100 χρόνια Τουρκικής Δημοκρατίας: Οι ευαίσθητες ισορροπίες και η κεντρόφυγος δύναμη
Ο ούτως ή άλλως αδιευκρίνιστος ρόλος της Τουρκίας στον κόσμο
Η Τουρκική Δημοκρατία ήταν συνέπεια της οριστικής επίλυσης του ανατολικού ζητήματος, της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Συνιστούσε ένα νέο υπόδειγμα που αντλούσε νομιμοποίηση από την έννοια του έθνους και της κοσμικής εξουσίας. Αποκήρυσσε τον ανατολικό κόσμο της παράδοσης και της ακινησίας και φιλοδοξούσε να ενσωματωθεί στον νεωτερικό κόσμο της Δύσης, της κίνησης.
Ο απολογισμός δεν είναι σαφής. Στη ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων εισήχθησαν δυτικοί κώδικες και οι κρατικές δομές προσαρμόστηκαν στο πρότυπο του νεωτερικού συγκεντρωτικού κράτους. Η θρησκευτική επιρροή παρέμεινε όμως ισχυρή, ιδίως στην Ανατολία.
Λόγω των σοβιετικών πιέσεων στα Στενά, η Τουρκία συντάχθηκε μόνιμα με τη Δύση και τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά το 1947. Παράλληλα, η συντηρητική κοινωνική ροπή έγινε έκδηλη στην τουρκική πολιτική όταν η χώρα απέκτησε πολυκομματικό καθεστώς την επαύριον του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η επικράτηση του καθ’ όλα φιλοαμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος το 1950 οφειλόταν εν πολλοίς στην υποστήριξη του ευσεβούς λαϊκού στοιχείου των επαρχιών.
Κοινωνικά/ταξικά σχίσματα
Κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 την πολιτική ζωή της Τουρκικής Δημοκρατίας διέτρεξαν και κοινωνικά/ταξικά σχίσματα, συνέπειες της αστικοποίησης και της εκβιομηχάνισης καθώς και εντάσεις στα πανεπιστήμια, απότοκες μιας περισσότερο μαζικής εκπαίδευσης και της απήχησης των μαρξιστικών ιδεών στις νεότερες γενιές.
Η πόλωση αυτή οδήγησε σε σκληρές συγκρούσεις ένοπλων ομάδων της Ακρας Δεξιάς και της Ακρας Αριστεράς οι οποίες αποτέλεσαν και το υπόβαθρο του πραξικοπήματος του 1980, του τελευταίου σε μια σειρά στρατιωτικών επεμβάσεων που πραγματοποίησαν οι ένοπλες δυνάμεις παίζοντας τον ρόλο του θεματοφύλακα του κεμαλισμού.
Σε μακρά ιστορική διάρκεια εντούτοις το μόνιμο στοιχείο στη ζωή της Τουρκικής Δημοκρατίας ήταν η ένταση μεταξύ του κοσμικού κεμαλικού κατεστημένου που κυριαρχούσε στη διοίκηση, τον στρατό και την εκπαίδευση και το ισλαμικό λαϊκό στοιχείο. Η πόλωση αυτή δεν ήταν ενδεχομένως προδιαγεγραμμένη.
Ο Οζάλ, ο οποίος ανέλαβε το 1983 να πραγματοποιήσει την επιστροφή στον κοινοβουλευτισμό μετά την τελευταία στρατιωτική επέμβαση, επιχείρησε να συμφιλιώσει τον ισλαμισμό με το κράτος και να μειώσει τον ρόλο του στρατού στην πολιτική. Συμβολικά το πέτυχε εκλεγόμενος ο ίδιος πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρώτος μη στρατιωτικός ύστερα από δεκαετίες.
Η στρατηγική του απέτυχε στο τέλος της δεκαετίας του ’90 λόγω του κατακερματισμού των πολιτικών δυνάμεων και της βαθιάς οικονομικής κρίσης που έπληξε τα λαϊκά στρώματα της Ανατολίας αλλά και της Κωνσταντινούπολης, η οποία είχε γίνει πόλος έλξης της εσωτερικής μετανάστευσης. Η εξέλιξη αυτή ευνόησε το νέο πολιτικό Ισλάμ το οποίο εξέφρασε ο Ερντογάν.
Επωφελήθηκε κατά την πρώτη δεκαετία της μακράς διακυβέρνησής από την οικονομική ανάπτυξη που έφερε ευημερία στα λαϊκά στρώματα της Ανατολίας. Κατόρθωσε να εξουδετερώσει τον στρατό λόγω της βαθμιαίας χειραφέτησης μιας κοινωνίας η οποία είχε βρει πολιτική έκφραση και δεν ανεχόταν τη στρατιωτική κηδεμόνευση.
Η ευρωπαϊκή επιλογή, άλλωστε, την οποία εγκολπώθηκε το πολιτικό Ισλάμ κατά την πρώτη κρίσιμη πενταετία της διακυβέρνησής του ήταν ασύμβατη με την προοπτική στρατιωτικών επεμβάσεων.
Πρόβλημα για τη Δύση
Αυτό που συνιστά σήμερα πρόβλημα για τη Δύση είναι η πορεία της Τουρκίας στον κόσμο. Η βεβαιότητα του Ψυχρού Πολέμου δεν υφίσταται πλέον.
Τουλάχιστον έως πρόσφατα ο Ερντογάν παρέπαιε μεταξύ ενός νεο-οθωμανικού αυτοκρατορικού οράματος και της επιδίωξης επιρροής εκ μέρους μιας ενδυναμωμένης οικονομικά και δημογραφικά χώρας.
Δημιουργούσε επίσης ερωτήματα σχετικά με την προοπτική εγκατάλειψης της Δύσης προς όφελος κάποιου ευρασιατικού οράματος. Το οικονομικό συμφέρον επιβάλλει στην Τουρκία τη διατήρηση δεσμών με τον δυτικό κόσμο. Αλλά και στρατηγικά, εάν η Αγκυρα επιθυμεί να συνομιλεί ισότιμα με τη Ρωσία και να είναι παράγων στη Μέση Ανατολή και την Ασία, οφείλει να διατηρεί έρεισμα στη Δύση.
Η έντονη θρησκευτική ροπή που χρωματίζει όμως την τουρκική εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή, η ταύτιση με το φονταμενταλιστικό Ισλάμ και η αντιπαράθεση με το Ισραήλ είναι μια κεντρόφυγος δύναμη η οποία μπορεί να υπονομεύσει τις ευαίσθητες ισορροπίες στις οποίες στηρίζεται ο ούτως ή άλλως αδιευκρίνιστος ρόλος της Τουρκίας στον κόσμο.
*Ο Σωτήρης Ριζάς είναι διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Ερευνας Ιστορίας Νεότερου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις