Αγάπα τη δουλειά σου!
Αν θέλουμε να είμαστε εντάξει, τόσο με τον εαυτό μας όσο - κυρίως- με τους άλλους, την κακή μέρα την παλεύουμε, δεν την αφήνουμε να μας παρασύρει με τον αρνητισμό της
Είναι πρωί, βρίσκομαι στο τρόλεϊ, επιβάτης σε μια σχετικά μικρή διαδρομή από το Κουκάκι προς την Ακαδημία. Το όχημα δεν είναι πολύ γεμάτο, η κίνηση κάπως αυξημένη.
Ωστόσο, μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου, κάτι για το οποίο δεν χρειάστηκε πολλή ώρα, η ταλαιπωρία που υπέστην ήταν τόσο μεγάλη που όταν κατέβηκα, χρειάστηκε να καθίσω κάπου για να συνέλθω.
Το ταρακούνημα μέσα στο τρόλεϊ μού είχε προκαλέσει ζάλη. Ο οδηγός πατούσε εναλλάξ φρένο και γκάζι τόσο απότομα και με τέτοια συχνότητα που οι όρθιοι επιβάτες έκαναν βήματα μπροστά και πίσω σαν να χόρευαν μεταξύ τους κάποιον ρυθμό.
Κανείς δεν είπε κάτι στον οδηγό, ο οποίος ούτως ή άλλως φαινόταν αγριεμένος, οπότε δεν θα είχε και νόημα πρωινιάτικα να τσακωθείς για ένα δίκιο που με μαθηματική ακρίβεια δεν επρόκειτο να βρεις.
Τώρα, μηχανικός δεν είμαι, αλλά δεν νομίζω ότι το όχημα είχε κάποιο πρόβλημα. Στο κάτω-κάτω αν είχε κάποιο πρόβλημα δεν θα έπρεπε να κυκλοφορεί, έτσι δεν είναι;
Αυτό που πιστεύω είναι ότι ο οδηγός δεν είχε καμία διάθεση να κάνει τη δουλειά του όπως θα έπρεπε να την κάνει και έβγαζε το απωθημένο του στο ίδιο το τρόλεϊ, άρα κατ’ επέκταση στους επιβάτες (ή το αντίθετο).
Ακόμα και αν αυτή δεν είναι η αλήθεια, ο οδηγός αυτό ακριβώς ήταν που παρουσίαζε στον κόσμο με τον τρόπο με τον οποίο εργαζόταν.
Ηταν φανερό ότι δεν του άρεσε αυτό που έκανε και το έδειχνε. Και όλοι εμείς μέσα στο τρόλεϊ εισπράτταμε αυτή την κακή ενέργειά του.
Θα μου πείτε μπορεί να ήταν η κακιά μέρα. Φυσικά. Πουθενά στον κόσμο, κανενός τύπου εργασία δεν υπάρχει χωρίς τις κακές μέρες της. Αλήθεια είναι.
Αλλά αν θέλουμε να είμαστε εντάξει τόσο με τον εαυτό μας όσο – κυρίως – με τους άλλους, την κακή μέρα την παλεύουμε, δεν την αφήνουμε να μας παρασύρει με τον αρνητισμό της και δεν εκμεταλλευόμαστε αυτόν τον αρνητισμό για να κάνουμε χειρότερη την κατάσταση.
Γιατί δεν μας φταίει κανένας άλλος όταν κάποια μέρα δεν «μας πάει».
Τι μπορεί να συμβεί όμως όταν αυτή η αρνητική μέρα δεν είναι μία αλλά οι περισσότερες της εβδομάδας;
Τι μπορεί να συμβεί όταν ο αρνητισμός είναι κυριολεκτικά μέρος της καθημερινότητάς μας επειδή κάνουμε μια δουλειά που στην πραγματικότητα δεν αγαπάμε; Τι γίνεται τότε; Τι κάνουμε όταν νιώθουμε ότι μισούμε τη δουλειά μας;
Συμβιβαζόμαστε, άραγε, και προχωράμε γνωρίζοντας ότι αυτό που κάνουμε το κάνουμε με ένα απίστευτο ψυχολογικό βάρος να μας τυραννά καθημερινά; Λέγεται αυτό ζωή;
‘Η μήπως, από την άλλη, αποφασίζουμε να πάρουμε το ρίσκο για να κάνουμε κάτι άλλο, αυτό που πραγματικά θα μας γεμίσει ικανοποίηση και θα μας δώσει χαρά;
Πριν από καιρό, κάποιος φίλος μού είχε αναφέρει την περίπτωση ενός έλληνα υψηλόβαθμου στρατιωτικού της αρχαιότητας ο οποίος για κάποιους λόγους είχε υποβιβαστεί και καταλήξει σε οδοκαθαριστή.
Ομως ο πρώην στρατιωτικός ήταν τόσο καλός στα νέα του καθήκοντα που εν τέλει τον βράβευσαν για αυτά. Με άλλα λόγια, αγαπούσε αυτό που έκανε, γι’ αυτό και το έκανε καλά, οπότε και βραβεύτηκε.
Στην πάροδο των χρόνων, ανάλογες περιπτώσεις θα βρούμε πολλές.
Δεν θέλω να κάνω τον έξυπνο ούτε και να παρουσιάσω τον εαυτό μου ως το σωστό παράδειγμα, απλώς λέω την αλήθεια: για ένα διάστημα, προτού η δημοσιογραφία μπει για τα καλά στη ζωή μου, υπήρξα υπάλληλος εδάφους αεροπορικής εταιρείας, σε πολύ σκληρότερες συγκριτικά με τα σημερινά δεδομένα εποχές.
Μιλάμε για τη δεκαετία του 1980 όταν στον χώρο των αφίξεων του Ανατολικού Αεροδρομίου δεν υπήρχαν παρά τρεις μόνο ιμάντες παράδοσης αποσκευών στους επιβάτες.
Τρεις μόνο ιμάντες προς εξυπηρέτηση εκατοντάδων χιλιάδων επιβατών κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, σήμερα ακούγεται αδιανόητο.
Στο «Ελευθέριος Βενιζέλος», όπου ο χώρος των αφίξεων είναι τουλάχιστον πενταπλάσιος από εκείνον του Ανατολικού, σήμερα οι ιμάντες είναι περισσότεροι από δέκα.
Και όμως δεν θυμάμαι πόσες και πόσες φορές χρειάστηκε να κολυμπήσω μέσα στις αποσκευές για να βρω κάπου μια ξεχασμένη βαλίτσα που ανήκε σε επιβάτη που βρισκόταν σε μια κατάσταση μεταξύ οργής και απελπισίας.
Θυμάμαι όμως πολύ καλά την ικανοποίηση που είχα νιώσει όταν παρέδιδα στον επιβάτη την αποσκευή του.
Αυτή η ικανοποίηση, που στον επαγγελματικό τομέα εδώ και τρεις δεκαετίες μεταφράζεται στη δημιουργία ενός καλού κειμένου, είναι για μένα ο καλύτερος μισθός.
- Ανδρουλάκης: Είδε τη θεατρική παράσταση «Κανόνια και Τρομπέτες» – Ποιοι τον συνόδευαν
- Ναν Γκόλντιν: Γερμανία, ακούς; Η λέξη «αντισημιτισμός» χάνει το νόημά της
- Τροχαίο στη Θεσσαλονίκη: Δύο χρόνια από τη θανατηφόρα παράσυρση της Έμμας – Συγκλονίζει η μητέρα της
- Ακρίτα: Αν εκλεγεί ο Πολάκης, θα παραδώσω την έδρα στον ΣΥΡΙΖΑ και θα πάω σπίτι μου
- Τι αλλάζει στην παγκόσμια οικονομία – Πώς διαμορφώνεται το νέο μοντέλο
- Ηρακλής – ΠΑΟΚ Β’ 2-0: Ανώτερος ο «Γηραιός» επέστρεψε στις νίκες (vid)