Τρίτη 16 Ιουλίου 2024
weather-icon 21o
Τόμας Σνεγκαρόφ: Ο αμετανόητος γελωτοποιός του Χίτλερ

Τόμας Σνεγκαρόφ: Ο αμετανόητος γελωτοποιός του Χίτλερ

Ενα μυθιστόρημα βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Αμερικανογερμανού Ερνστ Χανφστένγκλ που γοητεύτηκε από τον φύρερ, έγινε «κολλητός» του και προσωπικός του πιανίστας, ονειρευόμενος μια συμμαχία ΗΠΑ - Γερμανίας

Αυτό το βιβλίο του γάλλου ιστορικού και δημοσιογράφου Τομάς Σνεγκαρόφ είναι ιδιαιτέρως απολαυστικό. Περιέχει όμως έναν κίνδυνο. Να διαβαστεί μόνο σαν μια ιστορία. Μια τέτοια ανάγνωση δεν δίνει τη δυνατότητα κατανόησης πως ο συγγραφέας δεν μας μιλά για έναν τυχαίο εκπρόσωπο της κοινοτοπίας του κακού, αλλά για έναν συνειδητοποιημένο, χωρίς πολλά πολλά ελαφρυντικά, και κυρίως για το πώς σκέφτεται και λειτουργεί ένας Ναζί.

Το βιβλίο αποτελεί ένα χρονικό, δοσμένο με μυθιστορηματικό τρόπο, της ανόδου και της πτώσης ενός ανθρώπου που έγινε φίλος με τον Χίτλερ.

Ο Σνεγκαρόφ παρακολουθεί την προσωπική ζωή του Αμερικανογερμανού (μητέρα Αμερικανίδα και πατέρας Γερμανός) Ερνστ Χανφστένγκλ, αποφοίτου του Χάρβαρντ, εμπόρου έργων τέχνης, πολύ καλού πιανίστα και θαυμαστή του μουσικού έργου του Ρίχαρντ Βάγκνερ και «κολλητού» του Χίτλερ. Αυτός γοητεύτηκε περισσότερο από την προσωπικότητα του Χίτλερ και λιγότερο από τις ιδέες του, χωρίς αυτό να τον κάνει λιγότερο Ναζί.

«Ανθρωπάκος» δύο μέτρων

Ο Χανφστένγκλ, αν και δύο μέτρα ύψος, είχε το παρατσούκλι Πούτζι που σημαίνει «ανθρωπάκος», είναι ο άνθρωπος που δέχθηκε και φιλοξένησε τον Χίτλερ στη βίλα που είχε έξω από το Μόναχο, λίγο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της μπιραρίας τον Νοέμβριο του 1923. Αυτός ζούσε στις ΗΠΑ και μέχρι το 1917 τίποτα δεν έδειχνε πως θα τις εγκατέλειπε. Μετά το 1917 και λόγω των διωγμών κατά των γερμανικής καταγωγής αμερικανών πολιτών, για λόγους πατριωτισμού εγκαταλείπει τη σύντροφό του συγγραφέα Τζούνα Μπαρνς και δηλώνει ότι θα παντρευτεί μόνο Γερμανίδα. Παντρεύεται την γερμανικής καταγωγής Χελένε Νίμαγερ. Στη Γερμανία πήγαν και οι δυο το 1919. Με την έλευσή του γνωρίζεται με κύκλους του Χίτλερ και το 1922 και με τον ίδιο. Από τότε γίνεται ο άνθρωπος του Χίτλερ μέχρι την άνοδό του στην εξουσία. «Ο Πούτζι προσέφερε στον Χίτλερ χρήματα, διασυνδέσεις, ένα σπιτικό, τη γλυκύτητα της Χελένε και, πάνω απ’ όλα, την ενέργεια του Βάγκνερ» (σ. 57). Γι’ αυτόν «ο Χίτλερ μετρούσε περισσότερο από τα λεφτά, ο Χίτλερ μετρούσε περισσότερο από τις τιμές» (σ. 328). Μέχρι το 1934 είναι ο πιανίστας του, ο εκπρόσωπος Τύπου του, ο επιμελητής των κειμένων του, ο άνθρωπός του. Από το 1934 αρχίζει η σταδιακή του πτώση. Από υπεύθυνος για τον ξένο Τύπο, χωρίς τη βοήθεια του οποίου κανείς ξένος δημοσιογράφος αλλά και διπλωμάτης δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση στον Χίτλερ, με απόφαση του εχθρού του Γκέμπελς και τη συναίνεση του «φίλου» του Γκέρινγκ εξωθείται τον Φεβρουάριο του 1937 σε απόδραση στην Ελβετία. Το 1940, αφού διερεύνησε αν μπορεί να επιστρέψει και διαπίστωσε πως αυτό θα ήταν σχεδόν σαν να καταδίκαζε τον εαυτό του σε θάνατο, τον συναντάμε σε στρατόπεδο Ναζί κρατουμένων στην Αγγλία, όπου – τι ειρωνεία; – «συνυπήρχαν» Εβραίοι, αντι-Ναζί και Ναζί Γερμανοί, μετά σ’ ένα άλλο στρατόπεδο στον Καναδά και τέλος μεταφέρεται στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ. Εκεί από το 1942 έως το 1944 ημιελεύθερος εργάζεται για τον Ρούζβελτ με το να του στέλνει σημειώματα που αφορούσαν το πώς πρέπει ν’ αντιμετωπίσει τον Χίτλερ. Το 1945, κρατούμενος ακόμη, βρίσκεται πίσω στο Λονδίνο και στη συνέχεια τον στέλνουν, ακόμη ως κρατούμενο, στην κατεστραμμένη Γερμανία. Απελευθερώνεται το 1946 και επιστρέφει στο Μόναχο, όπου έζησε έως τον θάνατό του το 1975.

«Είναι η ζωή μου»

Από τις πρώτες μέρες της «αδελφοσύνης» του με τον Χίτλερ έως την εποχή της δυσμένειάς του αλλά και μετά ως κρατούμενος πίστευε στη δυνατότητα συνεργασίας των ΗΠΑ με τη ναζιστική Γερμανία. Εως το τέλος της ζωής του δήλωνε πως «ο Αδόλφος Χίτλερ είναι η ζωή μου». Ο Χίτλερ ως προσωπικότητα τον είχε τόσο πολύ σαγηνεύσει, ώστε ακόμη και κυνηγημένος ήδη από τους Ναζί, σε θεραπευτική συνομιλία που είχε στην Ελβετία με τον ψυχαναλυτή Καρλ Γιουνγκ, που και αυτός μισούσε τον Γκέμπελς και καταφρονούσε τον με τα λόγια του «δαιμονισμένο» Χίτλερ, ο Πούτζι τού «αποκάλυπτε» το πώς ο Χίτλερ σαγήνευε τα πλήθη αλλά και τον ίδιο. Αυτό δεν σημαίνει πως για τον συγγραφέα η δύναμη του Χίτλερ ήταν μόνο η προσωπικότητά του και η σαγήνη που αυτή εξέπεμπε. Η δύναμη του Χίτλερ ήταν και οι ίδιες οι ιδέες του. Ο θάνατος της δημοκρατίας στη Γερμανία, υποστηρίζει ο βρετανός ιστορικός Ρίτσαρντ Εβανς, «είχε πολύ συγκεκριμένες ρίζες στη γερμανική ιστορία και αντλούσε από ιδέες που ήταν μέρος μιας πολύ συγκεκριμένης γερμανικής παράδοσης» (Richard Evans, «Η έλευση του Τρίτου Ράιχ», μτφ. Κώστας Αντύπας, Αλεξάνδρεια, 2013, σ. 450). Ο Σνεγκαρόφ φαίνεται να συμφωνεί με τον Εβανς, γι’ αυτό και παραθέτει τη συνομιλία που είχε με δημοσιογράφους ο σκηνοθέτης Χανς – Γιούργκεν Ζίμπερμπεργκ για την ταινία του «Χίτλερ, μια ταινία από τη Γερμανία». Ταινία που λατρεύτηκε από τους νικητές και αποδοκιμάστηκε στη Γερμανία. Εκεί αυτός δήλωνε πως τα νήματα του ναζισμού δεν τα κινούσε απλά ο Χίτλερ. Τα κινούσαν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Κατά τον σκηνοθέτη, ο Χίτλερ απλώς «κατάλαβε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον ότι ο γερμανικός λαός, μπουκωμένος με νεωτερικότητα, επιστήμη και πρόοδο, είχε ανάγκη από μια πίστη, μια υπερβατικότητα» (σ. 194). Ο Ζίμπερμπεργκ σε μια άλλη ταινία του για τον Λουδοβίκο Β’ της Βαυαρίας, τον τραγικό βασιλιά που ενέπνευσε και τον Βισκόντι, χρησιμοποίησε τον εγγονό του Χανφστένγκλ για να του δώσει τον ρόλο του πιστού και αφοσιωμένου στον βασιλιά κόμη Ντιρκέμ. Ηθελε έτσι να μιλήσει και για τον παππού Χανφστένγκλ; Αυτός το αρνήθηκε, αλλά ήταν εμφανείς οι αναλογίες και οι ομοιότητες.

Κυριαρχία επί του μπολσεβικισμού

Ο Σνεγκαρόφ όμως δείχνει και τη συνάφεια των ιδεών του πραγματικού κόσμου των Ναζί με τμήματα των αμερικανικών ελίτ. Αυτό άλλωστε έδινε και τη δύναμη στον Πούτζι να ελπίζει στη συνεργασία ΗΠΑ και Γερμανίας, ίσως και της Αγγλίας, για κυριαρχία επί του μπολσεβικισμού. Αλλά για τον Χίτλερ η Γερμανία έπρεπε να μιμηθεί τις ΗΠΑ, όχι για να συμμαχήσει μαζί τους, αλλά για να τις νικήσει. Παρ’ όλα αυτά, κατά τον συγγραφέα, οι ελίτ των δυο χωρών ήταν πολύ κοντά. Για παράδειγμα, με αφορμή τη συνάντηση του πρύτανη της Νομικής Σχολής Νέιθαν Ρόσκο Πάουντ με Ναζί νομικούς και με τον υπουργό Δικαιοσύνης της Βαυαρίας Χανς Φρανκ και μετέπειτα γενικό κυβερνήτη και σφαγέα της κατεχόμενης Πολωνίας, διαπίστωνε πως «ο πραγματικός κόσμος, για τους Ναζί καθώς και για τους αμερικανούς νομικούς, ήταν το ανέφικτο της ανάμειξης των φυλών» (σ. 242). Ολα αυτά αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τους νόμους της Νυρεμβέργης. Επομένως αυτό το βιβλίο δεν είναι μια απλή ψυχολογιστική προσέγγιση του κύριου ήρωά του, ούτε μόνο μια ακτινογραφία της σαγήνης του Χίτλερ. Είναι μια ακτινογραφία μιας κοινωνίας έτοιμης, όπως ήταν τότε η γερμανική, να δεχθεί τέτοιες ιδέες μίσους. Και βεβαίως και μιας προσωπικότητας, όπως αυτή του Χίτλερ, έτοιμης να εκμεταλλευτεί αυτό το κλίμα και αυτή την ατμόσφαιρα.

Αφερέγγυος παλιάτσος

Ο συγγραφέας αναρωτιέται αν ο Πούτζι, που ξεκίνησε ως πιανίστας και ομοτράπεζος του Χίτλερ και κατέληξε ένας αποσυνάγωγος, ήταν ένας αφερέγγυος παλιάτσος ή ένας εκπρόσωπος του κακού. Αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο και των δύο επιλογών. Μάλλον αφήνει τον ίδιο τον Πούτζι ν΄ απαντήσει. Αυτός προς το τέλος της ζωής του, το 1975 στη Γερμανία, κοιτάει στον καθρέφτη του και βλέπει «έναν άνδρα που στην πατρίδα του έχασε τα πάντα και μακριά από την πατρίδα του δεν κέρδισε τίποτα. Εναν γελωτοποιό που σε βάρος του γελάμε και που η ιστορία δεν τον θέλει» (σ. 329).

Ποιος τελικά ήταν ο Πούτζι; Η αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα και η ωραία μετάφραση της Κατερίνας Γούλα αφήνουν να απαντήσουμε μόνοι μας. Πάντως αυτό για το οποίο μας προειδοποιεί ο ίδιος ο συγγραφέας με αφορμή την τύχη του Ερνστ Ρεμ, του αρχηγού των Ταγμάτων Εφόδου, και του Πούτζι είναι πως οι δικτάτορες τελικά εξοντώνουν τους πρώτους υποστηρικτές τους, γιατί αυτοί ξέρουν πολλές από τις αδυναμίες τους. Και ο Πούτζι ήξερε πολλές από τις αδυναμίες, ακόμη και τις σεξουαλικές, του Χίτλερ. Ο Πούτζι που δούλεψε μαζί με τον Χίτλερ για την επεξεργασία του πρώτου τόμου τού έργου «Ο αγών μου», που τον είδε να φλερτάρει την επίσης Ναζί γυναίκα του, που τον είδε σε στιγμές απώλειας της αυτοπεποίθησής του, που τον είδε να μη θέλει ν’ αλλάξει τίποτα πάνω του, ούτε καν να κόψει το μουστάκι του, ούτε να μάθει αγγλικά, ούτε να μάθει να χορεύει βαλς, πόσω μάλλον να συναινέσει στο όνειρο του Πούτζι για συμμαχία με τις ΗΠΑ, δεν μπορούσε να αποτελεί «φίλο» του μέχρι το τέλος. Κι αν δεν είσαι φίλος των δικτατόρων, τότε είσαι δυνητικό ή άμεσο θύμα. Ο Πούτζι ακολούθησε μια πορεία από την αδελφοσύνη του με τον Χίτλερ στην εξουσία και από εκεί στη δυσμένεια, στην εξορία και τέλος στη μοναξιά του ηττημένου από όλους και σε όλα. Αυτό αφηγείται ο Σνεγκαρόφ με γλαφυρό τρόπο, αλλά ταυτοχρόνως παραδίδει και ένα λογοτεχνικό μάθημα για το πώς λειτουργεί ο «ανθρωπάκος» στα ολοκληρωτικά καθεστώτα.

Thomas Snegaroff, Πούτζι, Μτφ. Κατερίνα Γούλα Εκδ. Gutenberg, 2023Σελ. 424, Τιμή 18 ευρώ

Sports in

Ελλάδα – Πουέρτο Ρίκο 67-65: Νίκη της Εθνικής παρά τις απουσίες

Η Εθνική Ελλάδος νίκησε με 67-65 το Πουέρτο Ρίκο στο τελευταίο της εν Ελλάδι φιλικό πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, παρά τις σημαντικές απουσίες.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τρίτη 16 Ιουλίου 2024