«Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι φάρος για τον κόσμο» και «δεν μπορούμε να αφήσουμε την ασήμαντη, κομματική, οργισμένη πολιτική να μπει εμπόδιο στις ευθύνες μας ως μεγάλο έθνος», τόνισε στο πρόσφατο διάγγελμα από το Οβάλ Γραφείο ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, άρτι αφιχθείς από το εμπόλεμο πια Ισραήλ.

«Δεν μπορούμε και δεν θα αφήσουμε τρομοκράτες όπως η Χαμάς και τυράννους όπως ο Πούτιν να κερδίσουν», προσέθεσε,  επιλέγοντας να συμψηφίσει δύο διεθνείς κρίσεις, στις οποίες έχουν κομβικό ρόλο οι ΗΠΑ.

Τούτων λεχθέντων, ζήτησε από το δυσλειτουργικό και προεκλογικά βαθιά διχασμένο Κογκρέσο να εγκρίνει «κατεπειγόντως» πρόσθετη βοήθεια για το Ισραήλ, την Ουκρανία, αλλά και για την Ταϊβάν.

Όμως η ρεπουμπλικανικού ελέγχου Βουλή των Αντιπροσώπων παραμένει «ακέφαλη» – και ο κίνδυνος δημοσιονομικής παράλυσης στις ΗΠΑ παραμένει, εάν μέχρι τις 17 Νοεμβρίου το Κογκρέσο δεν εγκρίνει νέο προϋπολογισμό.

Εν μέσω εσωκομματικής ρήξης και αναβρασμού, οι Ρεπουμπλικανοί είναι και σε αυτό το θέμα διχασμένοι.

Οι πιο σκληροπυρηνικοί είναι επιφυλακτικοί στη συνέχιση της παροχής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία.

Συντάσσονται ωστόσο με την πλήρη στήριξη του Ισραήλ, με σκλήρυνση της στάσης έναντι του Ιράν και με την ανάσχεση της περιφερειακής επιρροής της Κίνας.

Για τον 80χρονο Αμερικανό πρόεδρο -που διεκδικεί δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο το 2024- πρόκειται για ένα «παιχνίδι» λεπτών ισορροπιών στο ήδη πολωμένο προεκλογικό σκηνικό των ΗΠΑ.

Με τη θέση του στον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, στη σκιά αυτού του εν εξελίξει εδώ και 20 μήνες στην Ουκρανία, προσπαθεί να συσπειρώσει τους μετριοπαθείς, διακομματικά.

Κινδυνεύει ωστόσο να βαθύνει το ρήγμα με την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών -που επικρίνουν τον Λευκό Οίκο για μονόπλευρη στήριξη του Ισραήλ- και να αποξενώσει τμήμα της εκλογικής βάση του σώματος.

Και δη τους νέους.

Η δε προοπτική γενικής ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή, με έμμεση ή άμεση εμπλοκή του Ιράν, σηματοδοτεί για τον ήδη αμφισβητούμενο ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ νέες τεράστιες προκλήσεις.

Η διαφαινόμενη πολιτική ρεβάνς μεταξύ του Τζο Μπάιντεν και του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2024 γίνεται όλο και πιο θολή

Στρατηγική υψηλού ρίσκου

Ως έχουν μέχρι στιγμής τα πράγματα, το ριψοκίνδυνο «στοίχημα» του Τζο Μπάιντεν -τουλάχιστον ως προς την πολιτική σκηνή των ΗΠΑ- φαίνεται να του αποφέρει κέρδη.

Αυτό τουλάχιστον καταγράφει δημοσκόπηση του Κέντρου Αμερικανικών Πολιτικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (Harvard CAPS) και της εταιρείας Harris Poll, που διενεργήθηκε στις 18-19 Οκτωβρίου.

Ήτοι ανήμερα και της επομένης της επίσκεψης-αστραπή του Αμερικανού προέδρου στο Ισραήλ: της δεύτερης φέτος σε εμπόλεμο σύμμαχο των ΗΠΑ, μετά από εκείνη του Φεβρουαρίου στην Ουκρανία.

Η δημοσκόπηση δείχνει ότι το 58% των ψηφοφόρων εγκρίνει την εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν για το Ισραήλ (52% στις ηλικίες 18-24 ετών και 61% στις ηλικίες 65 ετών και άνω).

Το 64% των ερωτηθέντων λέει ότι οι ΗΠΑ έχουν ευθύνη να υποστηρίξουν στρατιωτικά το Ισραήλ, ενόσο δέχεται επίθεση από τρομοκρατικές ομάδες.

Άποψη, που συμμερίζεται το 70% των ηλικιωμένων Αμερικανών και το 49% των νέων.

Το θέμα της απελευθέρωσης όλων των Αμερικανών ομήρων της Χαμάς, που πλέον υπολογίζονται σε δέκα, παραμένει μείζον θέμα για το 71%.

«Οι Αμερικανοί υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ κατά των τρομοκρατικών επιθέσεων της Χαμάς κατά 80% ή περισσότερο. Υπάρχει ωστόσο διχασμός», επεσήμανε ο Μαρκ Πεν, πρόεδρος της Harris Poll.

«Όχι μεταξύ των κομμάτων», διευκρίνισε, «αλλά μεταξύ των γενεών».

Σε γενικές γραμμές, «η υποστήριξη του προέδρου Μπάιντεν στο Ισραήλ αποσπά θετικές γνώμες, σε αντίθεση με το χάος που έχουν προκαλέσει οι Ρεπουμπλικανοί στη Βουλή των Αντιπροσώπων», τόνισε.

Ως προς το εσωτερικό των ΗΠΑ, ωστόσο, «οι Αμερικανοί παραμένουν μοιρασμένοι 50-50», ανέφερε.

«Σχεδόν το 100% είναι δυσαρεστημένοι με την πορεία της χώρας, την οικονομία και τους πολιτικούς ηγέτες τους».

Η ανεξάρτητη προεδρική υποψηφιότητα του Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ ανακατεύει την εκλογική «τράπουλα» στις ΗΠΑ

Εκλογική «σφήνα»

Σε αυτό το φόντο, η πρόσφατη απόφαση του αιρετικού Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ -ανιψιού του δολοφονηθέντος προέδρου Τζον Φ. Κένεντι και γιός του επίσης δολοφονηθέντος γερουσιαστή Ρόμπερτ Φ. Κένεντι- να διεκδικήσει την προεδρία το 2024 ως ανεξάρτητος υποψήφιος ανακατεύει ήδη την εκλογική τράπουλα.

Αν και με άγνωστη ακόμη την κατεύθυνση, σίγουρα θα επηρεάσει την κούρσα για τον Λευκό Οίκο.

Στη δημοσκόπηση των Harvard CAPS/Harris Poll, την πιο πρόσφατη έως τώρα, ο Τραμπ παραμένει μακράν το φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, παρά τις ανοιχτές και πολύ σοβαρές νομικές υποθέσεις σε βάρος του.

Διατηρεί μάλιστα το προβάδισμα, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση.

Συγκεντρώνει 39%, έναντι 33% που έχει ο Τζο Μπάιντεν.

Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ -δικηγόρος ειδικευμένος στο περιβαλλοντικό δίκαιο, που εξελίχθηκε σε αντισυστημικό συνομωσιολόγο- φτάνει το εντυπωσιακό 19%.

Το 9% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν είναι σίγουρο για την επιλογή υποψηφίου.

Εξ αυτών, όταν ρωτήθηκαν ποιον θα ψήφιζαν αν έπρεπε να επιλέξουν, ο Τραμπ έλαβε 42%, ο Μπάιντεν 36% και ο Κένεντι 22%.

Οι αναλυτές εμφανίζονται διχασμένοι ως προς την επίδραση που θα έχει η ανεξάρτητη υποψηφιότητα Κένεντι στις κάλπες του 2024.

Επί μακρόν μέλος των Δημοκρατικών -διεκδικώντας μάλιστα μέχρι προ ημερών τη διεκδίκηση του κομματικού χρίσματος έναντι του  Τζο Μπάιντεν- εκτιμάται ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολιτικό «πονοκέφαλο» για την επανεκλογή του Αμερικανού προέδρου, λόγω διαρροής ψήφων.

Οι θέσεις του από την άλλη ευθυγραμμίζονται σε μεγάλο βαθμό με τη ρητορική της σκληροπυρηνικής πτέρυγας των Ρεπουμπλικάνων.

Μεταξύ άλλων είναι γνωστός πολέμιος των εμβολίων, με γένει ροπή στη συνωμοσιολογία.

Δηλώνει αντίθετος στην αμερικανική στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και στην αυστηροποίηση των νόμων οπλοκατοχής στις ΗΠΑ.

Υπόσχεται να πολεμήσει τις «διεφθαρμένες ελίτ».

Ως εκ τούτου «αλιεύει» δυνητικά ψήφους από πολλές δεξαμενές.

Ακόμη και των υπερ συντηρητικών Ρεπουμπλικανών, που έχουν μπουχτίσει με τον Τραμπ.