Βασίλης Λάσκος: Πάνω στο καράβι του, δίπλα στο κανόνι του
Εις μνήμην του Βασίλη Λάσκου και των ανδρών του
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Ανήμερα του Σταυρού πριν από οκτώ ολόκληρες δεκαετίες, το Σεπτέμβριο του 1943, βυθίστηκε στα ανοιχτά του Κάστρου —φύσει οχυρής τοποθεσίας στο βόρειο άκρο της Σκιάθου— το υποβρύχιο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού «Κατσώνης» (Υ-1 «Κατσώνης»), με κυβερνήτη τον αντιπλοίαρχο Βασίλη Λάσκο.
H βύθιση του «Κατσώνη» υπήρξε το αποτέλεσμα της δίωρης καταδίωξής του από γερμανική ανθυποβρυχιακή κορβέτα, που υποχρέωσε τελικά το ελληνικό υποβρύχιο να αναδυθεί και να προβεί σε εξόρμηση διά πυροβόλου.
Αφού προηγήθηκε σφοδρή ανταλλαγή πυρών με το γερμανικό καταδιωκτικό υποβρυχίων, ο «Κατσώνης» εμβολίστηκε από το διώκτη του, με αποτέλεσμα να βυθιστεί στις 20:58 της 14ης Σεπτεμβρίου 1943, σε στίγμα 39ο 16′ Β και 23ο 27′ Α και σε βάθος 350 οργιών (640 μ.).
«Συμπαρέσυρεν εις την υστάτην αυτήν κατάδυσιν το ιερόν του φορτίο, τους νεκρούς του Κυβερνήτου, Αντιπλοιάρχου Λάσκου, και των άλλων εκείνων γενναίων, οι οποίοι είχαν πέσει εις την Γέφυραν, τον πυργίσκον και το πυροβόλον, ηρωικοί υπερασπισταί της τιμής της Πατρίδος», γράφει ο ναύαρχος Δ. Φωκάς στο βιβλίο του: «Έκθεσις επί της δράσεως του Β. Ναυτικού κατά τον Πόλεμον 1940-1944».
Απωλέσθησαν 32 άνδρες, μεταξύ των οποίων και ο κυβερνήτης του «Κατσώνη», Βασίλης Λάσκος, 19 πιάστηκαν αιχμάλωτοι, οι περισσότεροι λαβωμένοι, και τρεις, ο ύπαρχος, υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς, ο υποκελευστής Β’ (Πυρ) Αναστάσιος Τσίγκρος και ο υποκελευστής Β’ (Αρμ) Αντώνιος Αντωνίου κατόρθωσαν κολυμπώντας να διασωθούν και να βγουν οι δύο πρώτοι έπειτα από 7,5 ώρες στη Σκιάθο και ο τρίτος ύστερα από 14 ώρες στο Πήλιο.
Η γερμανική κορβέτα περισυνέλεξε 15 επιζήσαντες έλληνες υπαξιωματικούς και ναύτες, δύο από την ομάδα αποβάσεως (1 ανθυπίλαρχο, 1 λοχία) και δύο βρετανούς συνδέσμους, τον υποπλοίαρχο Hector J. C. Horgan και τον υπαξιωματικό (Τηλ) L. J. Smith.
Για να τιμήσει τους ηρωικώς πεσόντες, τους άνδρες του που χάθηκαν κατά τη βύθιση του υποβρυχίου «Κατσώνης», το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έδωσε το όνομα ορισμένων εξ αυτών σε σκάφη της Διοικήσεως Ταχέων Σκαφών: πυραυλάκατος «Λάσκος» (προς τιμήν του αντιπλοιάρχου Β. Λάσκου), πυραυλάκατος «Τρουπάκης» (προς τιμήν του υποπλοιάρχου Σ. Τρουπάκη), πυραυλάκατος «Μυκόνιος» (προς τιμήν του υποπλοιάρχου Σ. Μυκόνιου), πυραυλάκατος «Καβαλούδης» (προς τιμήν του σημαιοφόρου Μ. Καβαλούδη), πυραυλάκατος «Ξένος» (προς τιμήν του σημαιοφόρου Κ. Ξένου) και παράκτιο περιπολικό «Στάμου» (προς τιμήν του κελευστή Στάμου).
Ο Μ. Καραγάτσης, στον οποίον αφιερώσαμε το αμέσως προηγούμενο σημερινό άρθρο μας, έγραψε για τον κυβερνήτη του «Κατσώνη» και τους άνδρες του τα εξής στη μυθιστορηματική βιογραφία του υπό τον τίτλο «Αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος» (εκδόσεις Αετός, Αθήνα, 1948):
Οι πρώτες κιόλας ριπές των γερμανικών πολυβόλων θέρισαν την ομοχειρία του «Κατσώνη». Ο Τρουπάκης κι’ άλλοι έξη άντρες κοίτονται νεκροί στην κουβέρτα. Απόμεινε μόνος ο υποκελευστής Αντωνίου, ο πρώτος γεμιστής, που για μια στιγμή εσάστισε. Έξαφνα ακούει μια φωνή δίπλα του:
— Σκόπευε και ρίχνε! Θα σου δίνω εγώ βλήματα…
Ήταν ο Λάσκος. Έπαιρνε βλήματα από τις φυσιγγιοθήκες, γέμιζε το κανόνι, σφάλιζε το κλείστρο. Ενώ ο Αντωνίου σκόπευε κι’ έρριχνε. Ολόγυρά τους έβραζεν η θάλασσα από τις οβίδες του Γερμανού. Οι σφαίρες των πολυβόλων γαζώναν με τον απαίσιο ξηρό τους κρότο τις λαμαρίνες. Κι’ ερχόταν καταπάνω τους ο Γερμανός. Ερχόταν ολοταχώς, μεγαλόπρεπος μέσα στις λάμψεις από τις εκρήξεις των κανονιών του…
— Κουράγιο, βρε Αντωνίου! Και τους φάγαμε (φωνάζει ο Λάσκος).
Ο Αντωνίου σημαδεύει, ρίχνει. Από κει γυρνάει να πάρη από το χέρι του Λάσκου άλλη οβίδα. Αλλά δεν τον βλέπει να στέκεται δίπλα του. Κοιτάει χάμω. Και τον αντικρύζει ξαπλωμένον ανάσκελα, να κοιτάει τον ουρανό με τ’ ανοιχτά του μάτια. Μια ριπή είχε γαζώσει το αντρίκιο του στήθος. Κι’ έπεσε νεκρός, πάνω στο καράβι του, δίπλα στο κανόνι του. Το μεγάλο κι’ υποσυνείδητο όνειρο της ζωής του είχε εκπληρωθεί. Ο Βασίλης Λάσκος πέθανε πολεμώντας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις