Γιατί οι Αμερικανοί πρόεδροι κάνουν και χάνουν πολέμους – Μια άβολη αλήθεια
Οι εκλογικές τους φιλοδοξίες κυριαρχούν του στρατιωτικού νου και της πολιτικής σύνεσης.
- ΣΥΡΙΖΑ: Στο αντιΣύριζα μέτωπο ο Κασσελάκης, σαν έτοιμος από καιρό εκτοξεύει χυδαιότητες για το Μάτι
- Προφυλακιστέος ο 30χρονος για τη δολοφονία της Δώρας στο Αγρίνιο
- Πόσο αντέχουν τα αποθέματα φυσικού αερίου; Σε συμπληγάδες η Ευρώπη
- Μακελειό στην Κίνα: Οκτώ νεκροί και 17 τραυματίες από επιθέσεις με μαχαίρι σε σχολή
Αν ισχύει αυτό που πρώτος είχε πει ο Σίγκμουντ Φρόυντ ότι «από λάθος σε λάθος, ανακαλύπτει κανείς ολόκληρη την αλήθεια», είναι πασιφανές ότι οι Αμερικανοί πρόεδροι έχουν διαπράξει ολέθρια λάθη στον χειρισμό της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.
Το Βιετνάμ παραμένει ίσως το καλύτερο σχετικό παράδειγμα ενός ταλαντούχου και επιτυχημένου προέδρου, στην συγκεκριμένη περίπτωση του Λίντον Τζόνσον, ο οποίος απερίσκεπτα έστειλε εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες σε έναν «άχρηστο» πόλεμο, όπως παραδέχτηκε κάποια στιγμή ο πολύς Χένρι Κίσσινγκερ σε συνέντευξη του στην αντισυμβατική Οριάνα Φαλάτσι.
Οι ιστορικοί και οι κοινωνικοί επιστήμονες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού έχουν χύσει πολύ μελάνι στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν, γιατί οι Αμερικανοί πρόεδροι έχουν χειριστεί τόσο λανθασμένα τη δύναμη που τους παρέχει το παράλληλο πόστο τους ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.
Το… μπαλάκι της ευθύνης στη θεωρία του ντόμινο
Για πολλές γενιές ακαδημαϊκών η απάντηση στο ερώτημα, τι πήγε τόσο άσχημα στο Βιετνάμ σχετίζεται με τις ιδεολογικές ορθοδοξίες, που τύφλωσαν επί μακρόν τους εκλεγμένους αξιωματούχους για τα συμβάντα στο έδαφος. Τόσο στο Βιετνάμ όσο και στην Κορέα οι ιστορικοί επιχειρηματολογούν ότι την ευθύνη φέρει η θεωρία του ντόμινο, που υπέθετε ότι αν μια μικρή χώρα πέσει στον κομμουνισμό σύντομα θα ακολουθήσουν κι άλλες.
Οι συνάδελφοι τους της Νέας Αριστεράς του 1960 και του 1970 κατέληξαν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα. Γι’ αυτούς η ιδεολογία δεν είχε καμιά συμμετοχή. Στόχος των κυβερνώντων σε πολεμικές αναζητήσεις δεν ήταν η προστασία της δημοκρατίας στο εξωτερικό, αλλά η ευχαρίστηση των ομάδων συμφερόντων, ο κατευνασμός των επιτροπών του Κογκρέσου, η τροφοδοσία των προϋπολογισμών των εργολάβων άμυνας ή η εξασφάλιση του εδαφικού ελέγχου και των ζωτικών φυσικών πόρων.
Review: A new book asks if democracy produces better or worse results when it comes to war overseas—and comes to a grim conclusion. https://t.co/NdAQ7FCw6t
— Foreign Policy (@ForeignPolicy) September 16, 2023
Και καθώς το εύρος της εκτελεστικής εξουσίας άρχισε να μεγαλώνει, οι πρόεδροι και οι αξιωματούχοι εθνικής ασφαλείας απέκτησαν πολλές ανεξέλεγκτες εξουσίες για να κάνουν ότι ήθελαν, με αποτέλεσμα τη λήψη φτωχών αποφάσεων σε καιρό πολέμου.
Μια άβολη αλήθεια σπάνια παραδεκτή
Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, ωστόσο, οι ακαδημαϊκοί άρχισαν να στρέφουν την προσοχή τους μακριά από τα ζητήματα ιδεολογίας ή τα υλικά συμφέροντα και να εξετάζουν τη σημασία ενός εντελώς διαφορετικού παράγοντα, της εκλογικής πολιτικής.
Ένα νέο βιβλίο του πολιτικού επιστήμονα Άντριου Πάιν, «War On the Ballot: How the Election Cycle Shapes Presidential Decision-Making in War», στο οποίο αναφέρεται σχετικό άρθρο του Foreign Policy, καταπιάνεται με τους Αμερικανούς προέδρους, που από τη θέση του επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων συνεχώς πάλευαν με τις εσωτερικές πολιτικές περιπλοκές των αποφάσεων τους στο εξωτερικό.
«Είναι μια άβολη αλήθεια», γράφει ο Πάιν «που σπάνια έχει γίνει παραδεκτή, ότι οι ηγέτες συνήθως λαμβάνουν υπόψη τους τις εκλογικές εκτιμήσεις, όταν παίρνουν αποφάσεις για τη στρατιωτική και διπλωματική στρατηγική τους στον πόλεμο». Για κάθε στρατιωτική ομάδα ή ειδικό του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που συμβουλεύει τον πρόεδρο για την καλύτερη οδό που πρέπει να ακολουθήσουν οι αμερικανικές δυνάμεις, κάποιος άλλος τον προειδοποιεί για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν αυτές οι πολιτικές στις επόμενες εκλογές.
Ζητούμενο η νίκη στις εκλογές
Όπως άλλωστε είχε πει ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον, όταν πρέπει να αποφασιστεί, ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος δράσης σε καιρό πολέμου, «η νίκη στις εκλογές είναι εξαιρετικά σημαντική».
Σε μια δημοκρατία, είναι σχεδόν αδύνατο για την πολιτική να έχει όρια και παρά τις γκάφες του παρελθόντος αυτό μπορεί να μην είναι και τόσο κακό, προσθέτει ο ίδιος.
Για τον Πάιν υπάρχουν πέντε τρόποι που οι αμερικανικές εκλογές μπορούν να επηρεάσουν τις πολεμικές αποφάσεις: 1) με την καθυστέρηση της λήψης τους μέχρι τη διενέργεια των εκλογών 2) με την αναβολή μιας καλής στρατηγικής δράσης έως ότου ανοίξουν οι κάλπες 3) με την επιτάχυνση της στρατιωτικής προετοιμασίας, ώστε να αποδειχτεί το θάρρος των κυβερνώντων πριν τις εκλογές 4) με το ζύγισμα για την εκπλήρωση ή όχι των προεκλογικών υποσχέσεων βάσει της ετυμηγορίας της κάλπης και με την ανατροπή όσων δρομολογούνταν ή διαπραγματεύονταν λόγω των εκλογών.
Αποχώρηση ή ξεκάθαρη ήττα
Για του λόγου το ασφαλές, αν ο Τζόνσον στο Βιετνάμ απέφυγε να στηριχτεί στη θεωρία του ντόμινο και δεν «αμερικανοποίησε» τον πόλεμο μέχρι τις εκλογές του 1964, ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος δεν προχώρησε στην αύξηση των στρατευμάτων των ΗΠΑ στο Ιράκ πριν ολοκληρωθούν οι ενδιάμεσες εκλογές του 2006, υπό τον φόβο επηρεασμού του αποτελέσματος τους. Δυο χρόνια αργότερα, όταν ο Μπαράκ Ομπάμα κατέβηκε για πρόεδρος, υποσχέθηκε την απόσυρση των στρατευμάτων από το Ιράκ, που καθυστέρησε μέχρι να σιγουρέψει την επικράτηση του στις εκλογές και να προσπεράσει και τις ενδιάμεσες, που ακολούθησαν λίγο αργότερα.
Κι καθώς ο ρόλος των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε όλα τα παραπάνω δεν υπήρξε ποτέ ξεκάθαρος, ενώ δεν λαμβάνεται υπόψη ο αστάθμητος παράγοντας της προσωπικότητας του κάθε προέδρου ξεχωριστά, ο Πάιν καταλήγει στο εξής δυσάρεστο συμπέρασμα: «οι ισχυρές δημοκρατίες είναι ιδιαίτερα κακές στο να πολεμούν μικρούς πολέμους».
«Η αμερικανική συμμετοχή σε αυτές τις ‘περιορισμένες’ συγκρούσεις (όπως της Κορέας, του Βιετνάμ και του Ιράκ) χαρακτηρίστηκε από μακροχρόνιες μάχες, που καταρράκωσαν το ηθικό και τελικά είχαν σαν αποτέλεσμα στην καλύτερη περίπτωση την αποχώρηση, αν όχι την ξεκάθαρη ήττα».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις