Διανύει η Κίνα το τέλος της ευημερίας της;
Κομματικά στελέχη εξαφανίζονται, οι νέοι εργαζόμενοι «ξαπλώνουν» και οι επιχειρηματίες εγκαταλείπουν τη χώρα. Άραγε έπιασε ταβάνι η ανάπτυξη της χώρας;
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- Πρόστιμα 5,5 εκατ. για αισχροκέρδεια σε 8 πολυεθνικές - Για ποιες εταιρείες χτυπάει η καμπάνα
- O Έλον Μασκ στο μικροσκόπιο για διαρροή κρατικών μυστικών
O μεγάλος Κινέζος μυθιστοριογράφος Wang Xiaobo έχοντας βιώσει την Πολιτιστική Επανάσταση, που έλαβε χώρα στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας από το 1966 έως και το 1976, σε αντίθεση με πολλούς συνομηλίκους του, οι οποίοι μετέτρεψαν το βίωμα σε ιστορίες τραύματος, ο Xiaobo υπήρξε στα γραπτά του ειρωνικός σχετικά με την εισβολή της πολιτικής στην ιδιωτική ζωή.
Στη νουβέλα του με τίτλο «Χρυσή Εποχή» δύο νεαροί εραστές ομολογούν το αστικό έγκλημα του εξωσυζυγικής σχέσης. Καλούνται να λογοδοτήσουν για την αποτυχία τους στην επαναστατική ευπρέπεια, αλλά οι τοπικοί μηχανισμοί αποδεικνύεται ότι ενδιαφέρονται λιγότερο για τον Μαρξ παρά για τις πρόστυχες λεπτομέρειες της «επικής φιλίας» τους.
Η μυθοπλασία και τα δοκίμια του Wang εξυμνούσαν την προσωπική αξιοπρέπεια έναντι της συμμόρφωσης και αγκάλιαζαν ξένες ιδέες ως συμπλήρωμα της κινεζικής αντίληψης.
«Το αίσθημα της αναπόφευκτης ανόδου έχει μειωθεί»
Στο δοκίμιο «η ευχαρίστηση της σκέψης», θυμάται την εποχή που ζούσε σε ένα κοινόβιο, όπου το μόνο εγκεκριμένο ανάγνωσμα ήταν το «Μικρό Κόκκινο Βιβλίο» του Μάο.
Γι’ αυτόν, αυτή η αυστηρότητα συνεπαγόταν ένα αβάσταχτο ψέμα: «αν η απόλυτη αλήθεια έχει ήδη ανακαλυφθεί, τότε το μόνο που απομένει στην ανθρωπότητα είναι να κρίνει τα πάντα με βάση αυτή την αλήθεια».
Προσωπικός χώρος με αντάλλαγμα πολιτική πίστη
Αρκετό καιρό μετά το θάνατό του, από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία σαράντα τεσσάρων ετών, οι απόψεις του Wang εξακολουθούν να κυκλοφορούν μεταξύ των θαυμαστών σαν μια μυστική χειραψία.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς κατάφερε ο Wang να εδραιωθεί ως λογοτεχνικό είδωλο σε μια χώρα που φημίζεται για τους περιορισμούς της. Σίγουρα βοήθησε το ταλέντο που επίσης είχε στο να φτιάχνει αφηγήσεις, αρκετά έμμεσες, ώστε να αποφεύγει τη λογοκρισία. Αλλά και το πολιτικό πλαίσιο ήταν επίσης καθοριστικό.
Μετά την βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων στην πλατεία Τιενανμέν, το 1989, το Κομμουνιστικό Κόμμα κινδύνευσε να πέσει στη λήθη. Επέζησε προσφέροντας στον κινεζικό λαό μια μεγάλη αλλά ρεαλιστική συμφωνία: προσωπικό χώρο με αντάλλαγμα την πολιτική πίστη. Ο ηγέτης του κόμματος Deng Xiaoping ήρθε σε ρήξη με την ορθοδοξία της εποχής του Μάο και ζήτησε «θαρραλέα πειράματα» για να διασφαλίσει ότι η Κίνα δεν θα ήταν σαν «μια γυναίκα με δεμένα πόδια».
Σύντομα νέες ΜΚΟ άρχισαν να ασκούν πιέσεις για τα δικαιώματα των γυναικών και των εθνικών μειονοτήτων και ξένοι επενδυτές να χρηματοδοτούν startups, όπως την Alibaba και την Tencent, οι οποίες εξελίχθηκαν σε εταιρείες – κολοσσούς στον τομέα τους.
Για δύο δεκαετίες αφότου ο Deng έκανε τη συμφωνία του με το λαό, το Κόμμα την τήρησε σε μεγάλο βαθμό. Ο ιδιωτικός τομέας δημιούργησε περιουσίες, οι διανοούμενοι εξέφρασαν τη διαφωνία τους στα πανεπιστήμια και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η μεσαία τάξη ταξίδευε και άρχισε να απολαμβάνει τις μικρές αλλά και μεγάλες χαρές της ζωής.
Ο Πυρήνας
Ωστόσο, σήμερα κάτι έχει αλλάξει στην Κίνα. Όπως σημειώνει ο Evan Osnos στον New Yorker, «το αίσθημα της αναπόφευκτης ανόδου» έχει μειωθεί.
Οι δρόμοι του Πεκίνου εξακολουθούν να δείχνουν πρόοδο με τις αρμάδες ηλεκτρικών αυτοκινήτων, αλλά στα σοκάκια, τα περισσότερα από τα αυτοσχέδια καφέ και τις γκαλερί που συνήθιζαν να ζωντανεύουν την πόλη έχουν απομακρυνθεί, στο όνομα της τάξης και ο αγώνας για την κατασκευή νέων ουρανοξυστών, που προσέλκυσε σχεδιαστές από όλο τον κόσμο, έχει σταματήσει.
Η ενσάρκωση αυτής της αντιστροφής είναι ο Σι Τζινπίνγκ, ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος και Πρόεδρος της Κίνας, ο οποίος έχει γίνει γνωστός στη βάση του Κόμματος με μια συνοπτική προσφώνηση: ο Πυρήνας.
Στα χρόνια πριν ο Σι ανέλθει στην εξουσία, το 2012, ορισμένοι στοχαστές του Κόμματος είχαν πιέσει για πολιτική φιλελευθεροποίηση, αλλά οι ηγέτες, που φοβόντουσαν εσωτερικές διαμάχες και λαϊκή εξέγερση, επέλεξαν αντ’ αυτού αυστηρότερη απολυταρχία.
Από την κίνηση στη στασιμότητα
Αν και στην αρχή προέτρεψε τους νέους να «τολμήσουν να ονειρευτούν» και έκανε χειρονομίες προς τις μεταρρυθμίσεις με προσανατολισμό στην αγορά, ο Σι εγκατέλειψε τα «θαρραλέα πειράματα» του Deng και οδήγησε τη χώρα του σε μια νέα «στενόμυαλη» εποχή, σημειώνει ο αρθρογράφος.
Το να περάσει κανείς χρόνο στην Κίνα στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του Σι είναι σαν να γίνεται μάρτυρας ενός έθνους που γλιστράει από την κίνηση στη στασιμότητα και, για πρώτη φορά μετά από μια γενιά, αναρωτιέται αν μια κομμουνιστική υπερδύναμη μπορεί να ξεφύγει από τις αντιφάσεις που καταδίκασαν τη Σοβιετική Ένωση.
Σε αντίθεση με τον Deng, ο Σι δεν έχει ζήσει ποτέ στο εξωτερικό και έχει γίνει ανοιχτά υποτιμητικός για το μέλλον των ΗΠΑ και των δημοκρατικών συμμάχων τους, δηλώνοντας ότι «η Ανατολή ανεβαίνει και η Δύση παρακμάζει».
Δεν κρύβει τη δυσαρέσκειά του για την περιστασιακή σύγκρουση με τον ελεύθερο Τύπο. Στο περιθώριο μιας συνόδου κορυφής της G-20 πέρυσι, παραπονέθηκε στον Καναδό πρωθυπουργό, Τζάστιν Τρουντό λέγοντάς του ότι: «όλα όσα συζητήσαμε έχουν διαρρεύσει στις εφημερίδες και αυτό δεν είναι σωστό».
«Θρηνούμε για αυτό που κάποτε ήταν μια εξαιρετική εποχή»
Στην ανταλλαγή απόψεων, που κατέγραψε καναδικό τηλεοπτικό συνεργείο, ο Σι έδειξε ένα τεταμένο χαμόγελο και απαίτησε «αμοιβαίο σεβασμό», προσθέτοντας: «διαφορετικά, μπορεί να υπάρξουν απρόβλεπτες συνέπειες».
Επιπλέον, χρόνο με τον χρόνο εμφανίζεται όλο και πιο κοντά στον «κόσμο» αυτού που αποκαλεί τον «καλύτερο και στενότερό του φίλο», τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Τον Μάρτιο, αφού το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον Ρώσο πρόεδρο με κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου, ο Πούτιν φιλοξένησε τον Σι στη Μόσχα, όπου χαρακτήρισαν τις σχέσεις τους ως τις καλύτερες που είχαν ποτέ.
Σφίγγοντας τα χέρια για έναν αποχαιρετισμό στην είσοδο του Κρεμλίνου, ο Σι είπε στον Πούτιν: «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν αλλαγές – τέτοιες που δεν έχουμε δει εδώ και εκατό χρόνια – και είμαστε αυτοί που οδηγούν αυτές τις αλλαγές μαζί» με τον Πούτιν να απαντάει: «συμφωνώ».
Μπερδεμένοι και απογοητευμένοι
Η μέτρηση της διάθεσης ενός έθνους μπορεί να είναι δύσκολη, ειδικά στην Κίνα, η οποία δεν επιτρέπει ανεξάρτητες δημοσκοπήσεις ωστόσο υπάρχουν δείκτες. Στην Αμερική, όταν η δεκαετία του εβδομήντα έφερε πληθωρισμό, ουρές βενζίνης και αναταραχή στη Μέση Ανατολή, η διάθεση του κοινού μπορούσε να «διαβαστεί» στους δρόμους.
Εάν ρωτήσετε τους Κινέζους πολίτες για τη διάθεσή τους σήμερα, μερικές από τις λέξεις που θα ακούσετε περισσότερο είναι mimang και jusang δηλαδή «μπερδεμένος» και «απογοητευμένος».
Είναι αυτό το τέλος της ανάπτυξης;
Η Κίνα σήμερα έχει όλα τα αεροδρόμια, τους σιδηροδρόμους, τα εργοστάσια και τους ουρανοξύστες που μπορεί να δικαιολογήσει.
Η οικονομία αναπτύχθηκε πέρυσι κατά τρία τοις εκατό, πολύ κάτω από τον στόχο της κυβέρνησης. Οι εξαγωγές έχουν μειωθεί και το χρέος έχει εκτοξευθεί στα ύψη. Οι οικονομολόγοι που κάποτε διαβεβαίωναν την άνοδο της Κίνας τώρα είναι εντελώς απαισιόδοξοι. Ο Dan Rosen, του Rhodium Group, μιας εταιρείας ερευνών στη Νέα Υόρκη, δήλωσε ότι «δεν πρόκειται απλώς για μια διακοπή. Πρόκειται για μια μόνιμη νέα κανονικότητα».
Η Κίνα παραμένει ωστόσο αξεπέραστη, όσο ποτέ. Είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος για περισσότερες από εκατόν είκοσι χώρες, φιλοξενεί τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατό της αλυσίδας εφοδιασμού για ηλιακούς συλλέκτες και είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής ηλεκτρικών οχημάτων στον κόσμο.
Αλλά η ύφεση έχει κλονίσει τους πολίτες που δεν έχουν βιώσει ποτέ τίποτα άλλο παρά μόνο βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου.
Το θέμα δεν είναι η οικονομία
Τα σημερινά προβλήματα της Κίνας αφορούν πολλά περισσότερα από την οικονομία. Τέσσερις δεκαετίες αφότου ο Deng και οι συνάδερφοί του έβαλαν τη χώρα τους στο δρόμο της «μεταρρύθμισης και του ανοίγματος», οι διάδοχοί του έχουν αντιστρέψει την πορεία τους, στην πολιτική και στον πολιτισμό, μία αλλαγή που έχει συγκλονίσει τους Κινέζους.
Ένας επιχειρηματίας μιλώντας στον New Yorker δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η λέξη που χρησιμοποιώ για να περιγράψω την Κίνα τώρα είναι ‘θλίψη’. Θρηνούμε για αυτό που κάποτε ήταν μια εξαιρετική εποχή».
Οι εξαφανίσεις στελεχών της κυβέρνησης
Οι εξαφανίσεις, του ενός ή του άλλου είδους, δίνουν πλέον τον παλμό στη δημόσια κοινωνική ζωή υπό τον Σι Τζινπίνγκ. Ο επικεφαλής της πυραυλικής δύναμης της Κίνας, Li Yuchao,τέθηκε υπό κράτηση κρυφά κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Ο πολιτικός του επίτροπος εξαφανίστηκε επίσης. Σύμφωνα με τους άγραφους κανόνες αυτού του είδους των εξαφανίσεων, μια επίσημη έκθεση θα αποκαλύψει τελικά τι συνέβη με τους δύο άντρες, αλλά στο μεταξύ δεν υπάρχει κάτι περισσότερο από μια φήμη ότι ερευνώνται για διαφθορά ή, ίσως, για διαρροή κρατικών μυστικών.
Εκτός από τις εξαφανίσεις, η εμβάθυνση της πολιτικής γίνεται αισθητή σε όλη την καθημερινή ζωή. Στις αρχές του τρέχοντος έτους, το Κομμουνιστικό Κόμμα ξεκίνησε μια εκστρατεία για την εκπαίδευση των πολιτών σχετικά με αυτό που συνήθως αναφέρεται ως «Σκέψη του Σι Τζινπίνγκ για τον σοσιαλισμό με κινεζικά χαρακτηριστικά για μια νέα εποχή».
Αυτούς που τους πονάει περισσότερο
Η αίσθηση ότι η πρόοδος της Κίνας μέσα στο χρόνο έχει σταματήσει είναι ιδιαίτερα έντονη μεταξύ των νέων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τους στάσιμους μισθούς και την κουλτούρα των περιορισμών που τους εξαντλούν. Για μια γενιά που μεγάλωσε με τη μυθολογία της κοινωνικής κινητικότητας, η απώλεια της αισιοδοξίας πονάει πολύ.
Τον Ιούλιο, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία αποκάλυψε ότι η ανεργία των νέων έφτασε στο υψηλό ρεκόρ του 21%, σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από αυτό που είχε σημειωθεί τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Στη συνέχεια η υπηρεσία σταμάτησε να δημοσιεύει τους αριθμούς. Η Zhang Dandan, καθηγήτρια οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, δημοσίευσε ένα άρθρο υποστηρίζοντας ότι το πραγματικό ποσοστό μπορεί να φτάνει και το 46%, επειδή εκτίμησε ότι έως και δεκαέξι εκατομμύρια νέοι έχουν σταματήσει προσωρινά να αναζητούν εργασία για να… ξαπλώσουν.
Επιπλέον οι νέοι στοχεύουν στη δημιουργία μικρότερων οικογενειών, επειδή φοβούνται ο κόστος της υποστήριξης των παιδιών μαζί με τους συνταξιούχους γονείς. Ως αποτέλεσμα, μέχρι τα μέσα του αιώνα, ο πληθυσμός της Κίνας, που θα είναι σε θέση να εργάζεται, αναμένεται να μειωθεί κατά σχεδόν είκοσι πέντε τοις εκατό από την κορύφωσή του το 2011.
«Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος για το κράτος»
Ιστορικά, οι νέοι ήταν μια ασταθής παρουσία στην κινεζική πολιτική. Το 1989, φοιτητές που διαμαρτύρονταν για τη διαφθορά και την απολυταρχία οδήγησαν στην κατάληψη της πλατείας Τιενανμέν.
Στην παρούσα στιγμή, η αγωνία τους παίρνει άλλες μορφές. Για χρόνια, οι νέοι πτυχιούχοι κατέφευγαν στις μεγάλες πόλεις της Κίνας αναζητώντας τον πλούτο και την τόνωση, αλλά, τον Αύγουστο, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι σχεδόν οι μισοί από τους νέους πτυχιούχους επέστρεφαν στις πόλεις τους μέσα σε έξι μήνες, μη μπορώντας να αντέξουν το κόστος ζωής.
Μεταξύ εκείνων που μένουν, κάποιοι απαντούν σε αγγελίες για «συγκάτοικους» ή ζουν χωρίς ενοίκιο σε οίκους ευγηρίας, με αντάλλαγμα να περνούν δέκα ώρες το μήνα για να διασκεδάζουν τους ηλικιωμένους.
«Καταπιείτε το»
Μια δεκαετία αφότου ο Σι είπε στους νέους να «τολμήσουν να ονειρευτούν», τώρα τους προειδοποιεί να περιορίσουν τις προσδοκίες τους.Σε πρόσφατες ομιλίες του, είπε ότι οι δυσαρεστημένοι νέοι πρέπει να «εγκαταλείψουν την αλαζονεία και την καλοπέραση» και να «φάνε την πικρία» αυτολεξεί στα μανδαρίνικα σημαίνει «καταπιείτε το».
Για όλες τις φιλοδοξίες της Κίνας προς την υπεροχή, αντιμετωπίζει έναν εξαντλητικό αγώνα για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και τη διάθεση για ζωή του ίδιου της του λαού. Η στασιμότητα θα μπορούσε να περάσει, όπως συνέβη στην Αμερική τη δεκαετία του ’80, ή θα μπορούσε να βαθύνει, όπως συνέβη στη Σοβιετική Ένωση τα ίδια χρόνια.
Μια δεκαετία μετά την εκστρατεία του Σι για τον απόλυτο έλεγχο, έχει αφυπνίσει τις πεποιθήσεις της Κίνας, αλλά όχι με τον τρόπο που ο ίδιος φανταζόταν.
Ένας πρώην τραπεζίτης που μετακόμισε με την οικογένειά του από τη Σαγκάη στη Σιγκαπούρη, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τεχνογνωσία του για τους ισχυρούς ανθρώπους και τα οικονομικά τους τον έθετε σε κίνδυνο.
«Παρόλο που αγαπώ την Κίνα, άλλο πράγμα είναι το έθνος και άλλο η κυβέρνηση. Δεν έχω καμία πρόθεση να ανατρέψω την κυβέρνηση, ούτε έχω τη δυνατότητα. Αλλά υπάρχουν αλήθειες που πιστεύω ότι οι Κινέζοι πολίτες έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν. Όλοι μας έχουμε εκπαιδευτεί να λέμε: ‘Καλύτερα να κρατάμε το στόμα μας κλειστό’. Αλλά αυτό είναι λάθος. Όταν οι πληροφορίες δεν ρέουν, ολόκληρη η χώρα θα πάει πίσω».
Η εποχή του Διαφωτισμού
Ένας οικονομολόγος, ο οποίος εγκατέλειψε την Κίνα, αποκάλεσε την πολιτική αυτή εξέλιξη ως «διαφωτισμό».
Εξήγησε ότι ο πατέρας του, ένας διακεκριμένος φυσικός είχε περάσει δεκαετίες σε κατ’ οίκον περιορισμό, αλλά δεν έχασε ποτέ την πίστη του σε ένα σχόλιο του Άλμπερτ Αϊνστάιν: «Το κράτος είναι φτιαγμένο για τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος για το κράτος».
«Θεωρώ ως κύριο καθήκον του κράτους να προστατεύει το άτομο και να του δίνει την ευκαιρία να εξελιχθεί σε μια δημιουργική προσωπικότητα» τόνισε ο ίδιος.
«Ιστορικά, οι Κινέζοι δεν γνώριζαν τίποτα για τον Συνταγματισμό ή τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το ποσοστό που γνωρίζει τώρα είναι ακόμη μικρότερο, αλλά ο αριθμός των διαφωτισμένων δεν είναι μικρός. Γνωρίζουν. Αυτό θα είναι μέρος του μέλλοντος» κατέληξε.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις