Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι (Μέρος Α’)
Η ελληνική γλώσσα παρουσιάζει έντονη διαλεκτική διαφοροποίηση από τους Προκλασικούς Χρόνους έως την Ελληνιστική Εποχή
Στα άρθρα που ακολουθούν θα εντρυφήσουμε στις ελληνικές διαλέκτους της 1ης προχριστιανικής χιλιετίας, θα εξετάσουμε το διαλεκτικό μωσαϊκό τής εν λόγω ιστορικής περιόδου. Ο κύκλος ζωής των διαλέκτων αυτών άνοιξε με τη «γραμματειακή» γλώσσα των ομηρικών επών –το ιδιόμορφο αυτό αμάλγαμα ιωνικών και αιολικών κατά βάση διαλεκτικών χαρακτηριστικών– και έκλεισε με την επικράτηση της ελληνιστικής κοινής, που –θυμίζουμε– αποτέλεσε τη γέφυρα διαμέσου της οποίας η ελληνική γλώσσα ήλθε σε επαφή με το χριστιανισμό και συμπορεύτηκε με τη λατινική γλώσσα.
Κατ’ αρχάς, επιβάλλεται να επισημάνουμε την έντονη διαλεκτική διαφοροποίηση που παρουσιάζει η ελληνική γλώσσα από τους Προκλασικούς Χρόνους έως την Ελληνιστική Εποχή. Η εν λόγω διαλεκτική διάσπαση, η παντελής απουσία μιας κοινής γλώσσας, καθίσταται εμφανής από τις διαθέσιμες επιγραφικές μαρτυρίες, αρχής γενομένης από τα παλαιότερα γνωστά ελληνικά κείμενα σε αλφαβητική γραφή, που ανάγονται στον 8ο αιώνα π.Χ. Έτσι, για την καταγραφή οποιουδήποτε κειμένου –δημόσιου, ιδιωτικού ή διακρατικού χαρακτήρα– χρησιμοποιούνταν η τοπική διάλεκτος μιας πόλης, ακόμη κι αν το κείμενο αυτό επρόκειτο να τοποθετηθεί σε πόλη που οι κάτοικοί της μιλούσαν μιαν άλλη διάλεκτο. Σε περιπτώσεις παραπομπής διακρατικών διαφορών ή εκκρεμοτήτων στη διαιτησία, το κείμενο καταγραφόταν στη διάλεκτο της πόλης που καλούνταν να διαιτητεύσει. Στις αναθηματικές επιγραφές, η διάλεκτος του αναθέτη μπορεί να ήταν άλλη από εκείνη που χρησιμοποιούσε ο –διαφορετικής καταγωγής– καλλιτέχνης στην υπογραφή του, ενώ στις επιτύμβιες στήλες συναντάται η διάλεκτος του συντάκτη του κειμένου, και όχι εκείνη του νεκρού.
Ο διαλεκτικός αυτός κατακερματισμός πρέπει να ήταν ακόμη πιο αισθητός στον προφορικό λόγο, στη διά ζώσης επικοινωνία, όπως υποδηλώνει και το κείμενο του Ηροδότου (1.142.3 & 1.142.4) που αναφέρεται στην ιωνική διάλεκτο. Σε αυτό γίνεται λόγος για τέσσερα διαφορετικά ιδιώματα στο εσωτερικό της ιωνικής διαλέκτου, διάκριση που δεν υποστηρίζεται από τα υπάρχοντα επιγραφικά δεδομένα. Άλλη ήταν κατά τον Ηρόδοτο η τοπική διάλεκτος των πόλεων της Καρίας (Μίλητος, Μυούς, Πριήνη), άλλη των πόλεων της Λυδίας (Έφεσος, Κολοφών, Λέβεδος, Τέως, Κλαζομεναί, Φώκαια), άλλη των Ερυθρών (οι Ερυθραί ήταν μικρασιατική πόλη χτισμένη απέναντι από τη Χίο) και της Χίου (Ερυθραίοι και Χίοι έκαναν χρήση του ίδιου ιδιώματος), και άλλη της Σάμου.
Ορισμένες από τις ελληνικές διαλέκτους τής υπό εξέταση περιόδου ξεχώρισαν από όλες τις άλλες, επειδή αποτέλεσαν το επίσημο γλωσσικό όργανο κραταιών πολιτικών οργανισμών ή ισχυρών πόλεων-κρατών. Αυτό συνέβη κατεξοχήν με την αττική διάλεκτο, η οποία υπήρξε η κυρίαρχη γλώσσα στους κόλπους της Α’ και της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Άλλες πάλι διάλεκτοι βρέθηκαν σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τις υπόλοιπες, επειδή χρησιμοποιήθηκαν ευρέως στη λογοτεχνία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων διαλέκτων είναι η ιωνική και η αττική, που συνδέθηκαν στενά με τη λογοτεχνική παραγωγή και την ιστοριογραφία. Ειδικότερα όσον αφορά το πεδίο της λογοτεχνίας, κύρια γνωρίσματα ήταν αφενός η έλλειψη μιας ενιαίας, κοινώς αποδεκτής γλωσσικής μορφής και αφετέρου η άρρηκτη σχέση κάθε λογοτεχνικού είδους με τη διάλεκτο στην οποία είχε πρωτοεμφανιστεί και καλλιεργηθεί.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, χάρτης της αρχαίας Ιωνίας, όπου κατά τον Ηρόδοτο υφίσταντο τέσσερα διαφορετικά ιδιώματα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις