Οι περισσότερες τράπεζες της Ιταλίας πιθανότατα δεν θα πληρώσουν τον νέο φόρο που επέβαλε η κυβέρνηση της χώρας και φέρει την προσωπική υπογραφή του πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, και θα επιλέξουν να ενισχύσουν τα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» τους.

Σύμφωνα με αναλυτές και ειδικούς τους οποίους επικαλείται το Bloomberg, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο νόμος, που εγκρίθηκε από το ιταλικό κοινοβούλιο σήμερα Πέμπτη, είναι δομημένος με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτρέπει στις περισσότερες τράπεζες να πληρούν τις προϋποθέσεις opt-put ενώ θα τηρούν ανέπαφες τις υποσχέσεις πληρωμών.

Οι τράπεζες δεν χρειάζεται να πληρώσουν τον πρόσθετο φόρο εάν ενισχύσουν τα αποθεματικά τους.

Η ενίσχυση του κεφαλαίου «είναι η καλύτερη επιλογή μακράν» για τις τράπεζες της Ιταλίας, σχολίασε η Ροσέλα Λοκατέλι, καθηγήτρια τραπεζικών και χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Insubria, κοντά στο Μιλάνο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα επειδή οι περισσότεροι μπορούν να το κάνουν «χωρίς να βλάψουν την πολιτική μερισμάτων».

Αναδίπλωση

Η ιταλική κυβέρνηση εισήγαγε για πρώτη φορά τον νόμο τον Αύγουστο ως μέρος μιας προσπάθειας να συγκεντρώσει έσοδα για τον ελλειμματικό προϋπολογισμό της χώρας. Η είδηση προκάλεσε βουτιά στις τραπεζικές μετοχές και ανάγκασε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εκδώσει προειδοποίηση. Κατόπιν τούτου η Ρώμη αναδιπλώθηκε και προχώρησε σε τροποποιήσεις του νομοσχεδίου.

Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι αν οι περισσότερες τράπεζες δεν πληρώσουν τον φόρο δεν είναι ξεκάθαρο πόσα χρήματα μπορεί να βγάλει η κυβέρνηση, η οποία ελπίζει να συγκεντρώσει 3 δισεκατομμύρια ευρώ .

Ο Λουίτζι Λοβάλιο,  διευθύνων σύμβουλος της περιφερειακής τράπεζας Banca Monte dei Paschi di Siena SpA, και Νικόλα Καλαμπρό, διευθύνων σύμβουλος της Cassa di Risparmio di Bolzano έχουν ήδη δηλώσει ότι μπορεί να επιλέξουν να διατηρήσουν τα χρήματα αντί να τα παραδώσουν στην κυβέρνηση.

Ο νέος αυτός φόρος υπολογίζει πόσο επωφελήθηκαν οι τράπεζες από τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ συγκρίνοντας τα καθαρά έσοδα από τόκους φέτος με το επίπεδο πριν από δύο χρόνια και χρεώνοντας επιτόκιο 40% στο μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς. Το συνολικό οφειλόμενο ποσό περιορίζεται στο 0,26% των σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού.

Οι τράπεζες μπορούν να εξαιρεθούν από τον φόρο εάν διαθέσουν 2,5 φορές το ποσό που οφείλουν για την ενίσχυση του δείκτη κεφαλαίων Tier 1 ως μη διαθέσιμα αποθεματικά, σύμφωνα με την τροπολογία του νόμου.