Μάνος Λοϊζος: «Όταν έχω κέφια, είμαι σε θέση να μελοποιήσω ακόμα και τον τηλεφωνικό κατάλογο…»
Στην εικοσαετή μουσική του διαδρομή αγωνίστηκε για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, έγραψε τραγούδια που μπήκαν στο στόμα του απλού λαού και έγιναν συνθήματα.
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
«Ο πρόωρος χαμός του Μάνου αποτελεί τραγωδία σε εθνική διάσταση», ήταν η φορτισμένη συναισθηματικά δήλωση του Μίκη Θεοδωράκη, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του Μάνου Λοϊζου.
Ήταν Αύγουστος του 1982, όταν ο σπουδαίος Έλληνας δημιουργός επέστρεφε από τη Μόσχα στην Αθήνα. Είχε βρεθεί στη Ρώσικη πρωτεούσα για να νοσηλευθεί, ωστόσο και εκεί η υγεία του επιδεινώθηκε. Και δυστυχώς δεν τα κατάφερε. Έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς μετά από ένα δεύτερο θανατηφόρο εγκεφαλικό επεισόδιο.
13 Σεπτεμβρίου του 1985, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Λοΐζου, το Ολυμπιακό Στάδιο κατακλύστηκε από χιλιάδες θεατές που παρακολούθησαν τη θρυλική συναυλία-αφιέρωμα στον μεγάλο συνθέτη. Γιώργος Νταλάρας, Χάρις Αλεξίου, Δήμητρα Γαλάνη, Γιάννης Καλατζής και Βασίλης Παπακωνσταντίνου βρέθηκαν μαζί στη σκηνή και τραγούδησαν, μαζί με δεκάδες χιλιάδες θεατές, τα τραγούδια που οι ίδιοι ερμήνευσαν πρώτοι.
Με μια κιθάρα στο χέρι
Γεννημένος στην Κύπρο και συγκεκριμένα σε ένα χωριό της Λάρνακας των Αγίων Βαβατσινιάς ασχολήθηκε με τη μουσική από τα παιδκά του χρόνια στην Αλεξάνδρεια, όπου είχαν μετακομίσει οι γονείς του. Γράφτηκε σε τοπικό Ωδείο και άρχισε να μαθαίνει βιολί, αλλά κατέληξε στην κιθάρα. Μετά την αποφοίτησή του από το Αβερώφειο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας το 1955 ήλθε στην Αθήνα και γράφτηκε αρχικά στη Φαρμακευτική Σχολή και στη συνέχεια στην ΑΣΟΕΕ. Και σε εκείνη τη χρονική στιγμή της ζωής του αντιλαμβάνεται ότι θέλει να ασχοληθεί αποκλειστικά και μόνο με τη μουσική.
«Ο ερχομός μου στην Ελλάδα το ’55 συμπίπτει με την εμφάνιση του Χατζιδάκι σε δίσκους (‘‘Χάρτινο το φεγγαράκι’’», η ‘‘Λατέρνα’’ κ.λπ.)
Με τραγούδια για την ελευθερία και τις ανθρώπινες αξίες
«Ο Μάνος έφυγε χωρίς να έχει τίποτα δικό του. Ούτε καν τα τραγούδια του. Γιατί δεν έγραφε ποτέ για τον εαυτό του. Πάντα για τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και τα τραγούδια του είναι δικά μας τραγούδια» έχει πει σε συνέντευξη του ο Γιώργος Νταλάρας.
Στην εικοσαετή μουσική του διαδρομή συνεργάστηκε με τους στιχουργούς Γιάννη Νεγρεπόντη, Φώντα Λάδη, Μανώλη Ραούλη, Δημήτρη Χριστοδούλου και Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τα τραγούδια του, γεμάτα λυρισμό και τρυφερότητα, ερμήνευσαν μεγάλα ονόματα, ο Γιάννης Καλατζής, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η Χάρις Αλεξίου, ο Γιάννης Πουλόπουλος, ο Γιάννης Πάριος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Δήμητρα Γαλάνη.
«Μ’ ενδιαφέρει να γράφω όχι ωραία πράγματα, αλλά πώς θα ‘ρθω σ’ επαφή με τον κόσμο που πονάει κι αγωνίζεται»
Πρέπει να υπάρχει στρατευμένη τέχνη
Το 1966 είχε πει σε συνέντευξή του: «Σαν μουσικός που γράφω τραγούδια, ξέρω καλά ότι μπορώ να κάνω τον κόσμο να συνειδητοποιήσει ορισμένα πράγματα κι αυτό το θεωρώ μια πολύ σοβαρή λειτουργία. Μ’ ενδιαφέρει να γράφω όχι ωραία πράγματα, αλλά πώς θα ‘ρθω σ’ επαφή με τον κόσμο που πονάει κι αγωνίζεται.
Πρέπει να υπάρχει στρατευμένη τέχνη, γιατί, μέσα στο δρόμο αυτής της σχολής, μπορούν να βγουν αριστουργηματικά έργα. Αλλά το πιο σπουδαίο είναι, ότι η στρατευμένη τέχνη είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής στις χιλιάδες των φτωχών παιδιών που πεινάνε, αγωνίζονται και σκοτώνονται καθημερινά».
Τα δύσκολα χρόνια της χούντας, η σύλληψη και η φυλάκιση 9 ημερών
Το 1967 ο Μάνος Λοϊζος θα καταφύγει στην Αγγλία προκειμένου να γλυτώσει τη σύλληψη και θα επιστρέψει στην Ελλάδα 6 μήνες μετά. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος του παρέχει καταφύγιο αλλά και την ευκαιρία να βρεθούν οι δύο άνδρες καλλιτεχνικά. Τότε θα κυκλοφορήσουν τον σπουδαίο δίσκο που ονομάστηκε «Ο Σταθμός» από τον οποίο ξεχώρισαν, εκτός από το ομώνυμο τραγούδι, το «Παλιό Ρολόι» και το «Δελφίνι Δελφινάκι»..
Στις 17 Νοεμβρίου του 1973 ο Μάνος Λοΐζος συλλαμβάνεται. Οι χωροφύλακες του τμήματος της Νέας Ιωνίας, δεν δίστασαν να τον σύρουν μπροστά στην κόρη του και να τον οδηγήσουν στη φυλακή. Εννέα μέρες μετά θα αφεθεί ελεύθερος.
Είμαστε πια συνειδητοί, “γνωρίζουμε”…
Την τριετία 1974 – 1977 υπήρξε ένας από τους βασικούς εκφραστές του πολιτικού τραγουδιού. Στο τέλος του 1975, εννιά χρόνια μετά την παρουσίαση σε συναυλίες, κυκλοφορούν σε δίσκο τα «Νέγρικα». Για το συγκεκριμένο δίσκο ο Μάνος Λοίζος αναφέρει:
«Το τεράστιο τέρας που άλλοτε λέγεται φασισμός, άλλοτε μιλιταρισμός και άλλοτε δημοκρατία δυτικού τύπου -που δεν είναι τίποτε άλλο παρά προσωπεία του ιμπεριαλισμού- στέκεται από πάνω μας απειλητικό. Και η αντίδρασή μας είναι να τα ξεσκεπάσουμε και να φωνάξουμε μ’ όλη μας τη δύναμη ενάντια τους. Είμαστε πια συνειδητοί, “γνωρίζουμε”…»
Το 1983 κυκλοφορεί ο τελευταίος του δίσκος «Γράμματα στην Αγαπημένη» σε στίχους του ποιητή Ναζίμ Χικμέτ, σε μετάφραση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου.
Το τελευταίο γλέντι στο σπίτι της Χαρούλας Αλεξίου
«Τον θυμάμαι στο τελευταίο γλέντι της ζωής του, τρεις ημέρες πριν μπει στο νοσοκομείο με το πρώτο εγκεφαλικό, που ήταν και η αρχή του τέλους. Ήταν στο σπίτι της Χαρούλας Αλεξίου και του τότε συζύγου της Αχιλλέα Θεοφίλου, εν μέσω φίλων αγαπημένων.
Είχε κάποιες στεναχώριες με την προσωπική του ζωή (δεν πήγαιναν καλά οι σχέσεις με τη δεύτερη σύζυγό του, την ηθοποιό Δώρα Σιτζάνη, με την οποία βρισκόταν σε διάσταση), αλλά σύντομα καθώς κυλούσε η βραδιά, βρήκε την καλή του διάθεση- με τη συνδρομή της Αλεξίου, που έκανε ολόκληρη παράσταση για να τον διασκεδάσει» γράφει στο βιβλίο του ο Δημήτρης Γκιώνης και συνεχίζει:
«Και κάποια στιγμή πήρε την κιθάρα κι άρχισε να τραγουδάει, όπως ξέρουν πολλοί συνθέτες να λένε τα τραγούδια τους και κανένας δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ήταν η τελευταία φορά που τον ακούγαμε να τραγουδάει. Κι έπειτα με το εγκεφαλικό στο νοσοκομείο, όπου ένα πρωινό τον βρήκα μόνο. “Μπορείτε να με βοηθήσετε να τον βάλω στο άλλο κρεβάτι για να αλλάξω τα σεντόνια;” λέει μια νοσοκόμα.
Θα περάσει που θα πάει…
Και κάνω έτσι και τον σηκώνω στην αγκαλιά μου σαν πούπουλο, τόσο είχε αδυνατίσει. Αλλά δεν είχε χάσει το χαμόγελό του. “Θα περάσει που θα πάει”. Και καθώς δεν ξεχνούσε ότι ήταν πρόεδρος της Ένωσης Μουσικοσυνθετών – Στιχουργών Ελλάδας: “Γράψε κάτι για το σινάφι μας που δεν έχουμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τόσα λεφτά βγάζουν από μας”. Δεν ήμουν μόνο ο δημοσιογράφος που τον θαύμαζε και τον περιποιόταν.
Οι στιγμές του αποχαιρετισμού των φίλων
Ήμουν και φίλος μια και έλαχε να τον γνωρίσω και να κάνουμε παρέα πριν αναδειχθεί ως συνθέτης. Το βράδυ της ταφής του, ο Διονύσης Σαββόπουλος και η σύζυγός του Άσπα είχαν μια καλή ιδέα να παραθέσουν ένα δείπνο στο σπίτι τους μια “μακαριά” για λίγους φίλους (την κόρη του Μάνου Μυρσίνη με τη μητέρα της Μάρω, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Γιώργο Νταλάρα με την Άννα, τη Χαρούλα Αλεξίου και τον Αχιλλέα Θεοφίλου, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Νίκο Καρούζο, τον Χρήστο Λεοντή, τον Φώντα Λάδη, τον Μανώλη Ρασούλη κ.α)
Κι ήταν εκεί, μεταξύ εδεσμάτων, οίνου και λογής μνήμες για τον Μάνο, που ο Νίκος Καρούζος εκφράζοντας την πικρία αλλά και την αγανάκτηση για τη “βιασύνη” του Λοΐζου να μας αφήσει, αναφέρθηκε σε μια φυλή της Αφρικής. Όπου λέει μόλις πεθάνει κάποιος, τον κρεμάνε σε ένα δέντρο και τον δέρνουν που τους εγκατέλειψε..».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις