Δύο κατσίκες και μια ιστορία αγάπης ανάμεσα στους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης
Σε μια πόλη γεμάτη θεάματα η Μπέβερλι Σο διηγείται την ιστορία της και κάνει μια απελπισμένη έκκληση
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
Τι γυρεύουν άραγε δύο κατσίκες στους δρόμους της Νέας Υόρκης;
Προτού βιαστείτε να απαντήσετε: «αυτά μόνο στη Νέα Υόρκη συμβαίνουν», πρέπει να διαβάσετε την ιστορία της 64χρονης Μπέβερλι Σο, η οποία είναι η κάτοχος των δύο ζώων, της Marshmallow και της Brownie.
Οι τρεις τους βρέθηκαν έξω από το Rockfeller Center με τους περαστικούς να σπεύδουν να φωτογραφηθούν μαζί τους. Ένας νεαρός πλησιάζει και ρωτά την Beverly τι την φέρνει στη Νέα Υόρκη.
Εκείνη του απαντά, αυτό ακριβώς που θα απαντούσε στον καθένα: «δίνω μια μάχη για να βγάλω τον άντρα μου από μια φρικτή κατάσταση». Ο νεαρός αποχωρεί ευγενικά. Εάν την άφηνε να ολοκληρώσει θα μάθαινε ότι η Μπέβερλι θέλει να συγκεντρώσει 5.000 δολάρια για να προσλάβει δικηγόρο προκειμένου να βγάλει τον επί 43 χρόνια σύζυγό της από ένα γηροκομείο στην Ιντιάνα.
Η Μπέβερλι έχει πειστεί πως ο 69χρονος άντρας της, ο Ντέιβιντ κρατείται εκεί παρά την θέλησή του και ότι επιπλέον του χορηγούν υπερβολικές δόσεις φαρμάκων, θέτοντας τη ζωή του σε κίνδυνο.
Ξέρει ότι όλα αυτά ακούγονται τρελά. Αλλά δεν πτοείται. Έχει αγνοήσει τις συμβουλές των γιατρών και την ένορκη κατάθεση των κοινωνικών λειτουργών που έχουν αναλάβει τη φροντίδα του συζύγου της.
«Δίνω μια μάχη για να βγάλω τον άντρα μου από μια φρικτή κατάσταση»
Τα δικαστικά αρχεία στην Ιντιάνα δείχνουν ότι η τύχη του Ντέιβιντ αποφασίστηκε σε μια ακρόαση τον Σεπτέμβριο, αλλά εκείνη δεν μπορεί να το δεχτεί αυτό. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κάνουν λάθος, λέει σε αμέτρητους αγνώστους.
Η αρχή του αγώνα
Και έτσι εγκατέλειψε την Ιντιάνα και την περίπλοκη πραγματικότητα της κατάστασης του συζύγου της πριν από μερικές εβδομάδες. Έπρεπε να διαδώσει την ιστορία της, την ιστορία του Ντέιβιντ σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.
Πού θα πήγαινε, για να πει πώς είχε χωριστεί από τον Ντέιβιντ; Να πει για τα φάρμακα που τον μετατρέπουν σε ζόμπι και επηρεάζουν τη μνήμη του;
Φόρτωσε στο αμάξι της είδη πρώτης ανάγκης και μαζί και τις δύο κατσίκες της, καθώς μόνες τους θα λιμοκτονούσαν. Οδήγησε 15 ώρες, στο πιο πολυσύχναστο μέρος που μπορούσε να φανταστεί, έναν προορισμό για πολλούς άλλους ταλαιπωρημένους, απελπισμένους και μοναχικούς ταξιδιώτες που δεν είχαν πού αλλού να στραφούν. Τη Νέα Υόρκη!
Οι κατσίκες ήταν συνοδηγοί, με το κάθισμά τους καλυμμένο με πλαστικό και άχυρο. Έφτασε στις 30 Σεπτεμβρίου, ένα Σάββατο, και διπλοπάρκαρε για πρώτη φορά. Ένας περαστικός άγνωστος την βοήθησε να βρει μια θέση στη West 49th Street, απέναντι από τις neon πινακίδες του NBC Studios. Πέρασε μια εβδομάδα σε αυτό το τετράγωνο και γύρω από αυτό, με την Brownie και την Marshmallow και μια τσάντα γεμάτη φυλλάδια για τον σύζυγό της.
«Πού είναι η γυναίκα μου;»
Τη νύχτα,οι τρεις τους κοιμόντουσαν στο αυτοκίνητο, που εξακολουθούσε να είναι σταθμευμένο στο ίδιο σημείο. Ήταν στη θέση του οδηγού με ένα μαξιλάρι ακουμπισμένο στο παράθυρο. Οι σειρήνες που περνούσαν την ξυπνούσαν. Δεν μπορούσε να πληρώσει ξενοδοχείο.
Άλλαζε το σανό κάθε πρωί και έτρωγε ένα γεύμα την ημέρα, συνήθως στα McDonald’s ή στο Chick-fil-A.
«Με αγκάλιαζαν και έκλαιγαν μαζί μου»
Καθώς μοίραζε τα φυλλάδιά της, λέει ότι ο κόσμος την αγκάλιαζε και έκλαιγε μαζί της. Κάποιοι μάλιστα της είπαν ότι θα τα βάλουν στο γραφείο τους και κάποιοι στο μετρό.
Όπως λέει στους New York Times, οι αστυνομικοί αγνοούν την παράνομη στάθμευσή της. «Είναι πολύ καλοί. Τους εξηγώ ότι ο σύζυγός μου είναι παγιδευμένος. Ένας μου έδωσε 20 δολάρια» θυμάται η Μπέβερλι.
Μια ζωή μαζί
Η Μπέβερλι και ο Ντέιβιντ γνωρίστηκαν στο σχολείο στην Ιντιάνα τη δεκαετία του 1970. Παντρεύτηκαν αμέσως μετά, όταν εκείνη ήταν 20 και εκείνος 25, και έζησαν παντού – στο Χάντινγκτον του Λονγκ Άιλαντ, στο Σάλεμ του Όρεϊ, στο Κολοράντο – πριν εγκατασταθούν σε ένα μικρό κομμάτι γης στο Μιζούρι, στην πόλη Μαρμπλ Χιλ.
Ο Ντέιβιντ είχε εργαστεί σε διάφορες δουλειές σε διάφορα μέρη, αλλά τα τελευταία χρόνια βασίζονταν στη σύνταξή ύψους 1.400 δολαρίων. Ζούσαν σε ένα τροχόσπιτο και ήταν σίγουρα φτωχοί, αλλά ήταν ευτυχισμένοι.
Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Ντέιβιντ υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο. Το ασθενοφόρο χρειάστηκε μια ώρα για να φτάσει στους χωματόδρομους. Ο Ντέιβιντ θα περνούσε εβδομάδες στο νοσοκομείο και στη συνέχεια σε ένα γηροκομείο στο Μαρμπλ Χιλ.
Η Μπέβερλι τον έφερε τελικά στο σπίτι τον Μάρτιο και είπε ότι κατάφερε να τον απογαλακτίσει από τα βαριά φάρμακα που τον είχαν καταντήσει «ζόμπι». Συνέχισε να αναρρώνει, ήταν σε θέση να περπατάει σπρώχνοντας ένα αναπηρικό καροτσάκι και να συνομιλεί. Τη βοηθούσε στον κήπο στο πίσω μέρος του σπιτιού. Πάντα διατηρούσαν ζώα, και η Μπέβερλι του αγόρασε τις δύο κατσίκες και τις πιστοποίησε ως ζώα συναισθηματικής υποστήριξης.
Σκέφτηκαν να μετακομίσουν άλλη μια φορά, κάπου πιο κοντά σε ένα νοσοκομείο σε περίπτωση άλλης έκτακτης ανάγκης. Τον Ιούλιο, πήγαν στο Σέλμπιβιλ για να το ελέγξουν, όπου και τελικά παρέμειναν, παρά τη θέλησή της, όπως λέει η ίδια.
Οι γιατροί δεν άκουγαν τις προειδοποιήσεις της για τα φάρμακα που είχαν αρχίσει να επηρεάζουν τον Ντέιβιντ, ώσπου μία μέρα τον άκουσε να ρωτάει: «πού είναι η γυναίκα μου;».
Τα φυλλάδια της διηγούνται την ιστορία της σε φωτογραφίες πριν και μετά, με έναν άγρυπνο Ντέιβιντ να κάθεται σε εξωτερικούς χώρους σε μια φωτογραφία και σε μια άλλη, πιο πρόσφατη, να κοιτάζει με ένα κενό βλέμμα.
«Υπήρχε ανησυχία»
Την 1η Σεπτεμβρίου, μια ακρόαση για το θέμα της κηδεμονίας του Ντέιβιντ πραγματοποιήθηκε στο δικαστήριο της κομητείας Shelby Circuit. Ενώ τα ιατρικά του αρχεία και μεγάλο μέρος του φακέλου της υπόθεσής του είναι σφραγισμένα για την προστασία της ιδιωτικής του ζωής, μια ηχητική ηχογράφηση της ακρόασης είναι διαθέσιμη στο κοινό.
Η ακρόαση διήρκεσε δύο ώρες και έδωσε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης του Ντέιβιντ και της ικανότητας της Μπέβερλι να τον φροντίζει.
Ένας κοινωνικός λειτουργός στο νοσοκομείο κατέθεσε ότι ο Ντέιβιντ έφτασε εκεί στις 6 Αυγούστου με προβλήματα αφυδάτωσης και ότι η Μπέβερλι τον πήρε μαζί της παρά τη συμβουλή ενός γιατρού.
Το ζευγάρι επέστρεψε στο νοσοκομείο δύο μέρες αργότερα, στις 8 Αυγούστου για ένα άλλο θέμα, και πάλι, έφυγαν, για να επιστρέψουν ξανά στις 9 Αυγούστου.
«Υπήρχε ανησυχία ότι ο ασθενής δεν λάμβανε τα κατάλληλα φάρμακά του», κατέθεσε η κοινωνική λειτουργός. «Και τα φάρμακά του τα διαχειριζόταν η κυρία Σο».
Ένας άλλος κοινωνικός λειτουργός, από το γηροκομείο, περιέγραψε τον Ντέιβιντ ως ελάχιστα επικοινωνιακό και ανίκανο να φροντίσει τον εαυτό του. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να κάνει γνωστό «αν θέλει να πάει στην τραπεζαρία ή αν πεινάει», κατέθεσε.
«Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να παίρνει ασφαλείς αποφάσεις συνεχώς» σημείωσε.
«Κρατιόμαστε ακόμα χέρι χέρι»
Η Μπέβερλι που ήταν παρούσα στην ακρόαση, υποστήριξε τον εαυτό της λέγοντας ότι φρόντισε τον άντρα της εξαιρετικά.
«Τον αγαπώ με όλη μου την καρδιά», είπε. «Είμαστε παντρεμένοι 43 χρόνια. Κοιμόμαστε ακόμη αγκαλιά».
Ο δικαστής έκρινε τελικά τον Ντέιβιντ ανίκανο και του όρισε κηδεμόνα. «Με πονάει» είπε απευθυνόμενος στη Μπέβερλι.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η Μπέβερλι κάλεσε στο γηροκομείο ζητώντας να μιλήσει με τον Ντέιβιντ.
«Είμαι ακόμα εδώ στη Νέα Υόρκη», του είπε. «Ακόμα παλεύω για σένα, ακούς;»
«Ναι, σε ακούω».
«Σ’αγαπώ».
«Κι εγώ σε αγαπώ».
Όταν νιώθει πεσμένη, λέει ότι σκέφτεται τον Ντέιβιντ να έρχεται σπίτι και να του διηγείται τα πάντα. Τα φυλλάδια, τους αστυνομικούς, τους περαστικούς, τις σειρήνες, τα πάντα. Σίγουρα θα πάθει κρίση και θα της πει να προσέχει.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις