Κινμέν, σημαίνει «χρυσή πύλη»… Πρόκειται για μια ομάδα νησιών στα ανοιχτά της νοτιοανατολικής ακτής της Κίνας και 116 μίλια δυτικά από την ακτογραμμή της Ταϊβάν στο Στενό της Ταϊβάν . Έχουν περιγραφεί ως η πρώτη γραμμή οποιασδήποτε σύγκρουσης μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι. Και κάθε φορά που η ένταση μεταξύ των δύο πλευρών κλιμακώνεται, το Κινμέν επανέρχεται στο προσκήνιο.

Σε μία γλαφυρή του περιγραφή ο Guardian, αναφέρει ότι από τις αμμώδεις ακτές τους, οι αστραφτεροί ουρανοξύστες της Σιαμέν, μιας κινεζικής παράκτιας πόλης μόλις τρία μίλια μακριά, είναι μια υπενθύμιση του πλούτου και της ασφάλειας που υπόσχεται να προσφέρει το Πεκίνο στο Κινμέν σε περίπτωση ενοποίησης της Ταϊβάν με την Κίνα.

Οι κάτοικοι φαίνεται ότι είναι μοιρασμένοι, αλλά σαφώς ανησυχούν καθώς είναι νωπές ακόμα οι μνήμες από τους βομβαρδισμούς που έπλητταν το νησί.

Η γέφυρα

Σήμερα που σχέσεις είναι και πάλι τεταμένες τοπικοί αξιωματούχοι συζητούν ένα αμφιλεγόμενο σχέδιο για την κατασκευή μιας γέφυρας προς την Σιαμέν. Η ιδέα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης πρότασης για τη μετατροπή του Κινμέν σε αποστρατικοποιημένη ζώνη – αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 3.000 στρατιώτες στα νησιά – κάτι που οι υποστηρικτές λένε ότι θα βοηθούσε στην αποκλιμάκωση των εντάσεων με την Κίνα και θα τονώσει την οικονομία της περιοχής.

Ωστόσο, οι επικριτές, συμπεριλαμβανομένου του κυβερνώντος Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος (DPP), λένε ότι η γέφυρα είναι ένας δούρειος ίππος που θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική τους ασφάλεια. Θα μπορούσε να γίνει «ένας δρόμος που θα φέρει τους λύκους στο μαντρί », είπε ο Hsu Chih-chieh, νομοθέτης του DPP.

Το αρχιπέλαγος Κινμέν κυβερνάται από την Ταϊπέι από τότε που το εθνικιστικό κόμμα KMT, που ηττήθηκε από τους κομμουνιστές στον εμφύλιο πόλεμο της Κίνας, υποχώρησε στην Ταϊβάν το 1949. Μετά το τέλος του κινεζικού εμφυλίου πολέμου το 1949, το αρχιπέλαγος Κινμέν μετατράπηκε σε πρώτη γραμμή μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν και ο τρόπος ζωής των ανθρώπων ανατράπηκε από τα φράγματα που έστησε το πυροβολικό και από την επιβολή του στρατιωτικού νόμου.

Κατά τη διάρκεια των δύο κρίσεων στα στενά της Ταϊβάν της δεκαετίας του 1950, τα νησιά βομβαρδίστηκαν έντονα. Τώρα όμως οι βόμβες έχουν σταματήσει να πέφτουν και οι οβίδες του πυροβολικού μετατρέπονται σε κουζινομάχαιρα για τους τουρίστες. Τα οδοφράγματα που είναι διάσπαρτα στις παραλίες με θέα την Κίνα σκουριάζουν.

Και οι πληγές για τους κατοίκους είναι ακόμα ανοικτές:  «Η ιστορία της σύγκρουσης στην Ταϊβάν σπάνια λέγεται από τη δική μας οπτική γωνία, παρόλο που έχει καθορίσει τη ζωή μας για γενιές, πολύ πιο άμεσα από ό,τι στην Ταϊβάν [κύριο νησί] ή στην Κίνα», αναφέρει ένα κάτοικος στο AlJazzera.

Ο τουρισμός

Η οικονομία του Κινμέν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό. Μέχρι το 2019, σχεδόν οι μισοί τουρίστες προέρχονταν από την Κίνα. Αλλά εκείνη τη χρονιά, εν μέσω τεταμένων σχέσεων, η Κίνα απαγόρευσε σε μεμονωμένους τουρίστες να ταξιδεύουν στην Ταϊβάν. Το επόμενο έτος, επικαλούμενη περιορισμούς της Covid-19, η Ταϊβάν απαγόρευσε και τα κινεζικά τουριστικά γκρουπ.

Και οι δύο απαγορεύσεις εξακολουθούν να ισχύου , αν και από τις 20 Ιουλίου επιτρέπεται σε κάποιους που έχουν συγγενείς να την επισκέπτονται μέσω του πορθμείου από την Σιαμέν, εάν έχουν ειδική άδεια.

Η γέφυρα αυτή αντιπροσωπεύει την αίσθηση που υπάρχει διάχυτη στα νησιά ότι οι στενοί δεσμοί με την Κίνα είναι αναπόφευκτοι. Περίπου το 30% του νερού των νησιών αντλείται από τη λίμνη Longhu του Fujian μέσω ενός αγωγού που άνοιξε το 2018. Παράλληλα το 2014, η τοπική κυβέρνηση του Κινμέν υπέγραψε σύμβαση με μια κινεζική εταιρεία ενέργειας για την παροχή υγροποιημένου φυσικού αερίου και υπάρχουν συζητήσεις για σύνδεση με το ενεργειακό δίκτυο της Κίνας.

Μάλιστα, την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος του Λαϊκού Κόμματος της Ταϊβάν (TPP) και υποψήφιος για την προεδρία Κο Γουέν Τζε πρότεινε τη μετατροπή του Κινμέν σε μια «πειραματική ζώνη» για την ειρήνη μεταξύ Ταϊβάν και Κίνας.

Οι εντάσεις προκαλούν δυσκολίες

Σήμερα, η Κίνα έχει και πάλι οξύνει τη ρητορική της προς την Ταϊβάν και επιβεβαίωσε εκ νέου την παρουσία της στα στενά της Ταϊβάν μέσω διευρυμένων ναυτικών περιπολιών και σχεδόν καθημερινών εισβολών στη ζώνη αναγνώρισης αεράμυνας του νησιού. Σύμφωνα με το AlJazeera, οι εταιρείες και τα ιδρύματα της Ταϊβάν αντιμετωπίζουν πολιτική πίεση και κυβερνοεπιθέσεις από την Κίνα.

Εν τω μεταξύ, η Ταϊβάν διαθέτει περισσότερα χρήματα στον στρατό της, επεκτείνοντας την υποχρεωτική στρατιωτική της θητεία από τέσσερις μήνες σε ένα χρόνο και παράλληλα έχει ενισχύσει τη διπλωματική της δέσμευση με τη Δύση.

Όπως και στο παρελθόν, οι πρώτοι πυροβολισμοί έχουν ήδη πέσει κοντά στο Κινμέν. Κινεζικά drones πέρασαν στον εναέριο χώρο του Κινμέν πέρυσι και Ταϊβανοί στρατιώτες κατέρριψαν ένα πάνω από το νησί.

Ανησυχίες

Οι κάτοικοι εκφράζουν ανησυχίες, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων, ότι εξαγωγές και η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες εξαρτώνται από μια λειτουργική σχέση μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν.

Για παράδειγμα, οι κινεζικές αρχές απαγόρευσαν ξαφνικά την εισαγωγή μιας ομάδας αλκοολούχων προϊόντων από την Ταϊβάν στα τέλη του περασμένου έτους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που παράγονται από ένα αποστακτήριο στο Κινμέν, το οποίο είναι ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες και πηγές εσόδων του νησιού.  Οι ξαφνικές απαγορεύσεις σε ταϊβανέζικα προϊόντα όπως οι παιδικές τροφές, τα γεωργικά προϊόντα και τα ψάρια έχουν γίνει πιο συχνές τα τελευταία χρόνια.

Ο καθηγητής κινεζικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και συγγραφέας ενός βιβλίου για το Κινμέν, Michael Szonyi αναφέρει ότι είναι σχεδόν αδύνατον να εξασφαλιστεί ένα ευημερούν μέλλον για το αρχιπέλαγος που δεν θα περιλαμβάνει την Κίνα. Λιγότεροι από 70.000 από τους 23 εκατομμύρια και πλέον ανθρώπους της Ταϊβάν ζουν στο Κινμέν.

Οι ντόπιοι φαίνονται αισιόδοξοι, αλλά ο Szonyi σημειώνει ότι παρά την πολιτιστική σχέση του Κινμέν με την Κίνα, «η δημοκρατία είναι εξαιρετικά σημαντική για αυτούς».

Αυτό είναι ξεκάθαρο στις δημόσιες συζητήσεις – οι οποίες θα ήταν αδύνατες στην Κίνα – σχετικά με το εάν είναι επιθυμητή η δημιουργία στενότερων δεσμών με το Πεκίνο. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να αισθάνονται ότι πλήττονται από δυνάμεις από το Πεκίνο και την Ταϊπέι που είναι πέρα ​​από τον έλεγχό τους. Εξάλλου, «αν η Κίνα θέλει να εισβάλει στο Κινμέν, δεν χρειάζεται γέφυρα».

Πηγή: ΟΤ