Δεν είναι ξεκατίνιασμα, είναι πόλεμος
Ο Στέφανος Κασσελάκης εκπροσωπεί την πλευρά που θέλει να τα αλλάξει όλα ενώ η Εφη Αχτσιόγλου εκπροσωπεί την πλευρά που παλεύει με νύχια και με δόντια να διατηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μια πολιτική ταυτότητα
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Κρύο και καταιγίδες από το απόγευμα - Σε ποιες περιοχές θα χιονίσει
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
Από πότε η Ελλάδα έχει να ζήσει μια τόσο μεγάλη εσωκομματική σύγκρουση όσο αυτή που βλέπουμε στον ΣΥΡΙΖΑ; Εχουν περάσει 27 χρόνια από τις μέρες που στο ΠΑΣΟΚ επέλεγαν πρόεδρο και αποφάσιζαν για το μέλλον όχι μόνο του κόμματός τους, αλλά ολόκληρης της χώρας. Εκείνη όμως ήταν μια μάχη εκ των έσω, μια μάχη ιδεολογική -«φούσκωνε» για χρόνια στο παρασκήνιο και κάθε πλευρά κατέθετε μια διαφορετική πλατφόρμα για την επόμενη μέρα. Και οι δύο διεκδικητές που έφτασαν να διεκδικούν την ηγεσία στο ιστορικό, πια, τέταρτο συνέδριο ήταν σάρκα από την σάρκα του κόμματος.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Και μάλιστα ηττημένη, με ποσοστό που δημιούργησε υπαρξιακά ερωτήματα και έστειλε τον Αλέξη Τσίπρα στο Ζάππειο για να ανακοινώσει την παραίτησή του. Δεν είναι όμως αυτή η βασική διαφορά ανάμεσα στις δύο περιπτώσεις: στον δεύτερο γύρο αυτής της μάχης (που είναι πρωτόγνωρη για ένα κόμμα της Αριστεράς, που διάλεγε πάντα τους προέδρους της με διαφορετική διαδικασία) ο Στέφανος Κασσελάκης εκπροσωπεί την πλευρά που θέλει να τα αλλάξει όλα (στην πραγματικότητα, να τιμωρήσει πρώτα αυτούς που η ίδια θεωρεί υπαίτιους της ήττας), ενώ η Εφη Αχτσιόγλου εκπροσωπεί την πλευρά που παλεύει με νύχια και με δόντια να διατηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μια πολιτική ταυτότητα (στην πραγματικότητα, ξέρει πως κυνηγάει μια ευκαιρία που μπορεί να χάθηκε για πάντα, όταν η προηγούμενη ηγεσία ανέχτηκε τον τραμπουκισμό και τον πολακισμό ως κανονικότητα).
Και τι καταλογίζεται, στ΄ αλήθεια, στους δύο υποψήφιους;
Ότι είναι αναιδείς: πώς τολμάει ένας άκυρος από τις ΗΠΑ να έρχεται και να διεκδικεί με αξιώσεις να γίνει πρόεδρος σε ένα κόμμα που δεν ξέρει; Πώς τολμάει μια γυναίκα να μην χαμογελάει όταν της το ζητάνε, να μην αποδέχεται στωικά την μοίρα της, να μην γυρνάει το άλλο μάγουλο στις επιθέσεις που αφορούν την πολιτική της υπόσταση;
Δεν είναι ξεκατίνιασμα, είναι πόλεμος.
Στον πόλεμο και λάσπη θα πέσει και σπρωξίδι.
Οι μεν κρατιούνται με τα δόντια να μην επελάσουν σε έναν πολιτικό φορέα που ποτέ δεν κατάλαβαν και ο Τσίπρας δεν τους επέτρεψε να αλώσουν στον βαθμό που θα ήθελαν.
Χωρίς τον ιδρυτή του, ο ΣΥΡΙΖΑ γι’ αυτούς δεν αξίζει τίποτα -θα μπορούσε πολύ εύκολα να λέγεται κάτι άλλο, να θυμίζει λίγο από ορθόδοξο ΠΑΣΟΚ και λίγο από κυβερνώσα Αριστερά και θα ήταν απόλυτα χαρούμενοι. Οι δε έχουν απόλυτη επίγνωση της ιστορίας και της διαδρομής τους, ακόμα και αν δεν έχουν συνειδητοποιήσει τα λάθη τους, που μόνο αμελητέα δεν είναι.
Την προηγούμενη Κυριακή διαπίστωσαν πως δεν ξέρουν ποια είναι η βάση του κόμματός τους -δεν αναγνώρισαν έγκαιρα τα σημάδια που άφησε η καθημερινή τριβή με την τοξικότητα, η ανοχή στα κουνημένα δάχτυλα, η έξη στον λαϊκισμό.
Κάπως έτσι τα φαβορί έγιναν αουτσάιντερ και οι ρόλοι αντιστράφηκαν: ο πρώτος γύρος είχε την υπογραφή ενός υποδειγματικού επικοινωνιακού αγώνα από την πλευρά Κασσελάκη, ενώ ο δεύτερος ανήκει στην γενναία, πολιτική απόφαση της Αχτσιόγλου να μην μείνει στην κούρσα για τους τύπους, αλλά να προσπαθήσει να «γυρίσει» μια μεγάλη διαφορά.
Οποια γνώμη κι αν έχει κανείς, λοιπόν, για τους συντρόφους στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί παρά να δείξει σεβασμό στο πάθος με το οποίο επιλέγουν το μέλλον τους.
Σεβασμό όχι γιατί ξαφνικά κάποιοι (αυτοί που προτιμάμε ο καθένας) πήραν άφεση αμαρτιών, αλλά γιατί η έκβαση αυτού του πολέμου θα καθορίσει την πορεία του προοδευτικού χώρου, της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης και, επομένως, της ίδιας της χώρας. Κι ας μην έχουμε 1996.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις