Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και την ενεργειακή κρίση που ακολούθησε εκτινάσσοντας στα ύψη τις τιμές, η Ευρώπη καταβάλλει προσπάθειες για τον απογαλακτισμό της από τη ρωσική ενέργεια. Οι πρωτοβουλίες της κινούνται προς δύο κατευθύνσεις: αφενός να βρει εναλλακτικούς παρόχους [κάτι που έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό] και αφετέρου να αναπτύξει της ανανεώσιμες πηγές και να καταστεί ως ένα βαθμό ενεργειακά αυτόνομη.

Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και τα εξαιρετικά φιλόδοξα σχέδια που έχει θέσει για την πράσινη μετάβαση, καθώς η ΕΕ επιχειρεί να αποτελέσει την ατμομηχανή για την επίτευξη των παγκόσμιων περιβαλλοντικών στόχων.

Η προσπάθεια αυτή δεν είναι χωρίς κόστος

Η Ευρώπη θα μπορούσε να απογαλακτιστεί από τα ορυκτά καύσιμα και να δημιουργήσει έναν αυτο-βιώσιμο ενεργειακό τομέα ξοδεύοντας περίπου 2 τρισεκατομμύρια ευρώ (2,1 τρισεκατομμύρια δολάρια) σε ηλιακές, αιολικές και άλλες ανανεώσιμες πηγές έως το 2040.

Σύμφωνα με έκθεση, του γερμανικού Ινστιτούτου Ερευνών για τις Κλιματικές Επιπτώσεις του Πότσνταμ, που αποκαλύπτει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, η ήπειρος χρειάζεται ετήσιες επενδύσεις 140 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2030 και 100 δισεκατομμύρια ετησίως την επόμενη δεκαετία για να φτάσει εκεί.

Οι πυλώνες της πράσινης στρατηγικής

Ενώ το μεγαλύτερο μέρος του ποσού θα χρειαστεί για την χερσαία αιολική επέκταση, οι πόροι υδρογόνου, γεωθερμίας και ηλιακής ενέργειας θα αποτελέσουν τους πρόσθετους πυλώνες μιας στρατηγικής που θα επιτρέψει στις ανάγκες ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης να τροφοδοτούνται αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2030.

Η μελέτη, η οποία διενεργήθηκε για λογαριασμό της Aquila Capital, έναν από τους μεγαλύτερους ιδιώτες επενδυτές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ευρώπη, αναφέρει ότι θα χρειαστεί άλλη μια δεκαετία προκειμένου να μετατραπεί ολόκληρο το ενεργειακό σύστημα: δηλαδή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να τροφοδοτούν όλο το φάσμα, συμπεριλαμβανομένων πραγμάτων όπως η θέρμανση, η οποία σήμερα στο μεγαλύτερο ποσοστό της στηρίζεται στο πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο.

«Αυτά τα στοιχεία είναι σημαντικά, αλλά είναι επίσης σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες εκτιμάται ότι έχουν ξοδέψει επιπλέον 792 δισεκατομμύρια ευρώ τον τελευταίο χρόνο μόνο για το σύστημα του status quo για την προστασία των καταναλωτών από τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία», ανέφερε η μελέτη.

Τον περασμένο μήνα, οι Ευρωπαίοι νομοθέτες έδωσαν την τελική τους έγκριση σε νομικά δεσμευτικούς στόχους για την ταχύτερη επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αυτή τη δεκαετία,  στο πλαίσιο των γενικότερων σχεδίων της Ευρώπης για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα.

Ο νόμος αυξάνει τους στόχους της ΕΕ για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, απαιτώντας το 42,5% της ενέργειας της ΕΕ να είναι ανανεώσιμες έως το 2030, αντικαθιστώντας τον προηγούμενο στόχο  του 32%.

Προειδοποιήσεις

Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι, η διάσκεψη για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια που διοργανώθηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Εκεί οι συμμετέχοντες προειδοποίησαν ότι  η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει πιο γρήγορα και πιο μαζικά στην ενεργειακή της μετάβαση, εάν θέλει να παραμείνει μία παγκόσμια βιομηχανική δύναμη.

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, φορείς και παράγοντες της αγοράς υπογράμμισαν ότι οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα αντιμετωπίζουν φραγμούς, όπως η αβεβαιότητα πολιτικής, η γραφειοκρατία που καθυστερεί τα έργα και το υψηλότερο ενεργειακό κόστος.

Το συνέδριο επικεντρώθηκε στα εργαλεία χρηματοοικονομικής και δημόσιας πολιτικής που θα μπορούσαν να απελευθερώσουν τις επενδύσεις που απαιτούνται για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια.

«Παρά τη μεγάλη εσωτερική αγορά, το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό και την παγκόσμια έρευνα και ανάπτυξη, δεν έχουμε ακόμη δει πώς η Ευρώπη θα κάνει πράξη τις φιλοδοξίες της», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του ΔΟΕ, Φατίχ Μπιρόλ.

«Οι φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να αναλάβουν τολμηρή δράση, και σύντομα, για να παραμείνει η περιοχή παγκόσμια βιομηχανική δύναμη», είπε ο Μπιρόλ.

«Αναβλητικότητα»

Από την πλευρά της η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε την Ευρώπη να «αποφύγει την αναβλητικότητα».

«Αν και είναι δελεαστικό να πιστεύουμε ότι μπορούμε να εξομαλύνουμε το κόστος της μετάβασης πιέζοντας τους κλιματικούς στόχους, τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτό δεν θα συμβεί», είπε.

«Η αναβλητικότητα είναι πιθανό να αυξήσει τον λογαριασμό που θα καταλήξουμε να πληρώσουμε», είπε η Λαγκάρντ.

Ο Βέρνερ Χόγιερ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, είπε ότι οι βιομηχανίες «πρέπει να αγκαλιάσουν άμεσα την αλλαγή, διαφορετικά κινδυνεύουν να μείνουν πίσω».

Το μεγάλο δίλημμα

H Κομισιόν έχει συμφωνήσει να διοχετεύσει το 37% των κεφαλαίων της για την ανάκαμψη της οικονομίας – σχεδόν 300 δισεκατομμύρια ευρώ – στον στόχο της Πράσινης Συμφωνίας για καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050.

Πέρυσι, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ξεπέρασαν το φυσικό αέριο και έγιναν η κορυφαία πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, με την ηλιακή ενέργεια να αυξάνεται κατά 24%.

Ωστόσο, πλέον η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα μεγάλο δίλημμα που κάνει την πράσινη ατζέντα της να ξεθωριάζει: η ενεργειακή κρίση σε συνδυασμό με την εκτίναξη των λογαριασμών ενέργειας βάζουν στην άκρη τις περιβαλλοντικές ανησυχίες.

Πηγή: ΟΤ