Ντοκιμαντέρ για Μπέκαμ: «Πρέπει να ανήκεις στα αποδυτήρια»
Γνήσιο τέκνο της εργατικής τάξης της Αγγλίας, γεννήθηκε, το 1975, για να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες όλων των εποχών
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
«Σύμβολο της εποχής μας, σύμβολο του μεταμοντερνισμού», τον αποκάλεσε ο Φλορεντίνο Πέρεθ, καλωσορίζοντάς τον στη Ρεάλ Μαδρίτης το 2003. Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ.
Από πού όμως ξεκίνησε, αυτό το ξανθό αγόρι που ένιωθε τρελό ενθουσιασμό μόλις πατούσε το πράσινο χορτάρι του γηπέδου της αγαπημένης του Manchester United; Γνήσιο τέκνο της εργατικής τάξης της Αγγλίας, γεννήθηκε, το 1975, για να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες ποδοσφαίρου όλων των εποχών.
Εάν τον έχουμε στο μυαλό μας ως έναν απλώς ωραίο του διεθνούς τζετ σετ και εκπρόσωπο του life style, γνωστό για τα μαλλιά, τις μόδες και την ποπ σταρ σύζυγό του, το ξεχνάμε. Ήταν και αυτά, αλλά δεν ήταν μόνο αυτά.
Ένα ηρωικό είδωλο
Βλέποντας το ομώνυμο ντοκιμαντέρ για τη ζωή και την καριέρα του στην πλατφόρμα του Νetflix, ανακαλύπτουμε έναν χαρισματικό άνθρωπο που εμπνέει, ενδυναμώνει όποιον τον παρακολουθήσει και κυρίως ένα ενδεικτικό πρότυπο για να παρακολουθήσουμε όλες τις εκφάνσεις της «ηρωικής» ιστορίας ενός ανθρώπου, ένα μάθημα για την ανθρώπινη κατάσταση. Μια αφήγηση που τα έχει όλα.
Αποθεώθηκε όσο κανείς. Για ακριβώς τους ίδιους λόγους εκδιώχθηκε και καταδιώχθηκε με μανία. Βίωσε την απόλυτη αχαριστία. Πρώτα ανέβηκε στο πάνθεο των ειδώλων του ποδοσφαίρου και στη συνέχεια αποκαθηλώθηκε όσο κανείς. Έφτασε να τον φτύνουν στον δρόμο οι ίδιοι που τον κυνηγούσαν για ένα αυτόγραφο. Βυθίστηκε στην κατάθλιψη και τη λύπη, στα πιο σκοτεινά μονοπάτια μέσα του.
Πώς το έλεγαν οι συμπαίκτες του στη Ρεάλ Μαδρίτης; «Πρέπει να σε αγαπούν, να σε θέλουν οι συμπαίκτες σου. Πρέπει να σε θέλουν στα αποδυτήρια»
Επώδυνη ενηλικίωση ενός ταλέντου
Η σημερινή του ισορροπία και γαλήνη, η προσωπική του και οικογενειακή αρμονία ακτινοβολεί τη σοφία που απέκτησε από όλες τις προηγούμενες περιπέτειές του. Η επώδυνη ενηλικίωση ενός τεράστιου ταλέντου που δούλεψε όσο κανείς και δεν τα παράτησε ποτέ, με ασύλληπτη επιμονή, αντοχή κι ανθεκτικότητα.
Πώς τα έβγαζε πέρα; Μα, δεν έπαψε να… τρέχει. Να στέλνει πολύ μακριά την μπάλα- σαν εκείνο το μαγικό σουτ από τεράστια απόσταση που δεν είχε πετύχει ούτε καν ο Πελέ, που του άλλαξε τη ζωή για πάντα- και να φεύγει ξέφρενα μπροστά για να μην χάνει την ισορροπία του. Μεθοδικότητα, ψυχραιμία και πειθαρχία, οι κυρίαρχες αξίες του, ένας άνθρωπος που εκτιμούσε έναν αυστηρό προπονητή.
Μάθημα του τι εστί παραγματική ομάδα
Αν μη τι άλλο, αυτός ο πιτσιρικάς με το γλυκό χαμόγελο και το άστρο μέσα του που δεν το άφησε ποτέ να σβήσει και τον οδηγεί ακόμη στη ζωή του, εκτός από ένα αγοράκι που ο πατέρας του ονειρεύτηκε να γίνει παίκτης μόνο της Manchester United –κάτι που κατάφερε πολύ γρήγορα τελικά- μας δίνει σήμερα ένα τεράστιο μάθημα παρακολουθώντας όλη την πορεία με τα πάνω, τα κάτω, τις απίθανες ανατροπές της.
Σε μια εποχή άκρατου ατομισμού και ενίοτε πολεμικής ανθρωποφαγίας, πρόκειται για ένα μάθημα, για έναν ύμνο του τι σημαίνει μια πραγματική ομάδα, τι μπορεί να πετύχει η δυναμική της, είτε μια οικογένεια, είτε μια ποδοσφαιρική ομάδα, είτε απλώς εμείς κι οι φίλοι μας, οι αληθινοί μας συμπαίκτες στη ζωή.
Πώς το έλεγαν οι συμπαίκτες του στη Ρεάλ Μαδρίτης; «Πρέπει να σε αγαπούν, να σε θέλουν οι συμπαίκτες σου. Πρέπει να σε θέλουν στα αποδυτήρια». Κι αυτός ήταν ανέκαθεν ο πιτσιρικάς που αναδεικνυόταν προσωπικά, γιατί υπήρχε ομάδα να τον στηρίξει. Και το αντίστροφο, στήριζε την ομάδα κι εκείνη διέπρεπε, ακόμη κι όταν φαινόταν για πάντα χαμένη: Οι συμπαίκτες του έπαιζαν για κείνον.
«Ήμουν μέλος ενός συλλόγου από τα 15 ως τα 27 μου. Με πούλησαν σε μια νύχτα»
Η κόκκινη κάρτα που ανέτρεψε την πορεία του
Ο άνθρωπος που αποθεώθηκε όσο κανείς στη Manchester United, πήγε στην εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Αγγλίας γιατί και είχε λατρέψει ως παίκτη-ίνδαλμά του τον Γκλεν Χοντλ που έγινε προπονητής της. Και βρέθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, στον αγώνα με την Αργεντινή να «τρώει» μια κόκκινη κάρτα. Μια νύχτα πριν είχε μάθει ο Μπέκαμ ότι θα αποκτούσαν με τη Βικτόρια το πρώτο τους παιδί.
Ο Χοντλ χρέωσε σε κείνη την κόκκινη κάρτα του Ντέιβιντ Μπέκαμ τον συντριπτικό αποκλεισμό, κάτι που σήμανε για τον Ντέιβιντ την απόλυτη αποκαθήλωση: για έξι μήνες τον έβριζαν, τον απειλούσαν, έστειλαν σφαίρα στο γήπεδο της Μάντσεστερ για να τον εκφοβίσουν.
Η ίδια ομάδα που τον ανέθρεψε από παιδάκι, που το «πνεύμα» της έκαιγε μέσα του, είναι εκείνη που μερικά χρόνια μετά θα τον διώξει. Ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον από το «αφεντικό», τον μεγάλο ποδοσφαιρικό «πατέρα» του Μπέκαμ, έγινε σε μια νύχτα ένας ξένος. Με τα ίδια τα λόγια του Μπέκαμ, «Ήμουν μέλος ενός συλλόγου από τα 15 ως τα 27 μου. Με πούλησαν σε μια νύχτα».
Ήταν πάντα ένας παίκτης-στρατιώτης, πειθαρχημένος, με τάξη, ισορροπία και ηρεμία
Παίκτης που γεννήθηκε για τη Ρεάλ Μαδρίτης
Κι έτσι ο Ντέιβιντ Μπέκαμ βρέθηκε να παίζει με την ομάδα του ονείρου, τη Ρεάλ Μαδρίτης, ακριβώς την ίδια στιγμή με τον Φίγκο, τον Ρομπέρτο Κάρλο, τον Ρονάλντο και τον Ζιντάν. Πώς το είπε ο Φλορεντίνο Πέρεθ, όταν τον καλωσόρισε εκείνη τη φορά; «Ακούγεται άσχημο που το λέω εγώ, αλλά με όλο τον σεβασμό στη United, ο Μπέκαμ είναι παίκτης που γεννήθηκε για τη Ρεάλ Μαδρίτης».
Αυτή η ασύλληπτη ομάδα που όταν τον αγκάλιασε, πήγαν όλοι μαζί στα ουράνια, μα, κυρίως έγιναν και έμειναν φίλοι ζωής, μια «οικογένεια» που εμπνέει ακόμα και δικαιώνει τον εαυτόν της. Το ντοκιμαντέρ είναι ένα ύμνος στην έννοια της ομάδας, στο πώς κατακτάται ο κόσμος κυριολεκτικά από ομάδες με καλούς ηγέτες, παίκτες άξιους να αγαπιούνται μεταξύ τους και να υποστηρίζονται.
Ο Μπέκαμ δεν ήταν απλώς καλός παίκτης των ποδοσφαιρικών ομάδων, μα, κυρίως σούπερ παίκτης των ομάδων της ζωής, της οικογένειάς του, των φίλων του. Ακόμη κι αν έβαλε κάποτε το ποδόσφαιρο πάνω απ’ όλα, όπως του υπαγόρευε το υπέρμετρο ταλέντο του, ήταν πάντα ένας παίκτης-στρατιώτης, πειθαρχημένος, με τάξη, ισορροπία και ηρεμία που τον εγκατέλειψε, μόνο τη στιγμή που σαν μικρό παιδί έκλαψε, όταν αποχαιρέτησε ως παίκτης τα γήπεδα στον τελευταίο του αγώνα στην Παρί Σεν Ζερμέν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις