Νίκος Σκαλκώτας: Ένας αληθινά μοντέρνος μουσικός
Μοναχικός και μετά το θάνατό του
[…] Το φιλολογικό περιοδικό «Λίσενερ» (σ.σ. The Listener), που εκδίδει το BBC, δημοσιεύει στο τελευταίο τεύχος του ένα εξαιρετικά εγκωμιαστικό άρθρο του Χανς Κέλλερ για τον Ν. Σκαλκώτα, τα κύρια σημεία του οποίου παρατίθενται κατωτέρω:
Στο περιοδικό τούτο δημοσιεύθηκε το πρώτο άρθρο που γράφτηκε στη χώρα μας για τον Νίκο Σκαλκώτα. Τον είχα ονομάσει τότε μεγαλοφυΐα στηριζόμενος σε ελάχιστα στοιχεία. Δεν νομίζω ότι εγνώριζα περισσότερα από δυο ή τρία κομμάτια του. Ήταν στ’ αλήθεια δύσκολο να γνωρίζη κανείς περισσότερα. Ο Έλληνας αυτός συνθέτης, που απέθανε το 1949, σε ηλικία 45 ετών, φαίνεται σαν να προσπαθούσε να συνθέτη όσο μπορούσε περισσότερο και, παράλληλα, να ενδιαφέρεται για την τύχη της μουσικής του όσο μπορούσε λιγώτερο.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 3.10.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στα νεανικά του χρόνια, ιδίως εκείνα που επέρασε στη Γερμανία (1921-1933), βρισκόταν σε στενή επαφή με τις σύγχρονες τάσεις. Άλλωστε υπήρξε μαθητής του Σαίνμπεργκ (σ.σ. Arnold Schönberg, αυστριακός συνθέτης) από το 1927 μέχρι το 1931. Αργότερα όμως άλλαξε η «ανοικτή» του διάθεση απέναντι στη ζωή και πέρασε τα χρόνια της ωριμότητός του (1933-1949) ολομόναχος στην Αθήνα. Δεν μιλούσε για τη μουσική του ακόμη και με τους καλύτερους φίλους του.
«Έγραφε σχεδόν συνέχεια», λέει ο στενός του φίλος Γιάννης Παπαϊωάννου, «συχνά στις ατέλειωτες ώρες της νύχτας, παράγοντας το ένα μετά το άλλο σημαντικά έργα, σαν να αισθανόταν την υποχρέωση να ολοκληρώση το μήνυμά του πριν από το θάνατό του».
Γιατί λοιπόν τον ωνόμασα μεγαλοφυΐα; Η ερώτηση αποκτά σημασία τώρα που η μουσική του γίνεται κάπως γνωστότερη και εκτελείται συχνότερα. Ανάμεσα σε δυο αντικρουόμενα στρατόπεδα μουσουργών, ο Σκαλκώτας επιζή, μοναχικός και μετά το θάνατό του.
Το γεγονός είναι ότι πολύ ευκολώτερα εντοπίζει κανείς τη μεγαλοφυΐα από το ταλέντο όταν έχη μπροστά του περιωρισμένα στοιχεία. Για να αναγνωρίσης το ταλέντο, χρειάζεται να δης καλά μουσικά κομμάτια, ενώ η μεγαλοφυΐα λάμπει ακόμη και στα κακά κομμάτια ή ακόμη και σε μια ενορχήστρωση (όπως οι ελληνικοί χοροί του Σκαλκώτα).
Άλλωστε, με τον Σκαλκώτα το έργο του κριτικού είναι εύκολο: δεν έχω μέχρι σήμερα συναντήσει αποτυχημένες συνθέσεις του, μολονότι υπάρχουν και αδύνατα κομμάτια. Είναι όμως ζήτημα αν μπορή κανείς να βρη έστω και ένα μέρος συνθέσεως, μέσα στην τεράστια παραγωγή του που θυμίζει τον Σούμπερτ, το οποίο να μη δεικνύη μια πολυδιάστατη κυριαρχία επί των εκφραστικών μέσων, και να μη φέρη το σημάδι της μεγαλοφυΐας, της συμπυκνωμένης εμπνεύσεως, ενός σαφώς διαγραφομένου φυσικού χαρακτήρος και μιας χαρακτηριστικής φυσικότητος.
Η φυσικότης αυτή είναι σήμερα δυσεύρετη. Ακόμη και τα σημαντικώτερα ταλέντα μας, οδηγούμενα είτε από την τάση να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στις σύγχρονες μορφές εκφράσεως και στο πλατύ κοινό, είτε για να εντυπωσιάσουν τη μειονότητα των «προωθημένων» αισθητικά, νοθεύουν την τέχνη τους. Σαν συνέπεια, η ανάγκη να γίνουν κατανοητοί αντικαθίσταται συχνά απλώς από την ανάγκη να κάνουν εντύπωση. Ή, αντίθετα, η ανάγκη να γίνουν ακατανόητοι παρακμάζει μέχρις ότου φθάνουν σ’ έναν απλό ηχητικόν εντυπωσιασμό.
Ο Σκαλκώτας δεν επηρεάστηκε ποτέ από τέτοιες ανησυχίες. Ο ιδεώδης ακροατής του βρισκόταν ήδη μέσα στο μυαλό του, ήταν ένα τμήμα της δημιουργικής του συνειδήσεως. Ενώ ήταν εξαιρετικά «προοδευτικός» στη μουσική του σκέψη, αισθανόταν παράλληλα τη φυσική ανάγκη να συγκρατήση όσο το δυνατόν περισσότερα παραδοσιακά στοιχεία συνθέσεως και να μεταχειρισθή ένα σταθερό ρυθμό και την αρμονική δομή που του προσέφερε τόσο το ελληνικό φολκλόρ όσο και το πλούσιο υλικό της αυστρογερμανικής μουσικής παραδόσεως.
Σαν αποτέλεσμα, η μουσική του βρίσκεται μετέωρη ανάμεσα σε δυο διαφορετικά επίπεδα. Οι «παραδοσιακοί» δεν μπορούν ν’ αποδεχθούν την ατονική ή δωδεκατονική σκέψη του, και η ισχυρή μειοψηφία των φανατικών νεωτεριστών δηλώνει: «Ο Σκαλκώτας ανακαλύφθηκε πάρα πολύ αργά. Τώρα πια είναι ξεπερασμένος».
Η μοντέρνα σχολή της ευρωπαϊκής μουσικής θα ώφειλε να προβάλη το έργο του Σκαλκώτα, που είναι ένας αληθινά μοντέρνος μουσικός. Οι περισσότεροι όμως από αυτούς έχουν μεταβληθή σε ανθρώπους που κυνηγούν μόνον ό,τι είναι «νέο», που ενδιαφέρονται μόνο για τα πράγματα που μεταβάλλονται από τη μια μέρα στην άλλη, ώστε δεν μπορούν να ενδιαφερθούν για τίποτε άλλο.
Ο Σκαλκώτας λοιπόν από την εφήμερη, «δημοσιογραφική» άποψη δεν είναι εντυπωσιακός. Η αξία της μουσικής του βρίσκεται στην απατηλά ευπρόσιτη διαύγεια της βαθύτατης ουσίας της.
*Άρθρο για τον Νίκο Σκαλκώτα, που έφερε τον τίτλο «Μια μουσική μεγαλοφυΐα μέσα στη μοναξιά» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» το Σάββατο 3 Οκτωβρίου 1964. Τα επαινετικά για τον Σκαλκώτα λόγια ανήκουν στο σπουδαίο αυστριακό μουσικολόγο και μουσικοκριτικό Hans Keller (1919-1985), που είχε μακρά συνεργασία με το BBC.
Ο ευβοεύς (με καταγωγή από τη Χαλκίδα) συνθέτης Νίκος Σκαλκώτας, μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της ελληνικής μουσικής του α’ μισού του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου (21 Μαρτίου με το νέο ημερολόγιο) 1904 και απεβίωσε στις 19 Σεπτεμβρίου 1949.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις