Μιτ Ρόμνεϊ: Ο… όχι και τόσο ξαφνικός «θάνατος» του ρεπουμπλικανικού κέντρου στις ΗΠΑ
Γιατί ο Ρεπουμπλικανός κεντρώος πολέμιος του Ντόναλντ Τραμπ σχεδόν πετά «λευκή πετσέτα»
- Αλλάζουν όλα στον ΑΜΚΑ από τις αρχές του 2025
- Διπλασιάστηκε η κατανάλωση κοκαΐνης τις γιορτές - «Γίνεται κατάχρηση», λέει ο Θωμαΐδης
- Οι Δανοί τρολάρουν τον Τραμπ για την Γροιλανδία - «Θέλουμε να αγοράσουμε τις ΗΠΑ»
- «Το μετρό καταστρέφει τη μοναδική πλατεία και μας διώχνει από τη γειτονιά» εξηγεί κάτοικος των Εξαρχείων στο in
Πολυεκατομμυριούχος, πρώην προεδρικός υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών, μετριοπαθής γερουσιαστής και σφοδρός εσωκομματικός επικριτής του Ντόναλντ Τραμπ κι όσων αυτός πρεσβεύει.
Έπειτα από δύο δεκαετίες πολιτικής καριέρας, ο Μιτ Ρόμνεϊ προανήγγειλε στα 76 χρόνια του την αποχώρησή του από το προσκήνιο της πολιτικής σκηνής των ΗΠΑ.
Γερουσιαστής της Γιούτα σήμερα, ανακοίνωσε ότι δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του το 2024.
Θα ολοκληρώσει έτσι τη θητεία του τον Ιανουάριο του 2025.
Στηλιτεύοντας τη… γεροντοκρατία στην αμερικανική πολιτική -με κύριους αποδέκτες του μηνύματος τον Τζο Μπάιντεν και τον Ντόναλντ Τραμπ- ο Ρόμνεϊ τόνισε ότι έχει έρθει η ώρα «να βγει μπροστά η επόμενη γενιά».
Είναι αυτή, υπογράμμισε, που θα πρέπει να λάβει τις πολιτικές αποφάσεις για το πώς θα ζήσει στο μέλλον.
Όμως «δεν εγκαταλείπω το κόμμα», διευκρίνισε. «Δεν αποσύρομαι από τον αγώνα».
«Αν οι συντηρητικοί μπορούν να ταλαντεύονται τόσο άγρια προς την κατεύθυνση ενός λαϊκιστή όπως ο Τραμπ», συμπλήρωσε δηκτικά, «υπάρχει η πιθανότητα να κλίνουν ξανά προς τη δική μου πτέρυγα στο κόμμα».
Παρ’ όλα αυτά η αποχώρηση Μιτ Ρόμνεϊ από την ενεργό πολιτική ερμηνεύεται ως μια σιωπηρή παραδοχή ότι το πολιτικό κέντρο έχει εξαϋλωθεί στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών.
Πολλώ μάλλον όταν ετοιμάζονται να επιλέξουν και πάλι τον -υπόδικο πλέον- Ντόναλντ Τραμπ ως προεδρικό υποψήφιο.
Το παραδέχεται λίγο-πολύ και ο ίδιος ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής, ηχώντας «καμπανάκι».
Η παράταξη που τον επέλεξε ως αντίπαλο του Μπαράκ Ομπάμα στις προεδρικές εκλογές του 2012 είναι πλέον μια «σκιά» αυτού που είναι σήμερα οι Ρεπουμπλικανοί, είπε στην Washington Post.
«Πολύ μεγάλο μέρος του κόμματός μου δεν πιστεύει πραγματικά στο Σύνταγμα», αναφέρει χαρακτηριστικά σε βιογραφία του που θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο.
Όχι τυχαία, ο Τραμπ πανηγύρισε για την πολιτική «συνταξιοδότηση» του σφοδρού επικριτή του.
«Φανταστικά νέα για την Αμερική, τη μεγάλη πολιτεία της Γιούτα και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα», έγραψε στην πλατφόρμα του Truth Social.
Επενδύοντας… στην πολιτική
Γιος πρώην κυβερνήτη του Μίσιγκαν και προεδρικού υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών το 1968, ο Μιτ Ρόμνεϊ γεννήθηκε με προεδρικές φιλοδοξίες.
Προτού μπει στην πολιτική -με μια ενδιάμεση αποτυχημένη προσπάθεια να εκλεγεί το 1994 γερουσιαστής των Ρεπουμπλικανών στη Μασαχουσέτη- έγινε πολυεκατομμυριούχος ως διαχειριστής ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων.
Όμως η εταιρεία του Bain Capital θα τον «στοίχειωνε» σε όλη την μετέπειτα πολιτική καριέρα του.
Κατ’ αρχάς γιατί ο ίδιος είχε δηλώσει ότι είχε ήδη αποχωρήσει από την «κεφαλή» της, προτού αναλάβει επικεφαλής της Οργανωτικής επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2002 στο Σολτ Λέικ Σίτι.
Όπως προέκυψε μετέπειτα, ωστόσο, παρέμενε στην εταιρεία μέχρι και εκείνη τη χρονιά, ενόσω η Bain Capital εμπλεκόταν σε σκάνδαλα πτωχεύσεων και απολύσεων εργαζομένων.
Παρ’ όλα αυτά εξελέγη κυβερνήτης της Μασαχουσέτης την επόμενη χρονιά.
Πόστο, στο οποίο θήτευσε μέχρι το 2007, διεκδικώντας ανεπιτυχώς το 2008 να πάρει το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών.
Το κατάφερε τελικά το 2012.
Έχασε ωστόσο πανηγυρικά από τον Δημοκρατικό Μπαράκ Ομπάμα.
Ο Ρόμνεϊ είχε επικεντρώσει την προεκλογική εκστρατεία του στην οικονομική πολιτική του Δημοκρατικού αντιπάλου του.
Όμως ο μεγαλύτερος αντίπαλός του αποδείχθηκε ο ίδιος ο εαυτός του.
Δεν ήταν μόνο η εικόνα του ως πλούσιου επιχειρηματία-πολιτικού που αποξένωνε τότε τον μέσο Αμερικανό.
Ήταν και ο ελιτισμός του.
Σε μια συγκέντρωση δωρητών προεκλογικής εκστρατείας του, για παράδειγμα, διακήρυττε ότι δεν τον απασχολούσε να κερδίσει τις ψήφους «του 47% των Αμερικανών», που «πιστεύουν ότι είναι θύματα» και «δεν πληρώνουν φόρους».
Παρά την ήττα από τον Μπαράκ Ομπάμα, ο Ρόμνεϊ δεν αποσύρθηκε από την πολιτική.
Καθώς δε στους Ρεπουμπλικανούς άρχισε να ανατέλλει το «άστρο» του μεγιστάνα των ακινήτων Ντόναλντ Τραμπ, έγινε από τους πιο σφοδρούς επικριτές του.
Αμφιταλαντεύσεις
Παρά τις φήμες ότι θα διεκδικούσε ξανά το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών το 2016, ο Μιτ Ρόμνεϊ αποφάσισε να μην το κάνει.
Αντίθετα, έστρεψε τα «βέλη» του κατά του κομματικού φαβορί.
Εκφώνησε μια καυστική ομιλία στη Γιούτα, χαρακτηρίζοντας τον Ντόναλντ Τραμπ «ψεύτικο» και «απατεώνα», που ήταν ακατάλληλος για τον Λευκό Οίκο.
«Δεν έχει ούτε την ιδιοσυγκρασία, ούτε την κρίση για να γίνει πρόεδρος», ανέφερε.
Στις κρίσιμες κάλπες του Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς είπε ότι έριξε άκυρο, ψηφίζοντας τη σύζυγό του Αν, δείχνοντας έτσι την περιφρόνησή του.
Όταν όμως ο Τραμπ αναδείχθηκε νικητής και νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ρόμνεϊ έκανε πλήρη μεταστροφή.
Είχε ένα παράταιρα οικείο δείπνο μαζί του στο Μανχάταν, «φλερτάροντας» ανοιχτά τότε με τη θέση του νέου υπουργού Εξωτερικών.
Με το πέρας του, είχε χαρακτηρίσει τη συνάντηση «διαφωτιστική και ενδιαφέρουσα».
Εξέφρασε την «ελπίδα ότι ο εκλεγμένος πρόεδρος Τραμπ είναι ο άνθρωπος που μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα καλύτερο μέλλον».
Για «εκπληκτική κωλοτούμπα» είχε κάνει λόγο τότε ο Μάθιου Ντάουντ, πολιτικός αναλυτής και πρώην σύμβουλος στρατηγικής στην προεκλογική εκστρατεία του Τζορτζ Γ. Μπους, το 2004.
Τελικά ο Ρόμνεϊ δεν πήρε τη νευραλγική θέση, παρά εξασφάλισε δύο χρόνια αργότερα, το 2018, την έγκριση του Τραμπ για να διεκδικήσει την έδρα της Γιούτα στην Γερουσία.
Πολιτεία, στην οποία είχε μετακομίσει μετά την ήττα του από τον Μπαράκ Ομπάμα.
Μετά την εκλογή του, ο Ρόμνεϊ είχε προσπαθήσει να πάρει αποστάσεις από τον Τραμπ, γράφοντας σε άρθρο στην Washinton Post ότι ως γερουσιαστής «θα συνέχισω να μιλώ, όταν ο πρόεδρος λέει ή κάνει κάτι που είναι διχαστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό, αντιμεταναστευτικό, ανέντιμο ή καταστροφικό για τους δημοκρατικούς θεσμούς».
Όμως «δεν σκοπεύω να σχολιάζω κάθε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», συμπλήρωνε. Κάτι που -όπως αποδείχθηκε αργότερα- το έκανε μέσω ενός λογαριασμού με το ψευδώνυμο Pierre Delecto στο (πρώην) Twitter.
«Τόπο στα νιάτα»
Αφότου μπήκε στη Γερουσία, ο Μιτ Ρόμνεϊ πάσχισε να ενισχύσει το χώρου του κέντρου.
Ο ίδιος προτάσσει τον ρόλο του στη διακομματική συναίνεση για την προώθηση κρίσιμων νόμων, όπως για την οπλοκατοχή και για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19.
Στο μεσοδιάστημα, είχε γίνει ο πρώτος γερουσιαστής στην ιστορία των ΗΠΑ που στράφηκε κατά προέδρου από το δικό του κόμμα.
Το 2019 και το 2021 ήταν ο μοναδικός Ρεπουμπλικανός που ψήφισε υπέρ της καταδίκης του Ντόναλντ Τραμπ στη Γερουσία.
Ως γνωστόν, ωστόσο, ο Τραμπ αθωώθηκε και τις δύο φορές από το -τότε ακόμη ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικανούς- νομοθετικό σώμα.
Στον απόηχο, δε, της εισβολής του όχλου των εξτρεμιστών υποστηρικτών του πρώην προέδρου του Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου του 2021, ο Ρόμνεϊ λέγεται ότι ξόδευε ημερησίως 5.000 δολάρια για την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς του.
Την ίδια χρονιά, εισέπραξε άγριο γιουχάισμα σε κομματικό συνέδριο.
Ήταν ήδη σαφές ότι ο πολιτικός χώρος του πια δεν τον χωρούσε.
Τώρα πολλοί μετριοπαθείς του προσάπτουν ότι -με τις ταλαντεύσεις του πρόσφατου παρελθόντος- φέρει ευθύνη για τη σημερινή «ομηρία» των Ρεπουμπλικανών από τον τραμπισμό.
Αρκετοί τον ψέγουν ότι πετά τώρα «λευκή πετσέτα».
Ο ίδιος λέει ότι θα επικεντρωθεί στο να φέρει «νέο αίμα» στο κόμμα και στην εκλογική του βάση.
Προσώρας, αναφέρει, αποθαρρύνει τον Δημοκρατικό «αντάρτη» γερουσιαστή Τζο Μάντσιν από το να κατέβει ως ανεξάρτητος προεδρικός υποψήφιος το 2024.
«Κατά τη γνώμη μου», εξήγησε στο Politico, «θα εξυπηρετούσε μόνο την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ».
Δημόσια, δε, ευχήθηκε να αποσυρθούν άμεσα από την εν εξελίξει προεδρική κούρσα για το 2024 τόσο ο 80χρονος Μπάιντεν, όσο και ο 77χρονος Τραμπ, ανοίγοντας έτσι το δρόμο σε «μια νέα γενιά ηγετών».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις