξω από τη δουλειά να αφήνει πίσω του τις συμπεριφορές που επιτρέπουν και δικαιολογούν τη βία των ανδρών κατά των γυναικών όταν φοράει την αστυνομική του στολή.
Και τέτοιοι άνδρες δεν πρέπει να είναι στην αστυνομία. Δεν πρέπει να ανταποκρίνονται σε κλήσεις κακοποίησης ή βιασμού γυναικών.
Ο σεξισμός, η βία και η εκμετάλλευση
Όταν ο Wayne Couzens ομολόγησε την ενοχή του για την απαγωγή, τον βιασμό και τη δολοφονία της Sarah Everard, η Cressida Dick, επικεφαλής της Μητροπολιτικής Αστυνομίας, είπε «δυστυχώς, κατά καιρούς, έχω κι από κάποιον «κακό»».
Αλλά το πρόβλημα της κακοποίησης γυναικών από τους άνδρες αστυνομικούς είναι πολύ βαθύτερο.
Στο εσωτερικό, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε άλλωστε την υπόθεση με τον μαστροπό αστυνομικό στην Ηλιούπολη ο οποίος βίαζε και εξέδιδε 19χρονη κοπέλα.
Υπενθυμίζεται μάλιστα πως αν και ο ίδιος κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων κατ’ επάγγελμα προς τέλεση γενετήσιων πράξεων, τελεσθείσα κατά συρροή, αφέθηκε ελεύθερος καθώς του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του… σύννομη βίου, μια απόφαση που καλλιεργεί αίσθημα αβεβαιότητας και ατιμωρησίας.
Σε διεθνές επίπεδο, έχουμε δει αστυνομικούς να εργάζονται ως «ασφαλίτες» και να εξαπατούν ακτιβίστριες κάνοντας δήθεν σχέσεις μαζί τους για να τους αποσπάσουν πληροφορίες, αστυνομικούς να αποθηκεύουν κρυφά φωτογραφίες κακοποιημένων και δολοφονημένων γυναικών και να τις διακινούν ή να στηρίζουν τους θύτες και όχι τα θύματα.
Αυτά, επομένως δεν αποτελούν «μεμονωμένα περιστατικά», αλλά πρόκειται για ένα ζήτημα θεσμικού σεξισμού.
Μια ανεξάρτητη διερεύνηση του σεξισμού και του μισογυνισμού στην αστυνομία και του αντίκτυπου που έχει στη βία των ανδρών κατά των γυναικών και στη δικαιοσύνη για τις γυναίκες που το καταγγέλλουν έχει καθυστερήσει πολύ.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις