Σε δυο στρατόπεδα για τα επιτόκια εν καιρώ πολέμου οι Κεντρικές Τράπεζες
Οι κεντρικοί τραπεζίτες των μεγάλων νομισματικών αρχών του κόσμου εμφανίζονται διχασμένοι
- Ουίνστον Τσώρτσιλ: Η iconic φωτογραφία του 1941, η φθηνή κόπια των 5.000 δολαρίων και το σκάνδαλο 83 χρόνια μετά
- Χαραμάδα ελπίδας για την κλιματική κρίση στη σύνοδο της G20
- Παύλος Μαρινάκης: Εκλογές το 2027 – Καμία ανησυχία στην κυβέρνηση για διαρροές στον προϋπολογισμό – Τι είπε για ΠτΔ και για ψήφο εμπιστοσύνης
- Ο Κασσελάκης ανακοίνωσε ψηφοφορία για το όνομα του κόμματός του
Σε αχαρτογράφητα ύδατα βρίσκονται για ακόμη μία φορά οι κεντρικοί τραπεζίτες, καθώς ενώ είχαν καταφέρει να αποκλιμακώσουν σημαντικά τις πληθωριστικές πιέσεις στις μεγάλες οικονομίες του κόσμου, πλέον αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να υπάρξει νέα αύξηση των τιμών καταναλωτή, εξαιτίας των διαταραχών στην αγορά ενέργειας που μπορεί να επιφέρει ο πόλεμος στο Ισραήλ.
Σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Times, οι κεντρικοί τραπεζίτες των μεγάλων νομισματικών αρχών του κόσμου εμφανίζονται διχασμένοι, για το αν η αύξηση των τιμών ενέργειας λόγω πολέμου στο Ισραήλ θα επαναφέρει την ανάγκη για υψηλότερα επιτόκια. Επί της ουσίας όμως διαφωνούν για τις ευρύτερες επιπτώσεις μιας πιθανής αύξησης του κόστους που θα προκληθεί από την εξάπλωση της σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς, αλλά και το πώς θα αντιδράσουν σε ένα τέτοιο σενάριο.
«Όταν είσαι πάνω από τον στόχο του πληθωρισμού για δύο χρόνια, οι προσδοκίες είναι πάνω από τον στόχο και οι επιχειρήσεις μετακυλούν γρήγορα το κόστος»
Ενώ οι υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση των επιτοκίων παράβλεπαν τη μεταβλητότητα στις αγορές ενέργειας, οι επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών στον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν επισημάνει ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τον πληθωριστικό κίνδυνο από τις υψηλότερες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Οι τιμές της ενέργειας
Ο Tiff Macklem, διοικητής της Τράπεζας του Καναδά, δήλωσε στους Financial Times ότι τα επακόλουθα των κλυδωνισμών των ενεργειακών τιμών θα μπορούσαν να αποδειχθούν πιο δύσκολο να ελεγχθούν λόγω του πρόσφατου πληθωριστικού κύματος.
«Όταν είσαι πάνω από τον στόχο του πληθωρισμού για δύο χρόνια, οι προσδοκίες είναι πάνω από τον στόχο και οι επιχειρήσεις μετακυλούν γρήγορα το κόστος, πρέπει να είσαι πιο προσεκτικός», είπε. «Εάν έχουμε υψηλότερο κόστος μεταφοράς… που περνάει την υψηλότερη τιμή των καυσίμων στις τιμές άλλων αγαθών και υπηρεσιών, αυτό θα ήταν ένα σημάδι ότι έχουμε περισσότερη δουλειά να κάνουμε», πρόσθεσε.
Τα επιχειρήματα αυτά έρχονται σε αντίθεση με την προηγούμενη επιμονή ορισμένων κεντρικών τραπεζιτών ότι οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας – οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται εύκολα με αυξήσεις των επιτοκίων – έχουν μόνο παροδικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό. Επί της ουσίας, δηλαδή, δεν είναι πληθωρισμός ζήτησης, αλλά κόστους.
Στις προοπτικές για τον πληθωρισμό που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα, η BoE ανέφερε επίσης τη Μέση Ανατολή και την ενέργεια ως έναν από τους «ανοδικούς κινδύνους» για τη σταθερότητα των τιμών. Μιλώντας με την ευκαιρία αυτή, ο διοικητής της BoE, Andrew Bailey, δήλωσε ότι ο κόσμος είχε περάσει μια «σειρά από μεγάλα σοκ στην προσφορά χωρίς διαλείμματα μεταξύ τους».
Η στρατηγική της Lagarde
Αλλά η Christine Lagarde, η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έδωσε διαφορετικό τόνο, αφού η τράπεζα διατήρησε τα επιτόκια σταθερά κατά τη συνεδρίαση πολιτικής της στα τέλη του περασμένου μήνα. Η ευρωζώνη είναι, είπε η Lagarde, «μια εντελώς διαφορετική οικονομία σήμερα», σε σύγκριση με την εποχή που οι τιμές της ενέργειας εκτινάχθηκαν πέρυσι, καθώς οι χώρες της ΕΕ απογαλακτιστηκαν από τις ρωσικές εισαγωγές. Τα υψηλότερα επιτόκια και η ασθενέστερη ζήτηση αυτή τη φορά θα περιόριζαν τις όποιες πιέσεις στις τιμές, προερχόμενες από τη Μέση Ανατολή.
Αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Times, άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ ήταν πιο επιφυλακτικά, λέγοντας ότι η αντίδραση στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου θα εξαρτηθεί από την αιτία.
Ο αξιωματούχος της ΕΚΤ, που μίλησε στους FT, έκανε διάκριση μεταξύ των εντάσεων στην αγορά, οι οποίες θα μπορούσαν να αγνοηθούν με ασφάλεια, και ενός πιο προβληματικού σοκ πλήρους κλίμακας στην προσφορά, όπως αν το Ιράν επιχειρούσε να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, μέσω των οποίων μεταφέρεται το ένα τρίτο του υγροποιημένου φυσικού αερίου και το ένα τέταρτο του πετρελαίου.
Ένα τέτοιο σημαντικό γεγονός θα δημιουργούσε παραλληλισμούς με το αραβικό εμπάργκο πετρελαίου του 1973 κατά των ΗΠΑ, το οποίο τετραπλασίασε τις τιμές του αργού. Μέχρι στιγμής, οι τιμές παραμένουν κάτω από το επίπεδο της 7ης Οκτωβρίου, την ημέρα της επίθεσης της Χαμάς στο Ισραήλ.
Ένα άλμα στις τιμές της ενέργειας αυξάνει σχεδόν αμέσως τον πληθωρισμό. Αλλά σε οικονομίες όπου η ζήτηση είναι πεσμένη, το ακριβότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο θα μπορούσε τελικά να αποδυναμώσει τις πιέσεις στις τιμές επιβαρύνοντας τα κέρδη και την παραγωγή. Ωστόσο, σε οικονομίες όπου η ζήτηση είναι ισχυρή, το υψηλότερο ενεργειακό κόστος μπορεί να μετακινηθεί σε άλλους τομείς της οικονομίας, καθώς οι εργαζόμενοι και οι εταιρείες αυξάνουν το κόστος της εργασίας και των προϊόντων τους.
Παρά τη σχετικά ισχυρή ανάπτυξη στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Jerome Powell εμφανίστηκε την περασμένη εβδομάδα καθησυχαστικός. Οι παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου δεν είχαν αντιδράσει πολύ σημαντικά στη σύγκρουση μέχρι στιγμής, είπε, και δεν ήταν σαφές αν θα έχουν «σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις». Καθοριστικής σημασίας ήταν το κατά πόσον η σύγκρουση επεκταθεί σε άλλα κρίσιμα μέρη της περιοχής.
Άλλοι στη Fed ανησυχούν περισσότερο
Η Michelle Bowman, γνωστή για την αυστηρότητά της, προειδοποίησε για τον κίνδυνο οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας να «αντιστρέψουν κάποια από την πρόοδο που έχει σημειωθεί για τη μείωση του συνολικού πληθωρισμού». Η Bowman ανέμενε ότι η Fed θα χρειαστεί να αυξήσει τα επιτόκια περαιτέρω για να μειώσει τον πληθωρισμό μέχρι και τον στόχο του 2%, λέγοντας ότι θα υποστήριζε μια τέτοια κίνηση «εάν τα εισερχόμενα δεδομένα δείχνουν ότι η πρόοδος στον πληθωρισμό έχει σταματήσει ή είναι ανεπαρκής για να μειωθεί».
Ο Marcelo Carvalho, επικεφαλής ανάλυσης οικονομιών της BNP Paribas, δήλωσε ότι η τράπεζα αναμένει ότι η τιμή του πετρελαίου Brent θα κυμανθεί στα 100 δολάρια το βαρέλι. Σε αυτή την τιμή, οι κεντρικές τράπεζες θα εξακολουθήσουν να παρακολουθούν τις εξελίξεις. Μόνο σε ένα δυσμενές σενάριο, όπου οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύονται προς τα 120 δολάρια, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα άρχιζαν να ανησυχούν.
«Αν μιλούσαμε για ένα πετρελαϊκό σοκ πριν από ένα ή δύο χρόνια, όταν τα πράγματα ήταν πραγματικά δύσκολα στο εσωτερικό, ο πληθωρισμός ανέβαινε, οι προσδοκίες ξέφευγαν από τον έλεγχο, οι τιμές των τροφίμων αυξάνονταν, τα επιτόκια ήταν πολύ χαμηλά… αυτό θα ήταν πιο ανησυχητικό για τις κεντρικές τράπεζες», είπε. «Τώρα, τα επιτόκια είναι πολύ υψηλότερα, έχουμε κάποια σημάδια συγκράτησης της δραστηριότητας και έχουμε πολύ σαφείς ενδείξεις μείωσης του συνολικού πληθωρισμού», πρόσθεσε.
Πηγή: Ot.gr
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις