Η νέα τραπεζική κανονικότητα
Η δυναμική της ελληνικής οικονομίας και η ευελιξία χειρισμών που της δίνει η επιστροφή στο κλαμπ των μεγάλων κεφαλαίων αλλάζει την κανονικότητα στο εγχώριο επιχειρείν
Ολοι όσοι αναρωτιούνται σε τι είναι χρήσιμη η επενδυτική βαθμίδα, πήραν την απάντησή τους νωρίς το πρωί της Δευτέρας.
Η συμφωνία της Alpha Bank με τη μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα UniCredit σπάει τον πολύχρονο αποκλεισμό του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό.
Θα είναι η πρώτη άμεση ξένη επένδυση στον ελληνικό τραπεζικό κλάδο εδώ και 17 χρόνια. Μην κοροϊδευόμαστε, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει πράξη ούτε μία στο εκατομμύριο εάν δεν είχε προηγηθεί η αναβάθμιση πριν από τα μεσάνυχτα της Παρασκευής του ελληνικού αξιόχρεου από τη Standard & Poor’s.
Είναι τέτοια πλέον η δυναμική της ελληνικής οικονομίας και η ευελιξία χειρισμών που της δίνει η επιστροφή στο κλαμπ των μεγάλων κεφαλαίων, ώστε τέτοιου είδους κινήσεις που τις ψάχναμε με το κιάλι την τελευταία δεκαετία να μπορούν να γίνονται ξανά πραγματικότητα. Αυτή θα είναι η νέα κανονικότητα στο εγχώριο επιχειρείν.
Η UniCredit με τους 75.000 υπαλλήλους, τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ καταθέσεων και τα 435 δισεκατομμύρια ευρώ δανείων ήθελε να μεγαλώσει στη μεγάλη ρουμανική αγορά. Η Alpha Bank υποχρεούνταν να πουλήσει, το έκανε όμως με τον πιο «βελούδινο» τρόπο διατηρώντας ποσοστό που προσεγγίζει το 10%, μέσω της συγχώνευσης της θυγατρικής της με τη θυγατρική των Ιταλών. Θα βάλει και 300 εκατ. στο ταμείο της.
Τη μεγάλη ωστόσο λύση την έδωσε η συμφωνία που συνήψε η διοίκηση Ψάλτη (διευθύνων σύμβουλος Alpha) για την Ελλάδα. Οι Ιταλοί είτε θα αποκτήσουν το 9% της Alpha Bank από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ποσοστό του κράτους) είτε θα αποκτήσουν το 5% της τράπεζας από την αγορά.
Σε κάθε περίπτωση έρχονται στην Ελλάδα, μεταφέροντας εκτός της θετικής αύρας ενός τόσο σημαντικού επενδυτή – που συνήθως «τραβάει» και άλλους εκεί που επενδύουν – και την πολύτιμη τεχνογνωσία τους σε μια κρίσιμη στιγμή για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Σε μια εποχή που ο τρόπος δουλειάς των τελευταίων χρόνων «πεθαίνει» και θα πρέπει οι ίδιες να αναζητήσουν το επόμενο μοντέλο ανάπτυξης. Με τη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων να έχει πιάσει ταβάνι, κινούμενο στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 20ετίας και ακόμα παραπάνω, οι ελληνικές τράπεζες δεν πάνε πουθενά.
Ακόμα και το επιχείρημα ότι τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων χρηματοδοτούν τα επιτόκια χορηγήσεων δεν ευσταθεί, όταν το ενδιαφέρον για τα περισσότερα δανειακά προϊόντα είναι εξαιρετικά μικρό.
Μην ξεχνάμε επίσης ότι τα περισσότερα φυσικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις παραμένουν αποκλεισμένα από τις τράπεζες και οι στρόφιγγες περισσότερο κλείνουν παρά ανοίγουν το τελευταίο 12μηνο.
Η αρχή έγινε. Η ευκαιρία είναι μπροστά μας με τα προς διάθεση ποσοστά των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς. Την ανάγκη να βρεθούν ξένοι επενδυτές για αυτά τα ακριβοπληρωμένα ποσοστά του έλληνα φορολογουμένου την είχε επισημάνει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Στην περίπτωση της Alpha Bank φάνηκε να εισακούεται. Αυτό είναι το επόμενο βήμα που πρέπει να κάνουν η κυβέρνηση και το ΤΧΣ και για τις δύο εναπομείνασες τράπεζες.
Αντί να εμμείνουν στην εύκολη λύση της διάθεσης των κρατικών ποσοστών μέσω του χρηματιστηρίου ανοίγοντας την όρεξη για κάθε λογής υποτιμητική κερδοσκοπία, πρέπει να εξαντλήσουν κάθε πιθανότητα να συμβληθούν με ισχυρούς τραπεζικούς ομίλους από το εξωτερικό.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις