Το αμερικανικό κοινό αρχίζει και πάλι να ενδιαφέρεται για τον Ευγένιο Ο’Νηλ: τρία θέατρα της Νέας Υόρκης παίζουν ταυτόχρονα τη στιγμή αυτήν έργα του συγγραφέα των «Πόθων κάτω από τις λεύκες» και ένα τέταρτο έχει διασκευάσει σε μουσική κωμωδία το θεατρικό του έργο «Άννα Κρίστι». Και τα τέσσερα σημειώνουν καταπληκτική εμπορική επιτυχία. Πρόκειται για μια ριζική μεταβολή στις διαθέσεις του κοινού, που για να εκτιμήσουμε τη σημασία της, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι από το 1934 έως τελευταία κανένα έργο του Ο’Νηλ δεν ανέβηκε σε σκηνή του Μπροντγουαίυ. Η επιτυχία που σημείωσε ο «Χιονάνθρωπος» το 1946 δεν μεταβάλλει την κατάσταση, γιατί τον τερματισμό των παραστάσεών του τον ακολούθησε η ίδια νεκρική σχεδόν σιγή γύρω από το όνομα του συγγραφέα και το έργο του. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα σχόλια που γράφτηκαν όταν πέθανε, το 1953, έδιναν την εντύπωση ότι αναφέρονταν σ’ έναν άνθρωπο που είχε πάψει να υπάρχη από πολύ πριν. Άρρωστος και απογοητευμένος, ο Ο’Νηλ είχε σταματήσει να γράφη ήδη από το 1944. Και ήταν τόσο μεγάλη η πικρία του, ώστε είχε απαγορεύσει να παίζονται έργα του στη Νέα Υόρκη.


«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 27.7.1957, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Πολλοί είναι οι λόγοι της απότομης αυτής ανανέωσης του ενδιαφέροντος του μεγάλου αμερικανικού κοινού για τον Ευγένιο Ο’Νηλ. Θα μπορούσαν, εν τούτοις, να αναχθούν σε ένα βασικό: στην αξία του έργου του. Ο Ο’Νηλ υπήρξε στην πραγματικότητα ο θεμελιωτής του νέου αμερικανικού θεάτρου, αλλά και ο πιο προικισμένος θεατρικός συγγραφέας από όσους εγνώρισε ο κόσμος κατά το μεταξύ των δύο μεγάλων πολέμων διάστημα. Δεν ήταν μονάχα η δύναμη και το πάθος που τον διέκριναν. Με τον Ο’Νηλ απομακρυνόμαστε από τα συνηθισμένα και περιωρισμένα δράματα της καθημερινής ζωής. Ο συγγραφέας του «Παράξενου Ιντερμέτζου» φιλοδοξεί κάτι περισσότερο. Να αντικρύση τον άνθρωπο στις σχέσεις του με το κοσμικό σύμπαν. Για πρώτη φορά στα νεώτερα χρόνια, με το έργο του Ο’Νηλ πλησιάζουμε την περιοχή της τραγωδίας, όπως τη γνωρίσαμε στους αρχαίους Έλληνες ποιητές και στη μεγαλοφυΐα του Σαίξπηρ. Βέβαια πλησιάζουμε μονάχα. Σ’ αυτό όμως ίσως να μη φταίη τόσο ο ίδιος ο συγγραφέας όσο η εποχή μας…


«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 27.7.1957, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Μεγαλοφυές το έργο του Ο’Νηλ, δίνει εν τούτοις συχνά την εντύπωση του ασυμπλήρωτου. Ο δημιουργός του, θα έλεγες, βρίσκεται συνεχώς στο στάδιο των αναζητήσεων. Όλες οι τεχνοτροπίες του καιρού του τον βρήκαν για ένα διάστημα και διαδοχικά οπαδό τους: ρεαλισμός, εξπρεσιονισμός, εμπρεσιονισμός, χωρίς να κατορθώση να αποκρυσταλλώση μια δικιά του φόρμα και να την επιβάλη. Κατέφυγε στη μάσκα και το χορό, μιμούμενος το αρχαίο ελληνικό θέατρο. Επεξέτεινε τα χρονικά όρια των δραμάτων του, πολλά από τα οποία βαστάνε ώρες ολόκληρες πάνω στη σκηνή. Τέλος δοκίμασε και το «θέατρο συνεχειών», κάτι παρόμοιο με τις τριλογίες των αρχαίων. Όλα αυτά όμως παραμένουν πειραματισμοί, που δεν αποκρυσταλλώνονται σε μια νέα μορφή θεάτρου. Όπως όλοι μας, έτσι και ο μεγαλοφυής αυτός δραματουργός πλήρωσε το φόρο του αίματος στην εποχή του.


«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 27.7.1957, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η επάνοδος του Ο’Νηλ στην επικαιρότητα πραγματοποιήθηκε, πάνε δυο χρόνια τώρα, κατά τρόπο κάπως παταγώδη. Την αφορμή την έδωσε το ανέβασμα σ’ ένα αμερικανικό πρωτοποριακό θέατρο του ανέκδοτου έργου του «Μακρινό ταξίδι μέσα στη νύχτα» από τον Αμερικανό σκηνοθέτη Κουιντέρο. Επιθυμία του Ο’Νηλ ήταν το έργο αυτό να μη δημοσιευθή πριν περάσουν είκοσι πέντε χρόνια από το θάνατό του. Η γυναίκα του, εν τούτοις, νόμισε πως υπήρχαν λόγοι να παραβή την τελευταία αυτή θέληση του συζύγου της. Έτσι, το έργο ανεβάστηκε στο «Βασιλικό Θέατρο» της Στοκχόλμης, για να το πάρη κατόπιν ο Αμερικανός σκηνοθέτης. Και το αποτέλεσμα κανείς δεν το περίμενε: το κοινό χειροκρότησε με πρωτοφανή ενθουσιασμό το έργο. Η κριτική το ανεγνώρισε ομόφωνα σαν αριστούργημα. Συγκέντρωσε όλα σχεδόν τα μεγαλύτερα επίσημα βραβεία, πράγμα που δεν συμβαίνει συχνά στις Ηνωμένες Πολιτείες: το βραβείο των κριτικών, το βραβείο Αντουανέττας Περρύ, για το καλύτερο έργο της χρονιάς, το βραβείο Πούλιτζερ, δηλαδή την ανώτερη αμερικανική τιμητική διάκριση. Ο Ο’Νηλ κατακτούσε για μια ακόμα φορά, νεκρός τώρα πια, την Αμερική.


Το «Μακρινό ταξίδι μέσα στη νύχτα» δεν είναι μονάχα, αν πιστέψουμε την κριτική, ένα από τα καλύτερα έργα του Ο’Νηλ. Διαθέτει και ένα πρόσθετο ενδιαφέρον, που υπεχρέωσε άλλωστε τον δημιουργό του να αποφύγη να δημοσιευθή: αναφέρεται στα καθέκαστα της ατομικής και οικογενειακής ζωής του συγγραφέα του. Τα τέσσερα πρόσωπα του έργου δεν είναι παρά τα τέσσερα μέλη της οικογενείας του Ο’Νηλ: ο πατέρας του, η μητέρα του, ο ίδιος και ο μεγαλύτερος αδελφός του. Ένα πέμπτο, η υπηρέτρια, δεν υπάρχει στο δράμα παρά για να υπογραμμίζη με την ευχάριστη και χαρούμενη παρουσία της το σκοτεινό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσεται το δράμα της οικογενειακής ζωής του Ο’Νηλ: ο πατέρας του, παλιός ηθοποιός, που εγκατέλειψε τις φιλοδοξίες του για τη μεγάλη τέχνη χάριν του χρήματος, έκαμε μεγάλη περιουσία ως θιασάρχης εμπορικών έργων, και τώρα ζη με το πάθος της τσιγγουνιάς, που τον οδηγεί ως το σημείο να συζητάη και αυτά ακόμη τα χρήματα που θα διαθέσει για να γίνη καλά ο άρρωστος γυιος του. Η μητέρα του, μια μορφινομανής, έχει συγκεντρώσει όλη την προσοχή και την ενεργητικότητά της στην αναζήτηση του δηλητηρίου, χωρίς το οποίο δεν μπορεί να ζήση. Και η συζυγική αγάπη και τα μητρικά αισθήματα έχουν εξαφανισθή. Τα προδομένα όνειρα της νεότητάς της και όσα υπέφερε στην ώριμη ηλικία της έχουν μεγαλώσει τη μελαγχολία και την απελπισία της. Ο μικρός γυιος, ο ίδιος ο Ο’Νηλ, άρρωστος από φυματίωση, δε σκέπτεται παρά τα πνευμόνια του. Η αρρώστια τού έχει βάλει παρωπίδες στα μάτια του και δε βλέπει τίποτε άλλο έξω απ’ αυτήν. Ζη με το φάσμα του θανάτου. Βρίσκεται σε συνεχή αγωνία και νευρικότητα. Ο μεγαλύτερος γυιος, τέλος, βρίσκεται στα πρόθυρα να μεταβληθή σ’ ένα «ρατέ» (σ.σ. αποτυχημένος), όπως άλλωστε συνέβη και στην πραγματικότητα. Χωρίς καμμιά ιδιαίτερη κλίση, χωρίς ενεργητικότητα, χωρίς αγάπη. Ζηλεύει το ταλέντο του αδελφού του, ζηλεύει σχεδόν κι’ αυτήν ακόμη την αρρώστια του. Σε κάποια σκηνή του έργου πετάει κατά πρόσωπο του μικρού αδελφού του τη φράση: «Σε μισώ…» Αποκαλύπτεται έτσι το βάθος της ψυχής του, το μεγάλο του μυστικό, η αιτία της καταστροφής του: ντρέπεται για τον εαυτό του και μισεί τους άλλους. Αυτό είναι το δράμα του.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον έζησε και αναπτύχθηκε ο Ο’Νηλ. Οι αντιδράσεις και τα συμπλέγματα που του δημιούργησε θα μπορούσαν σημαντικά να φωτίσουν το έργο του και να εξηγήσουν πολλές πλευρές της τέχνης του. Δεν έχουν λοιπόν άδικο όσοι στο «Μακρινό ταξίδι μέσα στη νύχτα» βλέπουν το κλειδί που θα μας ανοίξει την πόρτα για να ιδούμε το προσωπικό δράμα και να εκτιμήσουμε τον αγώνα που διεξήγαγε για να φτάση, αν έφτασε ποτέ, στη λύτρωση ο μεγαλύτερος δραματικός συγγραφέας των τελευταίων δεκαετηρίδων.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Ευγενίου Ο’Νηλ σκιάσθηκαν από μιαν ακόμη οικογενειακή περιπέτεια: η πολυαγαπημένη του κόρη Ούνα παντρεύθηκε, παρά την θέληση του πατέρα της, τον κατά πολλές δεκαετίες πρεσβύτερό της Τσάρλι Τσάπλιν.

*Άρθρο για τον Ευγένιο Ο’Νηλ, που έφερε τον τίτλο «Η ανάσταση του Ο’Νηλ» και είχε δημοσιευτεί στον «Ταχυδρόμο» στις 27 Ιουλίου 1957.

Ο Ευγένιος Ο’Νηλ (Eugene O’Neill), ένας από τους κορυφαίους θεατρικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1888 σε ένα ξενοδοχείο του Mανχάταν, στην πόλη της Νέας Υόρκης.


Ο αποκληθείς και πατέρας του σύγχρονου αμερικανικού θεάτρου, γιος τού ιρλανδικής καταγωγής διάσημου ηθοποιού Τζέιμς Ο’Νηλ (James O’Neill) και της Έλλα Κουίνλαν (Mary Ellen Ella Quinlan), διήγαγε στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα έναν ταραχώδη βίο εντός και εκτός Ηνωμένων Πολιτειών.

Κυνηγώντας το προσωπικό του όνειρο, και έχοντας επίγνωση της θεατρικής πραγματικότητας και των υψηλών προσδοκιών του αμερικανικού θεάτρου εκείνη την περίοδο, ο Ο’Νηλ άρχισε να γράφει το φθινόπωρο του 1913.


Έργο του Ο’Νηλ («Πλέοντας ανατολικά για το Κάρντιφ», Bound East for Cardiff, μονόπρακτο γραμμένο την άνοιξη του 1914) ανέβηκε πρώτη φορά από θίασο της Νέας Υόρκης το φθινόπωρο του 1916.


Στο Μπρόντγουεϊ ο Ο’Νηλ πρωτοεμφανίστηκε το 1920 με το έργο «Πέρα απ’ τον Ορίζοντα» (Beyond the Horizon), με το οποίο έμελλε να κερδίσει πρώτη φορά το βραβείο Πούλιτζερ.

Ύψιστη τιμητική διάκριση για τον Ο’Νηλ υπήρξε το Νομπέλ Λογοτεχνίας, το οποίο απέσπασε το 1936.

Στα σημαντικότερα δημιουργήματά του συγκαταλέγονται τα έργα του «Ο Μαλλιαρός Πίθηκος» (The Hairy Ape, 1922), «Άννα Κρίστι» (Anna Christie, 1922, βραβείο Πούλιτζερ), «Πόθοι Κάτω από τις Λεύκες» (Desire Under the Elms, 1924), «Παράξενο Ιντερμέτζο» (Strange Interlude, 1928, βραβείο Πούλιτζερ), «Το Πένθος Ταιριάζει στην Ηλέκτρα» (Mourning Becomes Electra, 1931), «Ο Παγοπώλης Έρχεται» (The Iceman Cometh, 1939) και «Το Μεγάλο Ταξίδι της Μέρας Μέσα στη Νύχτα» (Long Day’s Journey into Night, 1956).


Ο Ευγένιος Ο’Νηλ απεβίωσε στη Βοστώνη στις 27 Νοεμβρίου 1953.