Γιον Φόσε – «Ένας χίπης που αγαπούσε να παίζει βιολί»
Ο Νορβηγός συγγραφέας, που μόλις κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, κουβαλάει σεβαστό έργο δεκαετιών, αλλά εξακολουθεί να μην ξέρει από πού προέρχεται η γραφή.
«Το να συνθέτεις ποίηση σημαίνει να ακούς, όχι να επινοείς, είναι, ας πούμε, να αναδεικνύεις κάτι που ήδη υπάρχει -γι’ αυτό και όταν διαβάζει κανείς μεγάλη ποίηση, συχνά έχει αυτό το συναίσθημα του «τα ξέρω όλα αυτά ήδη, απλά δεν τα εξέφρασα». Η γλώσσα ακούει τον εαυτό της» – Γιον Φόσε
Το Hardangerfjord, το δεύτερο μεγαλύτερο φιόρδ της Νορβηγίας, χαράζει το δρόμο του από τη Βόρεια Θάλασσα προς τα μακρινά βουνά του Vestland. Περίπου στα μισά του φιόρδ, εκεί όπου το φως φλερτάρει με το σκοτάδι και το νερό ασημίζει, βρίσκεται το χωριό Strandebarm.
Εκεί βρίσκεται το Ίδρυμα Φόσε, ένας οργανισμός αφιερωμένος στον Γιον Φόσε (Jon Fosse) – μυθιστοριογράφο, δοκιμιογράφο και έναν από τους πιο παραγωγικούς σύγχρονους θεατρικούς συγγραφείς στην Ευρώπη – ο οποίος γεννήθηκε εκεί, το 1959.
«Τα μέλη του ιδρύματος συνεδριάζουν σε ένα μικρό γκρίζο προσευχητάριο με θέα την καμπύλη του λιμανιού- ένας καταρράκτης τρέχει στο μαύρο βράχο πίσω του. Λίγο πιο κάτω από το ίδρυμα βρίσκονται δύο λευκά σπίτια: Το σπίτι στο οποίο μεγάλωσε ο Φόσε, όπου ζει ακόμη η μητέρα του, και το σπίτι που ανήκε στους παππούδες του» γράφει η Τουρκοαμερικανίδα κριτικός λογοτεχνίας, Μερβέ Εμρέ, στο New Yorker, το 2022.
“Μέσα στο σκοτάδι βρίσκει κανείς το φως, οπότε όταν βρισκόμαστε σε θλίψη, τότε αυτό το φως είναι πιο κοντά μας από όλα”
Η πλεονεξία των λέξεων
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, του 2022, το Ίδρυμα Φόσε φιλοξένησε ένα γεύμα για τους μεταφραστές, τους εκδότες και τους δημοσιογράφους που είχαν συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσουν το Διεθνές Συμπόσιο Jon Fosse. Στον επάνω όροφο, ένας βιολιστής έπαιξε ένα βαλς στο βιολί Hardanger. Στον κάτω όροφο, οι επισκέπτες μπορούσαν να περιηγηθούν σε ένα έκθεμα της υφαντουργού Åse Ljones, η οποία είχε ράψει φράσεις από τα γραπτά του Φόσε σε σεντόνια, μαντήλια και νυχτικά. Ένα μέλος του Ιδρύματος Φόσε κρατούσε ένα από τα σεντόνια της Ljones και ζητούσε από οποιονδήποτε από τους έξι μεταφραστές του συγγραφέα να το μεταφράσει.
«Οι λέξεις εκτοξεύονταν, οι διορθώσεις ασφυκτιούσαν κάτω από την αναπνοή. Υπήρχε μια αίσθηση ανταγωνισμού, μια αίσθηση πλεονεξίας στον αέρα» συνεχίζει η Μερβέ Εμρέ, στο New Yorker και συνεχίζει την κοφτερή παρατήρησή της:
«Η λέξη που μου έρχεται στο μυαλό για να περιγράψω όλα αυτά -το φως, τη μουσική, τα ιερά νερά, τα ιερά ενδύματα- είναι «προσκύνημα». Σπάνια βλέπει κανείς ζωντανούς συγγραφείς να αντιμετωπίζονται με τέτοιο σεβασμό. «Είμαι απλώς ένας παράξενος τύπος από το δυτικό τμήμα της Νορβηγίας, από το αγροτικό τμήμα της Νορβηγίας», λέει ο Φόσε».
Δείτε το βίντεο
Ένας «χίπης» που αγαπούσε να παίζει βιολί
«Μεγάλωσε σαν ένα μείγμα κομμουνιστή και αναρχικού, ένας «χίπης» που αγαπούσε να παίζει βιολί και να διαβάζει στην εξοχή. Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν, όπου σπούδασε συγκριτική λογοτεχνία και άρχισε να γράφει στη γλώσσα Nynorsk, τη γραπτή γλώσσα που χαρακτηρίζει τις αγροτικές περιοχές της δυτικής Νορβηγίας. Το πρώτο του μυθιστόρημα, το «Κόκκινο, μαύρο», εκδόθηκε το 1983, ενώ ακολούθησαν κατά τη διάρκεια των επόμενων τριών δεκαετιών τα «Μελαγχολία Ι» και «Μελαγχολία ΙΙ», «Πρωί και βράδυ», «Άλις στη φωτιά» και «Τριλογία». Μετά από μια εξαιρετικά επιτυχημένη και ταραχώδη περίοδο κατά την οποία εργάστηκε σχεδόν αποκλειστικά ως θεατρικός συγγραφέας, ο Φόσε ασπάστηκε τον καθολικισμό το 2012, έκοψε το ποτό και ξαναπαντρεύτηκε». Έτσι συστήνει η Μερβέ Εμρέ τον συγγραφέα.
Στη συνέχεια άρχισε να γράφει την «Επταλογία» (Septology), ένα επτάτομο μυθιστόρημα γραμμένο σε μία μόνο πρόταση και χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που ο ίδιος έχει περιγράψει ως στροφή του στην «αργή πεζογραφία».
«Ο αφηγητής της «Επταλογίας» είναι ένας ζωγράφος ονόματι Άσλε, προσηλυτισμένος στον καθολικισμό, που θρηνεί τον θάνατο της γυναίκας του, της Άλες. Το βράδυ πριν από την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Άσλε βρίσκει τον φίλο του, επίσης ζωγράφο ονόματι Άσλε, αναίσθητο σε ένα σοκάκι στο Μπέργκεν, να πεθαίνει από δηλητηρίαση από αλκοόλ. Οι αναμνήσεις τους διπλασιάζονται, επαναλαμβάνονται και σταδιακά θολώνουν σε μια ενιαία φωνή, μια διάχυτη συνείδηση ικανή να υπάρχει σε πολλούς χρόνους και τόπους ταυτόχρονα» εξηγεί η Μερβέ Εμρέ, στο New Yorker.
«Αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα είδος -δεν ξέρω αν είναι καλή αγγλική λέξη- αλλά ένα είδος συμφιλίωσης στη γραφή μου. Ή, για να χρησιμοποιήσω την καθολική ή χριστιανική λέξη, ειρήνη»
Το φως της θλίψης
Τα θεατρικά έργα του Φόσε, των οποίων οι χαρακτήρες έχουν συνήθως γενικά ονόματα – ο άνδρας, η γυναίκα, η μητέρα, το παιδί – καταγράφουν την ένταση των αρχέγονων σχέσεών μας και είναι εναλλάξ ζοφερά και κωμικά.
«Η “Επταλογία” είναι το μοναδικό μυθιστόρημα που έχω διαβάσει και με έκανε να πιστέψω στην πραγματικότητα του θείου, όπως την περιγράφει ο θεολόγος του δέκατου τέταρτου αιώνα Meister Eckhart, τον οποίο ο Φόσε διάβαζε με προσοχή: “Μέσα στο σκοτάδι βρίσκει κανείς το φως, οπότε όταν βρισκόμαστε σε θλίψη, τότε αυτό το φως είναι πιο κοντά μας από όλα”. Καμία από τις συγκρίσεις με άλλους συγγραφείς δεν φαίνεται σωστή. Μπέρνχαρτ; Πολύ επιθετικός. Μπέκετ; Πολύ ελεγκτικός. Ίψεν; «Είναι ο πιο καταστροφικός συγγραφέας που ξέρω» ισχυρίζεται ο Φόσε. «Αισθάνομαι ότι υπάρχει ένα είδος -δεν ξέρω αν είναι καλή αγγλική λέξη- αλλά ένα είδος συμφιλίωσης στη γραφή μου. Ή, για να χρησιμοποιήσω την καθολική ή χριστιανική λέξη, ειρήνη»» συνεχίζει η Μερβέ Εμρέ.
«Ο Φόσε μοιάζει με την περιγραφή του Άσλε, του ήρωά του: Μακριά γκρίζα αλογοουρά, μαύρο παλτό, μαύρα παπούτσια, ταμπακιέρα στην τσέπη. Φαινόταν μερικές φορές να πονάει από την ανάγκη να μιλήσει, αλλά και να είναι απόλυτα σίγουρος για όσα έλεγε. Συχνά, κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας, ένιωθα τις ίδιες ανταγωνιστικές παρορμήσεις που γεννά η γραφή του: τόσο περιέργεια όσο και προστατευτικότητα απέναντι στον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις- τόσο σκεπτικισμό όσο και πίστη στις μυστικιστικές περιγραφές του για το πώς γράφει μυθοπλασία.
»Μου έκανε εντύπωση, πάνω απ’ όλα, ως ένας βαθιά ευγενικός άνθρωπος, όπως εκφράζεται από την προθυμία του να μιλήσει για τα πάντα: τη χάρη, την αγάπη, τη ζήλια και την ειρήνη, τις εμπειρίες του κοντά στο θάνατο και την αγάπη» καταλήγει η Εμρέ στο άρθρο της για τον Νορβηγό συγγραφέα, ο οποίος μόλις κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
*Με στοιχεία από newyorker.com
- Ο Εμπαπέ θα ήθελε να παίξει με τον Κριστιάνο Ρονάλντο
- Η αναβάθμιση των ραντάρ Commander AR-327 και η συνάντηση Μητσοτάκη – Στάρμερ
- Στο Χονγκ Κονγκ δεν παίρνουν αψήφιστα τις «απάτες» από τα μηχανήματα με τα λούτρινα
- «Αλ Τσαντίρι Νιουζ»: Πρωτιά στην τηλεθέαση και η δεύτερη εκπομπή του Λάκη Λαζόπουλου
- Τροφική δηλητηρίαση ο Δένδιας – Αναβλήθηκε προγραμματισμένο ταξίδι του
- Ζελένσκι: «Δύσκολο να στηριχθεί η Ουκρανία χωρίς τη βοήθεια της Αμερικής»