Τα ξεχασμένα Eλληνόπουλα του Ψυχρού Πολέμου
Πώς η Ελλάδα έστειλε χιλιάδες ανήλικα στις ΗΠΑ με fast track αφανείς διαδικασίες για λίγες χούφτες δολάρια
Ολα ξεκίνησαν όταν η Γκόντα φαν Στιν δίδασκε ακόμη στη Φλόριντα και έλαβε e-mail από τον εγγονό του Ηλία Αργυριάδη, o οποίος είχε εκτελεστεί μαζί με τον Νίκο Μπελογιάννη το 1952. Η μητέρα και η θεία του ήταν οι μικρότερες κόρες του Αργυριάδη και δύο από τα χιλιάδες παιδιά που στάλθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για υιοθεσία τις δεκαετίες 1950 και 1960. Ο «Μάικ» (το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε) αναζητούσε τις ρίζες του.
Με την ελπίδα ότι η φλαμανδή καθηγήτρια θα ξέρει πηγές όπου μπορεί να μάθει περισσότερα, της ζητά να τον κατευθύνει στην έρευνά του. Η Φαν Στιν, όμως, εκπλήσσεται που δεν υπάρχει καμία επιστημονική έρευνα για το θέμα και αποφασίζει να την αναλάβει.
Η Γκόντα φαν Στιν είχε σπουδάσει κλασική φιλολογία στο Βέλγιο και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή σε κλασικές και ελληνικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Princeton.
Για να ξεκινήσει την έρευνά της ήρθε στην Αθήνα από το Λονδίνο, όπου ζει και εργάζεται ως καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στην έδρα Κοραή του King’s College. Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους μελέτησε επί μακρόν νομικές πράξεις υιοθετημένων παιδιών στις ΗΠΑ μετά τον εμφύλιο πόλεμο, περίοδο κατά την οποία πάνω από 3.200 ανήλικα Ελληνόπουλα υιοθετήθηκαν από αμερικανικές οικογένειες με αδιαφανείς διαδικασίες. Οπως γράφει ο Βαγγέλης Γεωργίου: «Στην αρχή έπρεπε να τακτοποιηθούν τα ορφανά πολέμου. Αργότερα, ήταν και τα παιδιά «στιγματισμένων» γυναικών ή και ανδρών που αδυνατούσαν να τα φροντίσουν. Ηταν και εκείνα τα τέκνα κομμουνιστών που έπρεπε να «σωθούν». Η ψυχροπολεμική Ελλάδα είχε βρει τη λύση: να στείλει χιλιάδες ανήλικα στις ΗΠΑ με fast track αφανείς διαδικασίες για λίγες χούφτες δολάρια».
Η έρευνα της Γκόντα ξεκίνησε το 2013 και βγήκε στη δημοσιότητα το 2021 με την κυκλοφορία του βιβλίου «Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα: Υιοθεσίες στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου» από τις εκδόσεις Ποταμός. Σε έναν τόμο συγκέντρωσε τελικά υλικό για τους μηχανισμούς που στήθηκαν τη δεκαετία του 1950 μέχρι αρχές δεκαετίας 1960 για να πραγματοποιηθούν οι υιοθεσίες.
Η ίδια γράφει σήμερα στα «ΝΕΑ» για ένα χρέος 70 ετών.
«Την έλεγαν Μαρία. Κι ακόμη έτσι τη λένε. Γεννήθηκε το 1953 στην Πάτρα, αλλά μεγάλωσε στις ΗΠΑ. Οπως και πολλά άλλα στη ζωή της, η μετανάστευση δεν ήταν δική της απόφαση. Βλέπετε, η Μαρία υιοθετήθηκε το 1956 από την Ελλάδα, υπό αμφιλεγόμενες συνθήκες. Η Μαρία εξέφρασε την επιθυμία να επανασυνδεθεί με την πατρίδα της, την Ελλάδα, ήδη από τη δεκαετία του 1980. Τελικά, κατάφερε να εντοπίσει το πιστοποιητικό γέννησής της στο Ληξιαρχείο Πατρών στις 24 Μαρτίου 2023 — λίγο πριν απ’ τα εβδομηκοστά της γενέθλια. Αυτό, της έδωσε το κίνητρο να αναλογιστεί τι συνέβη. Στο πιστοποιητικό γέννησης της Μαρίας αναγράφεται το όνομα της ανύπαντρης μητέρας της. Επιβεβαιώνει ότι της δόθηκε το όνομα Μαρία κατά τη βάπτισή της. Αναφέρει, επίσης, ξεκάθαρα ότι η μητέρα θα επιστρέψει στο Βρεφοκομείο Πατρών για να πάρει πίσω το παιδί της. Η αναλφάβητη μητέρα της Μαρίας ζήτησε μάλιστα από τον δήμαρχο Πατρέων σχετική δήλωση, η οποία μνημονεύεται ρητά στο έγγραφο.
Το ασυνήθιστο ελληνικό πιστοποιητικό γέννησης της Μαρίας με κάνει να αναλογιστώ: Γιατί αυτό το παιδί στάλθηκε για υιοθεσία στις ΗΠΑ; Η Μαρία είχε μια στοργική μητέρα. Στην Αμερική, βρήκε μια εξίσου στοργική θετή μητέρα. Ωστόσο, ο θετός πατέρας της δεν ήθελε να έχει σχέση με υιοθετημένα παιδιά. Η Μαρία υπέστη σωματική κακοποίηση – για την οποία έχει γράψει με μεγάλη ειλικρίνεια στο βιβλίο της «Beyond the Third Door» (2019).
Ναι, η Μαρία είναι ένας από τους πολλούς που σήμερα μιλάνε ανοιχτά για το θέμα-ταμπού των υιοθεσιών του Ψυχρού Πολέμου στην Ελλάδα (όπως σε αυτή τη συζήτηση της 12ης Μαρτίου 2023: https://www.youtube.com/watch?v=zRze0EKoiZA). Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: Θα μπορούσε ο δρόμος προς την ανεύρεση της ελληνικής ταυτότητας και της ελληνικής οικογένειας της Μαρίας να είχε γίνει ευκολότερος; Θα μπορούσαν οι πληγές και στις δύο πλευρές να είχαν επουλωθεί νωρίτερα; Χρειαζόταν πραγματικά να περάσουν εβδομήντα χρόνια για να πάρει η Μαρία το πιστοποιητικό γέννησής της; Επτά δεκαετίες, τεράστια αποφασιστικότητα από την πλευρά της Μαρίας και η καλοσύνη των ξένων;
Η Νίκολα Στέρτζον ζήτησε πρόσφατα συγγνώμη από τις γυναίκες της Σκωτίας που εξαναγκάστηκαν να δώσουν τα μωρά τους για υιοθεσία τις δεκαετίες 1950-1970. Η απολογία της έγινε ακριβώς δέκα χρόνια αφότου η Τζούλια Γκίλαρντ ζήτησε ειλικρινή συγγνώμη στις γυναίκες και τα παιδιά της Αυστραλίας που πήραν μέρος σε αναγκαστικές υιοθεσίες. Τι κάνει η Ελλάδα; Μεταξύ 1950 και 1975, η Ελλάδα έστειλε περίπου 4.000 παιδιά στις ΗΠΑ και άλλα 600 παιδιά στην Ολλανδία. Περίπου οι μισοί από αυτούς τους 4.000 ανθρώπους εξακολουθούν να αναζητούν τις ελληνικές τους ρίζες: επισκέπτονται την Ελλάδα, προσπαθούν να μάθουν ελληνικά, δημιουργούν δίκτυα με άλλους υιοθετημένους.
Ωστόσο, ορισμένοι ελληνικοί θεσμοί πιστεύουν ότι οι υιοθεσίες είναι μια πράξη του παρελθόντος. Γι’ αυτούς, η υιοθεσία δεν έχει επιπτώσεις, πόσω μάλλον υποχρεώσεις που αφορούν το παρόν ή μπορεί να διαμορφώσουν την εικόνα της Ελλάδας στο μέλλον. Οι περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχουν ήδη ξεκινήσει επίσημες έρευνες για τις δικές τους μεταπολεμικές υιοθεσίες. Το 2021, η Ολλανδία δημοσίευσε μελέτη που ρίχνει φως στις ελληνικές υιοθεσίες. Ποια ήταν η αντίδραση της Ελλάδας;
Περίπου 500 από αυτούς τους 4.000 ελληνικής καταγωγής υιοθετημένους θέλουν να ξαναπάρουν την ελληνική ιθαγένεια. Δεν ζητούν κάτι που δεν είχαν ποτέ. Εχουν στην κατοχή τους κάποια έγγραφα και επιδιώκουν να βρουν περισσότερα. Μακάρι τα ελληνικά ιδρύματα να ήταν συνεργάσιμα, παρέχοντας απεριόριστη πρόσβαση στους φακέλους υιοθεσίας τους (η ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία υποστηρίζουν αυτή την πρόσβαση).
Πολλοί υιοθετημένοι δεν διαθέτουν πιστοποιητικό γέννησης, αλλά έχουν πράξη υιοθεσίας, ελληνικό διαβατήριο εξόδου, αυθεντική αλληλογραφία, αποτελέσματα εξετάσεων DNA. Ολα τα στοιχεία οδηγούν στην Ελλάδα. Οι ίδιοι οι υιοθετημένοι συνέταξαν τους φακέλους υιοθεσίας τους που το ελληνικό κράτος δεν κατάφερε να συγκεντρώσει ή να διατηρήσει. Ωστόσο, το ίδιο ελληνικό κράτος θέτει τον πήχη της απόδειξης πολύ ψηλά, βλάπτοντας τους ανθρώπους που απομακρύνθηκαν ως παιδιά και δεν συναίνεσαν ποτέ στην απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας.
Η Ελλάδα έζησε πρόσφατα τραγωδίες που μας υπενθυμίζουν ότι κάποιες απώλειες δεν μπορούν να αναιρεθούν. Κάποιες φορές, το κακό δεν μπορεί να ξεγίνει. Ωστόσο, η απώλεια είναι πιο οδυνηρή όταν ξέρεις ότι θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Η αναζήτηση των υιοθετημένων που γεννήθηκαν στην Ελλάδα μπορεί ακόμη να γίνει και η αδικία μπορεί να διορθωθεί. Η απόρριψη των νόμιμων αιτημάτων τους μπορεί εύκολα να αποφευχθεί.
Ως εκ τούτου, πεντακόσιοι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι ζητούν δημοσίως μια ενιαία και μακρόπνοη απάντηση από την ελληνική κυβέρνηση. Μια τέτοια απάντηση θα τοποθετήσει την Ελλάδα ανάμεσα στα δυτικά έθνη που έχουν ήδη ασχοληθεί με τις δικές τους ιστορικές υιοθεσίες. Θα αφεθεί και αυτό το κρίσιμο θέμα στην καλοσύνη των ξένων;»
Η Γκόντα φαν Στιν είναι κάτοχος της Εδρας Κοραή Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας και διευθύντρια του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο King’s College London. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα: Υιοθεσίες στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου, 2021, εκδ. Ποταμός)
Πηγή: Εντυπη Εκδοση ΤΑ ΝΕΑ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις