Η Χάνα Άρεντ και το Παλαιστινιακό
H σπουδαία φιλόσοφος έγκαιρα προειδοποιούσε για τους κινδύνους μιας εθνικιστικής λογικής
- Αίθριος ο καιρός την Πέμπτη, καταιγίδες από την Παρασκευή - Έρχονται «λευκά» Χριστούγεννα
- Τον απόλυτο εφιάλτη έζησε μαθητής από την Πάτρα σε πενθήμερη - Του έδωσαν ποτό με ούρα και τον χτύπησαν
- «Τουλάχιστον 100 Βορειοκορεάτες στρατιωτικοί σκοτώθηκαν σε μάχες στο Κουρσκ»
- Νεκρός ανασύρθηκε από τα συντρίμμια γάλλος υπήκοος στο Βανουάτου μετά τον σεισμό των 7,3 Ρίχτερ
Η Χάνα Άρεντ συνέβαλε όσο λίγοι στοχαστές στον 20ο αιώνα στην κατανόηση της σημασίας του ρόλου του ρατσισμού και του αντισημιτισμού. Άλλωστε, ήταν αυτή που με την έννοια του «δικαιώματος να έχεις δικαιώματα» περιέγραψε με τον πιο σαφή τρόπο την πρόκληση που γέννησαν και εξακολουθούν να θέτουν τα κύματα προσφύγων ως των ανθρώπων που αντιμετωπίζονται ως να μην τους αναλογούν δικαιώματα. Επιπρόσθετα, με τη μελέτη της πάνω στην ολοκληρωτισμό και τις απαρχές του αλλά και το ευρύτερο φιλοσοφικό της έργο παραμένει σημείο αναφοράς μέσα στη συζήτηση για τη σύγχρονη δημοκρατική και χειραφετητική πολιτική.
Μια ιδιαίτερα σημαντική πλευρά της ζωής και του έργου της Άρεντ ήταν η εμπλοκή της με το σιωνιστικό κίνημα στη δεκαετία του 1930 και του 1940, εμπλοκή που πήρε τη μορφή όχι μόνο της σχετικής αρθρογραφίας αλλά ειδικά στην περίοδο που βρισκόταν στη Γαλλία, όπου είχε καταφύγει μετά την άνοδο των Ναζί και πριν την αναγκαστική της μετανάστευση της ΗΠΑ, και της ενεργού δράσης για την υποστήριξη της Εβραϊκής μετανάστευσης στην Παλαιστίνη.
Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Άρεντ θα επιμείνει ιδιαίτερα στην πρόταση να διαμορφωθεί ένας Εβραϊκός στρατός στο πλαίσιο των Συμμαχικών δυνάμεων και όχι απλώς κάποιες εβραϊκές μονάδες εντός του Βρετανικού Στρατού όπως έγινε τελικά. Όμως, ταυτόχρονα θα παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Παλαιστίνη, παρατηρώντας με ιδιαίτερη ανησυχία την άνοδο του ρεύματος του λεγόμενου «Αναθεωρητικού Σιωνισμού» ο οποίος ήταν «μαξιμαλιστικός» ως προς την διεκδίκηση του συνόλου της έκτασης της «Γης του Ισραήλ» και ταυτόχρονα δεν έκανε πλέον καμία συζήτηση για τη συνύπαρξη Εβραίων και Αράβων στο υπό διαμόρφωση Εβραϊκό κράτος.
Το ερώτημα της συνύπαρξης
Οι εξελίξεις αυτές θα κάνουν την Άρεντ να είναι ολοένα και πιο επικριτική απέναντι στην κατεύθυνση που έπαιρνε το σιωνιστικό κίνημα. Η Άρεντ θα μοιράζεται τον πυρήνα του σιωνιστικού αιτήματος, δηλαδή τη διαμόρφωση μιας πατρίδας για τους Εβραίους στην Παλαιστίνη, όμως θα διαφωνεί με τον τρόπο που ήδη προς το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το αίτημα διαμορφωνόταν ως την ανάγκη για ένα Εβραϊκό κυρίαρχο κράτος στην Παλαιστίνη. Αντιθέτως η ίδια θα επιμείνει στο αίτημα ενός κράτους όπου θα μπορούν να συνυπάρξουν και οι δύο εθνότητες, οι Εβραίοι και οι Άραβες.
Η κριτική της Άρεντ στην κατεύθυνση που έπαιρναν τα πράγματα με το σιωνιστικό κίνημα αφορούσε κυρίως το πώς υιοθετούνταν κλασικά γνωρίσματα μιας εθνικιστικής ιδεολογίας που όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν βέβαιο ότι θα λειτουργούσαν θετικά. Άλλωστε, η Άρεντ μπορεί να υποστήριζε τη μετανάστευση στην Παλαιστίνη όμως την ίδια στιγμή αντιμετώπιζε, τουλάχιστον σε εκείνη τη φάση, θετικά τον τρόπο που η Σοβιετική Ένωση φαινόταν να προσφέρει μια απάντηση στον αντισημιτισμό που δεν περιλάμβανε υποχρεωτικά τη δημιουργία ενός Εβραϊκού κράτους.
Η Άρεντ πίστευε ότι ο εθνικισμός των αναθεωρητών σιωνιστών ήταν ένας εθνικισμός που δεν μπορούσε να απαντήσει στο τι θα γίνει με ένα προτεινόμενο Εβραϊκό κράτος που θα περιβαλλόταν από Αραβικά κράτη και λαούς, ακόμη και εάν υλοποιείτο το σχέδιο για πλήρη μεταφορά των Αράβων εκτός του εδάφους του. Όλα αυτά σχετίζονταν και με τον τρόπο που η Άρεντ πίστευε ότι ο εθνικισμός είχε αρχίσει να δείχνει τα όριά του γενικότερα και ότι το μέλλον ήταν ευρύτερες ενότητες και ομοσπονδιακές συγκροτήσεις.
Για την Άρεντ μόνο μια στερεή Εβραιο-αραβική συνεργασία μπορούσε να αποτελέσει τη βάση ενός κράτους
Κριτική στάση
Η κριτική στάση της Άρεντ στην κατεύθυνση που έπαιρνε το σιωνιστικό κίνημα γινόταν όλο και πιο έντονη όσο κλιμακωνόταν η ένοπλη σύγκρουση που αποτέλεσε τη γενέθλια στιγμή του νέου κράτους. Δεν είναι τυχαίο ότι θα συντάξει και θα συνυπογράψει μαζί με άλλους σημαντικούς Εβραίους διανοουμένους, ανάμεσά τους τον Άλμπερτ Αϊνστάιν και τον Σίντνεϊ Χουκ, κείμενο που θα δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 1948 στους New York Times στο οποίο θα καταγγέλλει τον Μεναχέμ Μπέγκιν και το κόμμα του, που λεγόταν «Χερούτ» (ελευθερία), ως ένα φασιστικό κόμμα, υπογραμμίζοντας μάλιστα τη σφαγή στο Αραβικό χωριό Ντέιρ Γιασίν τον Απρίλιο του 1948 ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τρομοκρατικής βίας.
Η ίδια η Άρεντ θα επιμείνει ότι ο στόχος για τη δημιουργία μιας Εβραϊκής πατρίδας στην Παλαιστίνη δεν μπορούσε να ταυτιστεί με την «ψευδοκυριαρχία ενός Εβραϊκού κράτους». Για την Άρεντ μόνο μια στερεή Εβραιο-αραβική συνεργασία μπορούσε να αποτελέσει τη βάση ενός κράτους και όσο αυτή δεν επιτυγχανόταν δεν είχε νόημα να προχωρήσει η κρατική συγκρότηση, ενώ αυτό προϋπέθετε και τη διάλυση όλων των τρομοκρατικών οργανώσεων.
Για την Άρεντ η πολιτική χειραφέτηση της Παλαιστίνης μπορούσε να περάσει μόνο μέσα από βήματα όπως η τοπική αυτοκυβέρνηση και η διαμόρφωση μεικτών συμβουλίων Εβραίων και Αράβων σε τοπικό επίπεδο, στη μικρή κλίμακα και όσο πιο πολυάριθμα γινόταν. Ουσιαστικά, μια πρόταση για τη διαμόρφωση «από τα κάτω» των όρων για την κοινή πρακτική, τη συναντίληψη, την συνύπαρξη και τελικά την από κοινού χειραφέτηση των δύο λαών.
Πέρα από το βάρος της ιστορίας
Όσα έλεγε η Αρεντ δεν εισακούστηκαν. Το κράτος του Ισραήλ συγκροτήθηκε στην αντίθετη κατεύθυνση. Θα μπορούσε υποστηριχτεί ότι το ίδιο το βάρος της ιστορίας όσων ακολούθησαν, μέχρι και τις μέρες μας, καθιστά ανεδαφικές προτάσεις όπως της Άρεντ. Όμως, είναι η αίσθηση του σημερινού αδιεξόδου, η τραγικότητα ενός κύκλου βίας χωρίς τέλος, το δράμα των Παλαιστινίων και η κρίση στο Ισραήλ, που δίνουν ίσως μια επικαιρότητα στη σκέψη της.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις